Εκοιμήθη ο Πέργης Ευάγγελος

Εκοιμήθη ο Πέργης Ευάγγελος

Μετά από πολύμηνη ασθένεια εκοιμήθη ο Μητροπολίτης Πέργης Ευάγγελος, ένας από τους εκλεκτούς Ιεράρχες της παλαιάς φρουράς του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Υπήρξε σεμνός, λόγιος , πολυγραφότατος, άριστος γνώστης της βυζαντινής μουσικής και ιδιαίτερα του πατριαρχικού ύφους του ψάλειν . Ο Οικουμενικός Πατριάρχης τέλεσε σήμερα τρισάγιο στην μνήμη του . Η εξόδιος ακολουθία ορίστηκε για την Παρασκευή , 25 Μαίου.
Ο μακαριστός Μητροπολίτης Πέργης, υπέρτιμος και έξαρχος Παμφυλίας, κυρός Ευάγγελος (Γαλάνης), καταγόταν από τα Θεραπειά του Βοσπόρου. Μετά τις εγκυκλίους σπουδές φοίτησε στο Ζωγράφειο Γυμνάσιο και στη συνεχεία εισήχθη στην Ι. Θεολογική Σχολή Χάλκης, από την οποία αποφοίτησε το 1953. Το ίδιος έτος χειροτονήθηκε και προσελήφθη στο Πατριαρχείο ως Διάκονος της Σειράς και Γραμματέας της Πνευματικής Διακονίας και Εισηγητής. Το 1957 διορίσθηκε Κωδικογράφος της Αγίας και Ιεράς Συνόδου ενώ ένα χρόνο αργότερα τοποθετήθηκε στη θέση του Δευτερεύοντος των Πατρ.Διακόνων. Το 1965 προήχθη σε Μ.Αρχιδιάκονο. Την 26η Νοεμβρίου 1970 εξελέγη Μητροπολίτης Πέργης.
Κατά το διάστημα της διακονίας του στην Πατριαρχική Αυλή και στη συνέχεια ως Μητροπολίτης συνόδευσε τους αοίδιμους Πατριάρχες Αθηναγόρα και Δημήτριο καθώς και τον σημερινό Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο σε πολλές επίσημες αποστολές και ποιμαντικές επισκέψεις στο εξωτερικό. Διατέλεσε Γραμματέας, Συντονιστής και μέλος των Συνοδικών Επιτροπών επί των Διαχριστιανικών και Διορθοδόξων Ζητημάτων, συνεργάσθηκε με τα Πατριαρχικά περιοδικά «Ορθοδοξία» και «Απόστολος Ανδρέας» και συνέγραψε πληθώρα έργων, μεταξύ των οποίων, τα Χρονογραφήματα, «Εκ Φαναρίου…» (1968), «Λαός Χάριτος» (1973), «Εκ Φαναρίου Β’, Αειδίνητον Όφλημα» (1997), τις ιστορικές μελέτες, «Η Πέργη της Παμφυλίας» (1983), «Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης» (ανάλυση των επιστολών του, 19993) και τις Ποιητικές Συλλογές, «Αφιέρωμα στην Πόλη» (1970), «Εκ Φαναρίου Γ’», τα Ποιητικά (2004). Επίσης, μελοποίησε το «Σύμβολο της Πίστεως» (1600η επέτειος της Β’ Οικουμενικής Συνόδου, 1981) και συνέγραψε τους στοίχους για το «Άκουσμα Εγκωμιαστικόν» (550η επέτειος της Μεγάλης του Γένους Σχολής, 2004), το οποίο και μελοποίησε.
Το 1983 αναγορεύτηκε Διδάκτορας της Ορθοδόξου Θεολογίας από την Θεολογική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ήταν από τα ιδρυτικά μέλη και μέχρι την κοίμησή του Επίτιμος Πρόεδρος του Συνδέσμου Μουσικοφίλων της Πόλεως.

