Χωρίς αρχαία ελληνικά δεν θα υπήρχε ο Γκαίτε, τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο βραβευμένος ελληνιστής Χανς Άιντενάιερ

Χωρίς αρχαία ελληνικά δεν θα υπήρχε ο Γκαίτε, τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο βραβευμένος ελληνιστής Χανς Άιντενάιερ

«Χωρίς αρχαία ελληνικά δεν θα υπήρχε ο Γκαίτε. Ο Μέγας Φρειδερίκος τα έκανε υποχρεωτικά στην Πρωσία για να μάθουν οι μαθητές την γλώσσα αλλά και το ήθος της αρχαίας παιδείας. Και έτσι υπάρχει η σχέση της γερμανικής λογοτεχνίας και γλώσσας με τα ελληνικά ανά τους αιώνες. Ο πολιτισμός της Ευρώπης βασίζεται στον ελληνικό, ο οποίος μετά την ιταλική Αναγέννηση αποτέλεσε μαζί με τον ρωμαϊκό τη βάση μας και παραμένει η βάση μας», τονίζει ο μεγάλος Γερμανός ελληνιστής Χανς Άιντενάιερ στη συνέντευξή του στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων με αφορμή την απονομή του βραβείου «Διδώ Σωτηρίου» από την Εταιρεία Συγγραφέων, για την οποία λέει: «Ήταν μια πολύ ευχάριστη έκπληξη και είναι μεγάλη μου τιμή», λέει.

«Είμαι Έλληνας με την ισοκρατική έννοια. Μετέχω της ελληνικής παιδείας», δηλώνει ο 85χρονος σήμερα Άιντενάιερ ο οποίος σπούδασε κλασική, βυζαντινή και νεοελληνική φιλολογία, ιστορία, φιλοσοφία και γλωσσολογία στα πανεπιστήμια Τίμπινγκεν, Αμβούργου, Θεσσαλονίκης και Μονάχου.

 

«Ο ραψωδός της αρχαιότητας συνενώνει τον λόγο, το μέλος και τον ρυθμό κάτι που επιβίωσε μέχρι σήμερα», υποστηρίζει ο συγγραφέας του βιβλίου «Από τη Ραψωδία στο Rap. – Όψεις της ιστορίας της ελληνικής γλώσσας από τον Όμηρο έως σήμερα».

Ο συνιδρυτής – με τη σύζυγό του Νίκη Αϊντενάιερ-Αναστασιάδη- του εκδοτικού οίκου «Romiosini» για την διάδοση της ελληνικής λογοτεχνίας θυμάται ότι «Μετά την χούντα, υπήρχε ένα τεράστιο ενδιαφέρον για την Ελλάδα. Σε μια ταβέρνα που λεγόταν “Ρωμιοσύνη” το αποφασίσαμε, αλλά χρειαζόμασταν χρήματα. Διέθεσα λοιπόν την περιουσία του πατέρα μου. Το 2014 τον ανέλαβε το “Κέντρο Νέου Ελληνισμού” (CeMoG) του Βερολίνου, με χρηματοδότηση του Ιδρύματος Νιάρχος. Τώρα τα βιβλία είναι προσβάσιμα διαδικτυακά. Οι προσπάθειες συνεχίζονται και εντείνονται από το Cemog. Υπάρχουν στατιστικές ότι τα βιβλία νεοελληνικής λογοτεχνίας διαβάζονται διαδικτυακά από 20 και πλέον χιλιάδες» συμπληρώνει.

Θέμα της ομιλίας του κατά την βράβευσή του στο Μέγαρο Μουσικής την περασμένη Τετάρτη ήταν: «Διάβαζε ο Αριστοτέλης βιβλία; Η κουλτούρα ακοής των Ελλήνων», στην οποία υποστήριξε ότι «Όσα εμείς διαβάζουμε οι αρχαίοι τα άκουγαν. Η πλατωνική ενότητα λόγου, μέλους και ρυθμού είναι σταθερά συνδεδεμένη με την ελληνική κουλτούρα της ακοής, η οποία επιβίωσε έως σήμερα στην εκκλησία και αντανακλάται στους σημερινούς Έλληνες όταν για παράδειγμα με την πρώτη ευκαιρία αρχίζουν να χορεύουν και να τραγουδούν».

