Χρειάζεται τροποποίηση ο Καταστατικός Χάρτης της Αρχιεπισκοπής Αμερικής;
Του Δρ. Αναστάσιου Βαβούσκου*
Εδώ και αρκετό καιρό βρίσκεται σε εκκρεμότητα το ζήτημα της αναθεωρήσεως του Καταστατικού Χάρτη της Αρχιεπισκοπής Αμερικής. Πολλά έχουν γραφτεί και ακόμη περισσότερα έχουν ακουστεί περί των πιθανολογουμένων τάσεων και απόψεων είτε του Οικουμενικού Πατριάρχου και των μελών της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου είτε του Αρχιεπισκόπου Αμερικής, των Μητροπολιτών της Αρχιεπισκοπής και των λαϊκών που μετέχουν στα μικτά όργανα διοικήσεως αυτής.
Δεν θα διστάσω να σας πω, ότι με επιστολή μου προς τον Παναγιώτατο έθεσα εαυτόν στην διάθεση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, επιθυμώντας να συμβάλλω στην επιτυχή διεκπεραίωση του ζητήματος. Και τούτο, διότι είχα – και έχω – σαφή άποψη τόσο περί του αν χρήζει αναθεωρήσεως ή όχι ο Καταστατικός Χάρτης της Αρχιεπισκοπής Αμερικής όσο και περί της διαδικασίας που θα έπρεπε ούτως ή άλλως να ακολουθηθεί για το συγκεκριμένο ζήτημα.
Την άποψη, λοιπόν, αυτήν θα εκθέσω αμέσως παρακάτω, καθόσον έχω το προσόν της μη ενεργού αναμείξεως στην διαδικασία των συζητήσεων περί του υπό εξέτασιν ζητήματος.
Λοιπόν, για όσους γνωρίζουν τις ρυθμίσεις του Κανονικού Δικαίου:
α) περί του τρόπου λειτουργίας του συνοδικού συστήματος
β) περί του αυτεξουσίου του επισκόπου
γ) περί των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων του Προέδρου της Συνόδου
δ) περί αρχών κανονικής δικαιοδοσίας
ε) περί εκκλησιαστικής δικαιοσύνης
στ) περί υπαγωγής των μονών στον επιχώριο επίσκοπο
ζ) περί χωρεπισκόπων (προς σύγκρισιν με τον θεσμό του Βοηθού Επισκόπου)
η) περί Εξάρχου
θ) περί τοποτηρητείας
η απάντηση στο ερώτημα, αν χρειάζεται τροποποίηση ο Καταστατικός Χάρτης της Αρχιεπισκοπής Αμερικής, θα ήταν κατηγορηματικώς αρνητική.
Ο εν λόγω Χάρτης είναι πλήρης και παρά το γεγονός της εικοσαετούς ισχύος του, δεν έχει απολέσει την επικαιρότητα του, ήτοι δεν έχει ξεπερασθεί από τις κοινωνικές, τεχνολογικές και λοιπές εξελίξεις.
Η μόνη αλλαγή, η οποία σίγουρα πρέπει να επέλθει στον Χάρτη, είναι η κατάργηση του – εκ παραδρομής προφανώς – εσφαλμένου όρου «πρόσωπον νομικού δικαίου» (βλ. ενδεικτικώς άρθρο 3), ο οποίος δεν υφίσταται στην επιστήμη του Δικαίου, και η αντικατάστασή του με τον ορθό όρο «νομικό πρόσωπο».
Περαιτέρω, θα μπορούσε ίσως να επανεξετασθεί η από νομικής πλευράς κατηγοριοποίηση των οντοτήτων της Αρχιεπισκοπής Αμερικής (Ιερές Μητροπόλεις, Ιερές Μονές κ.λ.π.), σε συσχέτιση με το νομικό, φορολογικό και λογιστικό καθεστώς στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, ώστε να είναι βέβαιο, ότι οι ανωτέρω οντότητες απολαμβάνουν πράγματι το σύνολο των δικαιωμάτων των Μη Κερδοσκοπικών Νομικών Προσώπων (non – profit corporations). Και στην περίπτωση, που διαπιστωθεί, ότι υπάρχει πλήρης κάλυψη, έχει καλώς. Σε περίπτωση, όμως, που υπήρξαν νομοθετικές εξελίξεις από πλευράς Κράτους (Η.Π.Α.) μετά τον νέο Καταστατικό Χάρτη του 2003, τότε θα πρέπει, να επέλθει και ο ανάλογος εκσυγχρονισμός του τελευταίου. Εν ολίγοις, επειδή από πλευράς Κανονικού Δικαίου δεν υπάρχει κατά την άποψή μου πρόβλημα, το μόνο ζήτημα, το οποίο – πάντα κατά την γνώμη μου – θα έπρεπε να εξετασθεί, είναι αν ο Καταστατικός Χάρτης της Αρχιεπισκοπής Αμερικής συμβαδίζει με την Πολιτειακή (κατά Πολιτεία) αλλά και την ομοσπονδιακή νομοθεσία του κράτους των Η.Π.Α. περί του καθεστώτος των Μη Κερδοσκοπικών Νομικών Προσώπων, καθεστώς το οποίο συνεπάγεται φορολογικές ελαφρύνσεις και διαφορετική – προς όφελος των νομικών αυτών προσώπων – αντιμετώπιση.