 

Ο μακαριστός Μητροπολίτης Πέργης Ευάγγελος (αριστερά) με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο. ( ΦΩΤΟ: Ν. ΜΑΓΓΙΝΑΣ)

Ο Μέγας Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου, π. Γεώργιος Τσέτσης, είχε γράψει, όταν εκδόθηκε το βιβλίο του μακαριστού, με τίτλο «Εκ Φαναρίου», «ο φίλος και ομογάλακτος αδελφός, Μητροπολίτης Πέργης Ευάγγελος, διαλαλεί και πάλι ότι η Ρωμηοσύνη συνεχίζει “να πορεύεται με τη δυναμική του ιστορικού της βάθους, [και] με την ελπίδα της για προσπέλαση σε χρόνους ευχαρείς”. Επαναλαμβάνει για πολλοστή φορά ότι οι λίγοι και αμέτρητοι της Πόλης, που από μακραίωνη πείρα γνωρίζουν ότι “ανεξιχνίαστοι αι βουλαί του Κυρίου”, προσδοκούν. Και ότι μένοντες πιστοί στην μνήμη του παρελθόντος, δεν παύουν να αγωνίζονται για το αύριο της Ρωμηοσύνης και της Ορθοδοξίας. Ο Πέργης συνεχίζει να άδει και να ψάλλει “…ότι μεθ’ ημών ο Θεός”. Και γι’ αυτό ακριβώς, του είμαστε όλοι ευγνώμονες. Οι εγγύς τε και οι μακράν».
Σε ένδειξη ελάχιστης τιμής στην μνήμη του μακαριστού Ιεράρχη παραθέτουμε ένα ποίημα και ένα χρονογράφημα του. Το ποίημα το εμπνεύστηκε από την τέλεση το 2010 της Θείας Λειτουργίας από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο στο Μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά, για πρώτη φορά ύστερα από 87 χρόνια. Το χρονογράφημα αναφέρεται στην Χάλκη.

Αφιέρωμα στη Σουμελά
(15 Αυγούστου 2010)
Κει στου βουνού τη ράχη του Μελά
από των άγρυπων ψυχών το νάμα
στα τρίσβαθα του χρόνου στριμωγμένο
ξεχείλησαν τ’αγιάσματα στη Σουμελά.
Κι’αστράψανε της Παναγιάς τα όμματα
από των προσευχών κι’αυτά τη λαύρα
κι’από το θείο ρείθρο το ακένωτο
ηχήματα ακούστηκαν σαν ψάλματα,
λες κι’αντιλάλησε το θείο έλεος
από των νηστεμένων το ικέτευμα
το κερωμένο στην εικόνα Της
αένναα αποζητώντας ίλεως.
Κι’αρχίνησε των νηστεμένων η πορεία
σα μια ηρωϊκή καινή ανάβαση
με το ρυθμό της πίστης στην καρδιά
και με του προσκυνήματος την προσδοκία.
Πρόσφορα στάλθηκαν κι’από τον Βαζελώνα
κι’από την Περιστερεώτα μαρτυρία
με των Ρωμηών μπλεγμένα τον παλμό
που τάχθηκε να παραμείνει στον αιώνα.
Φτερούγα δε τ’αητού η αερόχαρη
στου όρους την κορφή στριφογυρνώντας
βούτηξε με μιας προς την σπηλιά
μαγνητεμένη λες από τη Χάρη.
Και ξεχυθήκανε σαν ξεπλερώματα
μέσα στις καταπράσινες βουνοπλαγιές
και στους γρανιτωμένους γεροβράχους
της Σουμελιώτισσας τα στεφανώματα.
Τον Πατριάρχη ν’ανταμώσουν «εν τω άμα»
των Ορθοδόξων το ρίγος φορτωμένο
που μέσα στο λιοπύρι τ’αυγουστιάτικο
όρθρισε με βακτηρία του το τάμα.
Και να το πρώτο στην πορεία θαύμα
όταν αντί σε «Κοίμηση» τη Μεγαλόχαρη
χαριτωμένη την αντίκρυσε με στέμμα
βασίλισσα του ουρανού σε όραμα.
«Εμέν Κρωμέτε λέγνε με»
ακούστηκαν οι Πόντιοι να λένε,
με τον Σωφρόνιο μαζί και τον Βαρνάβα
τ’απολυτίκιο της Παναγιάς να ξαναλένε.
Χαράδρες, δάση και βουνά
αρχίσανε τον ύμνο να υφαίνουν
ότι «τον κόσμον ου κατέλιπε»
αφού την ηύρανε ξανά.
Φωταυγής του νόστου η λαμπάδα
με της ανατολίτικης Μονής το θάμπος
κι’από της Μεγαλόχαρης το φάος
στόλισε μ’ελπίδα τη λαχτάρα.