Ακολουθεί η συνέντευξη του Χανς Άιντενάιερ στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων και στον Αντώνη Πολυχρονάκη.

-Κύριε καθηγητά, ποια ήταν η πρώτη σας αντίδραση για την απονομή του βραβείου «Διδώ Σωτηρίου» από την Εταιρεία Συγγραφέων;

Μου έκανε εντύπωση και χάρηκα πολύ. Δεν μπορώ ακόμα να το συνειδητοποιήσω. Ήταν μια πολύ ευχάριστη έκπληξη και είναι μεγάλη μου τιμή.

-Με τα ελληνικά πότε ασχοληθήκατε;

Όταν ήμουν 15 χρόνων ο παππούς και ο πατέρας μου οι οποίοι είχαν κλασική μόρφωση επέμεναν αλλά το ήθελα και εγώ πολύ. Κοιτάξτε τις συμπτώσεις της ζωής: Σπούδαζα κλασσική φιλολογία στο Αμβούργο και στο τρίτο εξάμηνο, γνώρισα τον λέκτορα Νέων Ελληνικών Σταμάτη Καρατζά, ο οποίος με παρεκίνησε να σπουδάσω στην Ελλάδα. Πήγα με υποτροφία στην Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) όπου είχα τους καλύτερους δασκάλους τον Νικόλαο Πολίτη, τον Εμμανουήλ Κριαρά.

Και στη συνέχεια;

Από τη στιγμή που κατάλαβα ότι το να σπουδάζεις αρχαία αποκομμένα από τα νέα ελληνικά είναι λάθος μεταβλήθηκα από φιλέλληνα σε φιλορωμιό. Γύρισα εντελώς αλλαγμένος στην Γερμανία. Δίδαξα στο Γυμνάσιο αρχαία ελληνικά και λατινικά και έκανα και την διατριβή μου στο Μόναχο. Έγινα λέκτορας Νέων Ελληνικών στο πανεπιστήμιο της Κολωνίας και έκανα την υφηγεσία μου στα μεσαιωνικά και νέα ελληνικά. Είμαι ένας γλωσσολογίζων φιλόλογος και φιλολογίζων γλωσσολόγος. Επικεντρώθηκα στην βυζαντινή και μεταβυζαντινή δημώδη λογοτεχνία του 12ου-17ου αιώνα και την εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας από την μετακλασική «Κοινή» ως σήμερα και έγραψα το βιβλίο «Από τη Ραψωδία στο Rap. – Όψεις της ιστορίας της ελληνικής γλώσσας από τον Όμηρο έως σήμερα» (Εκδόσεις Παπαδήμα).

Πέστε μας γι αυτό…

H πλατωνική ενότητα λόγου, μέλους και ρυθμού διασώθηκε όλο το μεσαίωνα και συνεχίζεται σήμερα στην εκκλησία. Το Ευαγγέλιο αναγιγνώσκεται με τον ρυθμό του πεζού λόγου. Ο ραψωδός της αρχαιότητας συνενώνει τον λόγο, το μέλος και τον ρυθμό κάτι που επιβίωσε στην μεσαιωνική ποίηση και φτάνει μέχρι τους σημερινούς Έλληνες. Γι αυτό και μόλις πιουν το τσιπουράκι τους αρχίζουν να τραγουδάνε και να χορεύουν. Η μουσική και τα τραγούδια του ραπ δεν απέχουν πολύ από αυτόν τον τρόπο έκφρασης. Αλλά και τα πεζά λογοτεχνικά κείμενα στα ελληνικά είναι δομημένα ρυθμικά.