Όλα τα παραπάνω, βεβαίως υπό την προϋπόθεση, ότι το ισχύον νομοκανονικό καθεστώς υπαγωγής της Αρχιεπισκοπής Αμερικής στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, όπως αυτό περιγράφεται στον Καταστατικό Χάρτη, δεν αμφισβητείται από καμία πλευρά. Και βεβαίως, όταν λέω «δεν αμφισβητείται από καμία πλευρά», δεν αναφέρομαι ούτε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, διότι η θέση του επί του θέματος είναι αυτονόητη και αταλάντευτη, ούτε βεβαίως στους Αρχιερείς της Αρχιεπισκοπής Αμερικής, που έχουν ήδη εκπεφρασμένη άποψη.
Εν κατακλείδι, το όλο ζήτημα κατά την γνώμη μου άνευ λόγου δημιουργήθηκε και άνευ λόγου ακόμη παραμένει σε εκκρεμότητα. Και όχι μόνον αυτό αλλά και η όλη διαδικαστική μεθόδευση της επιλύσεως του στηρίζεται σε λάθος βάση.
Στο σημείο, όμως, που έχουν φθάσει τα πράγματα, μετά μάλιστα και την σύσταση ειδικής διμερούς Επιτροπής, η μόνη διέξοδος – και σύμφωνη με το άρθρο 25 του Καταστατικού Χάρτη της Αρχιεπισκοπής Αμερικής – για την λύση και λήξη του θέματος, είναι η εξής:
Καταρχήν, θα πρέπει βάσει του άρθρου 5 πργφ. α΄ του Καταστατικού Χάρτη, να συγκληθεί εκτάκτως η Ιερά Σύνοδος της Αρχιεπισκοπής Αμερικής με θέμα «Τροποποίηση Καταστατικού Χάρτη Αρχιεπισκοπής Αμερικής». Η έκτακτη σύγκληση γίνεται:
α) είτε κατόπιν πρωτοβουλίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, οπότε η σύγκληση είναι υποχρεωτική.
β) είτε κατόπιν πρωτοβουλίας του Αρχιεπισκόπου Αμερικής
γ) είτε κατόπιν πρωτοβουλίας της πλειοψηφίας των μελών της Ιεράς Συνόδου.
Στη συνέχεια, η Ιερά Σύνοδος της Αρχιεπισκοπής Αμερικής θα συζητήσει το θέμα και θα αποφασίσει σε πρώτη φάση, αν επιθυμεί την τροποποίηση ή όχι του Καταστατικού Χάρτη της.
Εάν η Ιερά Σύνοδος ταχθεί κατά της τροποποιήσεως, τότε το θέμα σταματά εκεί. Στην περίπτωση αυτή δεν χρειάζεται να ερωτηθεί το Αρχιεπισκοπικό Συμβούλιο και η Αρχιεπισκοπική Κληρικολαϊκή Συνέλευση κατά το άρθρο 25 του Καταστατικού Χάρτη, διότι η εφαρμογή του άρθρου αυτού προϋποθέτει θετική εισήγηση περί τροποποιήσεως και όχι έλλειψη εισηγήσεως λόγω απορρίψεως της ιδέας της τροποποιήσεως.
Εάν, όμως, αποφασίσει υπέρ της τροποποιήσεως, τότε συγκροτείται ειδική Επιτροπή, η οποία θα υποβάλλει στην Ιερά Σύνοδο της Αρχιεπισκοπής Αμερικής Σχέδιο περί τροποποιήσεως του Καταστατικού Χάρτη. Το Σχέδιο αυτό, μετά από σχετική απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Αρχιεπισκοπής Αμερικής θα πάρει την μορφή της Εισηγήσεως, στην οποία θα περιλαμβάνονται οι διατάξεις που πρέπει να τροποποιηθούν, τα κείμενα των νέων – τροποποιουμένων διατάξεων και αιτιολογική έκθεση για κάθε τροποποιούμενη διάταξη.
Όταν ολοκληρωθεί η διαδικασία αυτή, η καταρτισθείσα Εισήγηση θα υποβληθεί συμφώνως προς το άρθρο 25 του Καταστατικού Χάρτη κατά σειρά στο Αρχιεπισκοπικό Συμβούλιο και στην Αρχιεπισκοπική Κληρικολαϊκή Συνέλευση και στην συνέχεια η τελική Εισήγηση θα υποβληθεί στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο και θα εγκρίνει, θα απορρίψει ή θα τροποποιήσει την κατατεθείσα εισήγηση.
Με την έκδοση της αποφάσεως της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ολοκληρώνεται και η διαδικασία τροποποιήσεως, συννόμως και κανονικώς.
*Ο Δρ. Αναστάσιος Βαβούσκος είναι Δικηγόρος και Άρχων Ασηκρήτης της Μ.τ.Χ.Ε./ Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους
ΦΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟΥ: Η επαρχιακή Ιερά Σύνοδος της Αρχιεπισκοπής Αμερικής