Ένα δειλινό στη Χάλκη
Γειτονιά μου πιά ἡ Χάλκη. Καλοκαιρινή συντρόφισσα, νησιώτικη. Μέ γνωριμία ἑξήντα καί πλέον χρόνων. Ἀπό τότε, πού μιά ἀπό τίς κορυφές της-τῆς ἐλπίδος- μᾶς μπόλιαζε τήν Ὀρθοδοξία. Τόν χριστιανισμό, γενικότερα. Ὑπό τήν Ἁγία Τριάδα. Κι᾿ ἐμεῖς τῆς ψάλλαμε τήν δόξα της, μέ τίς μελωδικές περιφορές μας γύρω της, γιά τή γιορτή πού μᾶς χάρισε:
«Τοῦ πνεύματος ἐπιδημία»
Τώρα τήν ἀτενίζω ἀπό τά κράσπεδα τοῦ λόφου της, πιστώνοντας τή δωρεά μέ θεωρία. Μέ θαυμασμό κι᾿ εὐγνωμοσύνη. Καί περιφέροντας τήν εὐωδία τῆς ἐλπίδας της σ᾿ ὅλα τά πλάτη τοῦ νησιοῦ, καί στά ψηλώματα μέ τίς χαριτωμένες της πευκοφωλιές, καί στίς ἀκρογυαλιές.
Παντοῦ λειτουργεῖται ἡ ἁγιασμένη ἱστορία μας.Κι᾿ ἡ ἀλησμόνητη. Μ᾿ ὀρθάνοιχτα μέσα της τά μάτια τῶν ἁγίων μας καί τῶν ἀγγέλων μας καί τῶν ἀπόντων.Καί ξεχυμένη μέχρι τά πέλαγα ἡ μυρωδιά τοῦ λιβανιοῦ κι’ ὁ θόρυβος ὁ μυσταγωγικός ἀπ᾿ τά περάσματα τά ἱερά κι᾿ ἀπ᾿ τίς ἐμφάνειες τῆς θείας παρουσίας. Ὅλες ἕτοιμες νά μᾶς ξυπνήσουν, νά μᾶς ἀγκαλιάσουν, νά μᾶς προστατέψουν, νά μᾶς σώσουν:
«Ἀντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον …»