Γράψατε και το βιβλίο «Τα ελληνικά δεν είναι και τόσο δύσκολο να τα μάθει κανείς». Γιατί;

Διότι δεν είχαμε βιβλία για την διδασκαλία της νεοελληνικής. Το 50% της δεύτερης γενιάς των φοιτητών μου ήταν παιδιά Ελλήνων μεταναστών. Ήταν η μέθοδος για να τα μάθουν αυτά, και οι Γερμανοί. Επέμενα -πάλι γυρίζουμε στο ραπ-, στο τραγούδι. Έπρεπε να μάθουν και τραγούδια όχι μόνο τη γλώσσα. Εγώ πάντα βέβαια λέω ότι δεν υπάρχουν εύκολες και δύσκολες γλώσσες, όμως τα γερμανικά είναι πιο κοντά στα ελληνικά λ.χ. από τα λατινικά. Υπάρχουν περισσότερες συγγένειες. Το μάθημα της αρχαίας γλώσσας θα έπρεπε επίσης να διδάσκετε μετά μουσικής. Αυτό το λάθος το έκαναν όλοι οι κλασικοί φιλόλογοι.

Επικεντρώσατε και στις μελέτες των νεοελληνικών από Γερμανούς Ουμανιστές του 16ου έως 18ου αιώνα). Τι διαπιστώσατε;

Ότι οι σημερινοί Έλληνες έχουν σχέση με τους αρχαίους όχι μόνο θεωρητικά. Ότι διατηρούν ακόμα την παράδοση της πλατωνικής ενότητας λόγος, μέλος και ρυθμός.

Υπήρξατε συνιδρυτής με τη σύζυγο σας Νίκη Αϊντενάιερ-Αναστασιάδη του εκδοτικού οίκου «Romiosini» για την διάδοση της Ελληνικής Λογοτεχνίας. Πότε και γιατί ιδρύθηκε;

To 1974. Μετά την χούντα, όλη Ευρώπη αγκάλιασε την Ελλάδα και υπήρχε ανάγκη διότι υπήρξε ένα τεράστιο ενδιαφέρον. Στους Γερμανούς ήτανε τελείως άγνωστο ότι τα ελληνικά που μιλούσαν οι Έλληνες μετανάστες ήταν συνέχεια των αρχαίων ελληνικών. Επειδή ζούσαμε στην Γερμανία ξέραμε να προωθήσουμε τον ελληνικό πολιτισμό. Βοήθησε και η αντιστασιακή μας στάση επί δικτατορίας. Είχαμε ξαφνικά ως και 80 φοιτητές. Είχαμε φοιτητές -και η Νίκη και εγώ- που έκαναν μεταφράσεις και έπρεπε να τις αξιοποιήσουμε. Ένα βράδυ σε μια ταβέρνα που λεγόταν «Ρωμιοσύνη» το αποφασίσαμε, αλλά χρειαζόμασταν χρήματα. Διέθεσα λοιπόν την περιουσία του πατέρα μου, αφού εμείς είχαμε το μισθό μας και τα παιδιά μας είχαν μεγαλώσει. Δεν στερηθήκαμε κάτι, δεν επιθυμούσα ένα ακριβό αυτοκίνητο, κράτησα το παλιό και τα χρήματά του πήγαν εκεί.

Πόσα βιβλία εκδόθηκαν;

Περίπου 180, αλλά δεν είναι όλα μεταφράσεις. Το 2014 ανέλαβε τον εκδοτικό οίκο το «Κέντρο Νέου Ελληνισμού» (CeMoG) του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Βερολίνου, με χρηματοδότηση του Ιδρύματος Νιάρχος, αλλά τώρα δεν τυπώνονται πια βιβλία, είναι προσβάσιμα διαδικτυακά. Το δικό μας χρέος ολοκληρώθηκε και οι δυνάμεις μας δεν ήταν πλέον οι ίδιες όπως παλαιότερα. Η Νίκη όμως, είναι πια εθνικό μνημείο διότι γεννήθηκε στις 28 Οκτωβρίου 1940, εγώ την λέω «ενσωματωμένο ΟΧΙ»…

Δεν υπήρχε ανάλογη πρωτοβουλία πριν;