Λίγοι πιά οἱ φίλοι μέ τήν παλιά ρωμέϊκη φινέτσα. Μέ τό ἡρωϊκό συναίσθημα τῆς νοσταλγίας. Νά βλέπουν μέσα ἀπό τά κλαδιά τό κῦμα νά κουβεντιάζει μέ τίς ἀκτές τήν παραλία νά τήν τραγουδάει ἡ Προποντίδα. Νά διακρίνουν στό βάθος, μέσα στό ὑγρό θόλωμα τήν Πόλη, μέ τήν Ἁγιασοφιά σάν ἀξημέρωτο ὄνειρο. Κι᾿ ἀκόμα νά μνημονεύουν τήν Καμαριώτισσα καί τόν Ἁη-Γιάννη τόν Πρόδρομο, τόν Ἁη-Γιώργη τοῦ Κρημνοῦ, τόν Ἁη-Σπυρίδωνα καί κάτι ἐκκλησάκια, περεχυμένα μέ τ’ ἁγιάσματα, Παρασκευῆς τῆς Παρθενομάρτυρος, Εὐφημίας τῆς θαυματουργῆς, Νικήτα τοῦ ἀθλοφόρου κ. ἄ.
Φίλα ὅλ᾿ αὐτά, μᾶς κρατοῦν τό ρυθμό συχνά μέ τόν πρόμαχο τῆς ἁγιάτρεφτης μνήμης φίλο μου Πρωτοψάλτη, μελοποιώντας στροφές καινές μέσα σ᾿ ἕνα σύγχρονο Συναξάρι καί «Μηναῖο» τῆς Πόλης. Καί φυσικά καί τῆς Χάλκης.
Κι᾿ εἶναι τόσα πολλά τά ρήματα πού ἀξίζουν ψάλματα!
Πήραμε τό δρόμο στό δειλινό νά χαροῦμε τή δύση. Κι᾿ ὄχι μόνο. Νά φέξουμε μ᾿ ἕνα κερί τό πρόσωπο τοῦ Ἁη-Σπυρίδωνα, γιά τ᾿ ὁλοζώντατο καί πάλι θαῦμα του. Νά κρατήσει τό μοναστηράκι ἄκαυτο. Σταματώντας ἀπ’ ἔξω, τόν μανιασμένο ἀέρα καί τίς φλόγες.

Καί ἡ Σκητούλα σώθηκε. Μά ὄχι καί τό «δασωμένο Ἀκρωτῆρι», πάνω ἀπό τῆς «Παναγιᾶς τό λιμανάκι».Ἔβαλε «Εὐλογητός» ὁ μακαριστός Ἀρσένιος κι ὁ Πρωτοψάλτης συνέχισε:
«Τήν δέησιν ἐκχεῶ πρός Κύριον»
Ὅπως καί πρό ἐτῶν γιά τόν Ἁη-Γιώργη τῆς Πριγκήπου τόν Κουδουνᾶ. Ὅπως τήν ψάλλει τή δέηση συνεχῶς κι᾿ ἡ ρωμησούνη. Μέ τόν Καβαλλάρη κοντά της. Νά σπρώχνει πίσω τίς ἀδηφάγες φλόγες. Μέχρι νά πνιγοῦν κάτω στή θάλασσα. Στά νερά τοῦ πορθμείου τῶν «Ἁη-Γιώργηδων». Μέ τόν ἴδιο Καβαλλάρη νά μεθίπταται στ᾿ ἀντικρυνά. Στόν «Κρημνό» τῆς Χάλκης. Ζωγραφίζοντας τό θαῦμα τῆς εὐλογημένης ράτσας.
Τόν εἴδατε τόν Ἁη-Γιώργη τοῦ Κρημνοῦ ἀπό τή θάλασσα; Μιά περίκομψη ἀετοφωληά μέ μέσα της ἕνα Ἅγιο. Τόν Ἅγιο Γεώργιο. Κι᾿ ἕναν Ἡγούμενο, πού ἱδρωμένος καμαρώνει τόν κόπο του. Τό ἔργο τῆς «περιποίησης» τῆς Ἁγιοταφείτικης Ἑξέδρας. Μέ τό Ναό, μέ τά Κελλιά, μέ τό Ἀρχονταρίκι, μέ τούς περιβόλους, μέ τά Κάστρα της. Ἁγιορείτικα σαχνισιά, πού προβάλλουν τόν Θεό στά σύμπαντα. Καί τήν Ὀρθοδοξία. Καί τήν Πόλη καί τήν Χάλκη.
Ὅλα βγαλμένα μέσα ἀπό τήν ποιητική πνοή.
Χάλκη 28.6.2012

Share this post