Υπήρχαν μόνο αποσπασματικές μεταφράσεις λ.χ. μια μετάφραση του Σεφέρη, αλλά από τα αγγλικά. Δεν υπήρχαν νεοελληνιστές. Κάλεσα τα παιδιά των μεταναστών να βαδίσουν στα ίχνη των πατέρων τους. Δύο φοιτήτριές μου κατέχουν σήμερα έδρες νεοελληνικής φιλολογίας στο πανεπιστήμιο. Εγώ μετέφρασα Ελύτη μάλιστα με ρυθμό. Ακούγαμε μελοποιημένα ποιήματα με δική μου μετάφραση στα γερμανικά. Τα «Ρω του έρωτα» τα μετέφρασα με αυτό τον τρόπο. Ήτανε η πιο δύσκολη μετάφραση, γιατί έπρεπε να βρεις τον ρυθμό. Για να ακούγεται καλά το τραγούδι πρέπει να έχεις τον ίδιο αριθμό συλλαβών.

Έχετε μεταφράσει και βυζαντινά έμμετρα δημώδη έως τον Ερωτόκριτο. Δεν παρουσιάζουν μεγάλες δυσκολίες και τέτοιες μεταφράσεις;

Η δημώδης λογοτεχνία έχει μόνο ένα μέτρο, τον δεκαπεντασύλλαβο που μπορούμε να τον αναπαράγουμε και στα γερμανικά. Ο γερμανικός δεκαπεντασύλλαβος είναι εξίσου διαδεδομένος στη Γερμανία όσο και στην Ελλάδα. Το χριστουγεννιάτικο «Έλατο» για παράδειγμα είναι γραμμένο σε κλασσικό δεκαπεντασύλλαβο, επομένως, κανένας Γερμανός δεν νιώθει το έργο σαν κάτι ξένο, αν το μεταφράσεις έτσι. Για τον Ερωτόκριτο συγκεκριμένα χρειάστηκα τρία καλοκαίρια στο σπίτι μας στη Χαλκιδική. Με τον δεκαπεντασύλλαβο δεν είναι τόσο δύσκολο.

Υπήρξατε ιδρυτής και πρόεδρος της Πολιτιστικής Ομάδας Πρωτοβουλίας (ΠΟΠ) για τη διάδοση του Ελληνικού Πολιτισμού στη Γερμανία πάνω από 20 χρόνια. Μπορείτε να κάνετε έναν απολογισμό; Υπάρχει σήμερα η σύγχρονη Ελλάδα στον πολιτιστικό χάρτη της Γερμανίας ή παραμένει -παρά τις προσπάθειές σας- εν πολλοίς άγνωστη, μια terra incognita και η Ελλάδα εξακολουθεί να συνδέεται κυρίως με την αρχαία;

Η δεκαετία του ΄80 ήταν η καλύτερη, μετά έπεσε το ενδιαφέρον. Όταν πήρα την έδρα Βυζαντινών Σπουδών και Νεοελληνικής Φιλολογίας στο πανεπιστήμιο του Αμβούργου το 1994, αναρωτήθηκα γιατί δεν έχω τόσους φοιτητές όπως στην Κολωνία. Μήπως επειδή γέρασα; Μήπως φταίω εγώ; Συνειδητοποίησα όμως, ότι η σύνδεση των πανεπιστημιακών παραδόσεων με την καθιερωμένη εβδομαδιαία συνάντηση όπου συζητούσαμε και τραγουδούσαμε, ήταν καθοριστική. Υπήρχε μια προσωπική σχέση, οι φοιτητές μου δεν γνώριζαν μόνο το μάθημα, αλλά και την Ελλάδα του σήμερα. Η πρόσφατη οικονομική κρίση δεν επηρέασε το ενδιαφέρον, αντιθέτως αυξήθηκε. Οι προσπάθειες συνεχίζονται και εντείνονται. Αυτό ακριβώς κάνει το Cemog. Υπάρχουν στατιστικές ότι τα βιβλία νεοελληνικής λογοτεχνίας διαβάζονται διαδικτυακά από 20 και πλέον χιλιάδες.

Ανήκετε στην τελευταία γενιά των μεγάλων Γερμανών ελληνιστών. Τι μέλλον έχουν τα ελληνικά στην Γερμανία;

Αυτό το ρυθμίζει η ζωή. Οι έδρες Νεοελληνικών στο Μόναχο και στο Αμβούργο στην Γερμανία δεν έχουν φοιτητές και δεν ανανεώνεται η θέση. Η έδρα μου στην Κολωνία έχει υποβαθμιστεί σε θέση έκτακτου καθηγητή. Οι Έλληνες της τρίτης γενιάς δεν ξέρουν καλά ελληνικά και δεν επαρκούν για να σπουδάσουν. Επίσης, οι «μικρές» γλώσσες όπως είναι πια και τα γερμανικά, περιορίζονται, διεθνώς αφού επικοινωνούμε στα αγγλικά. Όταν ήμουν φοιτητής στη Θεσσαλονίκη κανένας συμφοιτητής μου δεν γνώριζε κάποια ξένη γλώσσα. Σήμερα δεν υπάρχει φοιτητής που δεν ξέρει αγγλικά.

-Δηλώνετε Έλληνας από επιλογή…

Ναι, και τονίζω πάντα ότι είμαι Έλληνας με την ισοκρατική έννοια. Μετέχω της ελληνικής παιδείας.

-Ο Μάρτιν Βάλζερ, ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Γερμανούς συγγραφείς, είχε πει κατά την διάρκεια της οικονομικής κρίσης ότι η Ελλάδα θα πρέπει να θεωρείται γνήσιο τμήμα της Ευρώπης, δήλωνε κατά της εξόδου της από την ευρωζώνη και ότι η Ελλάδα ανήκει την Ευρωπαϊκή Ένωση. Συμφωνείτε και αν ναι γιατί ;

Ναι, δεν άλλαξε τίποτε. Ο πολιτισμός της Ευρώπης βασίζεται στον ελληνικό, ο οποίος μετά την ιταλική Αναγέννηση αποτέλεσε μαζί με τον ρωμαϊκό τη βάση μας και παραμένει η βάση μας.

O Βάλζερ τόνισε επίσης σε άρθρο του στην FAZ την σχέση της γερμανικής λογοτεχνίας και γλώσσας με τα ελληνικά.

Μα αυτό το είπε πρώτος ο Γκαίτε! Χωρίς αρχαία ελληνικά δεν θα υπήρχε ο Γκαίτε. Ο Μέγας Φρειδερίκος τα έκανε υποχρεωτικά στην Πρωσία. Γιατί εισήχθησαν τότε τα ελληνικά; Για να μάθουν οι μαθητές την γλώσσα αλλά και το ήθος της αρχαίας παιδείας. Και έτσι υπάρχει αυτή η σχέση ανά τους αιώνες. Τόσο ο Γκαίτε όσο και ο Σίλερ ήξεραν άριστα ελληνικά, ο Βιλαμόβιτς φον Μέλεντορφ, ο Πάπας της αρχαίας ελληνικής ήξερε τον Όμηρο απ’έξω αλλά και τον Πλάτωνα και όλους τους φιλοσόφους. Οι ελληνικές λέξεις εισέρχονταν επίσης στον ευρωπαϊκό πολιτισμό από τον 16ο -17ο αιώνα. Αυτό οφείλεται και στον Λούθηρο διότι μετέφρασε την Καινή Διαθήκη από τα ελληνικά και επομένως, οι προτεστάντες κληρικοί έπρεπε να τα μάθουν και αυτοί, δηλαδή το επίπεδο της κλασσικής ελληνικής μόρφωσης ήταν πολύ υψηλό. Ο Γιώργος Χατζιδάκις, ο προ-προ Μπαμπινιώτης, πρόλαβε τον Βιλαμόβιτς, αλλά μιλούσαν γερμανικά, αφού δεν έμαθε ποτέ νέα ελληνικά διότι αισθανόταν πολύ σίγουρος με τα αρχαία.

Α.Π.

Share this post