Αυτοκρατορική ύβρις, ερεβώδης νέμεσις

Αυτοκρατορική ύβρις, ερεβώδης νέμεσις

Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου*

Το ημερολόγιο έγραφε Τρίτη 13 Νοεμβρίου 2001, όταν οι δυνάμεις της υποστηριζόμενης από τις ΗΠΑ Βόρειας Συμμαχίας έμπαιναν στην Καμπούλ υπό τους ήχους του «Μαουτχάουζεν», του Μίκη Θεοδωράκη, έχοντας εξοστρακίσει τους Ταλιμπάν. Η αμερικανική υπερδύναμη είχε απαντήσει ταχύτατα και συντριπτικά στις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου που εξαπέλυσε η Αλ Κάιντα, με τον αρχηγό της Οσάμα μπιν Λάντεν, πρώην σύμμαχο των Αμερικανών στην αντισοβιετική τζιχάντ, να απολαμβάνει ασυλία στο Αφγανιστάν. Ενάμιση χρόνο αργότερα, θα ακολουθούσε το «Σοκ και δέος» στο Ιράκ. Οι περισσότεροι δυτικοί πολιτικοί, αναλυτές και δημοσιογράφοι υποκλίνονταν μπροστά στην επίδειξη αμερικανικής ισχύος. Το σχέδιο των νεοσυντηρητικών στην κυβέρνηση του υιού Μπους για έναν Νέο Αμερικανικό Αιώνα μέσω του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας» φαινόταν, στα μάτια πάρα πολλών, να δικαιώνεται.

Σε λίγες ημέρες η Νέα Υόρκη θα τιμά την εικοστή επέτειο της 11ης Σεπτεμβρίου, ενώ στην Καμπούλ θα κυματίζει το άσπρο λάβαρο των Ταλιμπάν με τη μαύρη επιγραφή του Ισλάμ. Ο πιο μακρύς πόλεμος στην ιστορία της Αμερικής τέλειωσε, την Κυριακή 15 Αυγούστου, με τον πιο ταπεινωτικό τρόπο. Οι χαώδεις σκηνές στο αεροδρόμιο της Καμπούλ, με αλλόφρονες Αφγανούς να συνθλίβονται από τους τροχούς αμερικανικών μεταγωγικών αεροπλάνων καθώς προσπαθούσαν να γαντζωθούν από αυτά, θα περάσουν στην Ιστορία για να συμβολίζουν το «όνειδος της Δύσης», όπως το χαρακτήρισε ο Γερμανός πρόεδρος Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ. Η αυτοκρατορική ύβρις των νεοσυντηρητικών του Μπους προκάλεσε, είκοσι χρόνια μετά, τη νέμεσι στο πρόσωπο των σκοταδιστών ισλαμιστών. Αλλωστε, η Νέμεσις της μυθολογίας μας θυγατέρα της Νύχτας και του Ερέβους είναι.

Ο Τζο Μπάιντεν

Επεσε στον Τζο Μπάιντεν ο κλήρος να πληρώσει το βαρύ πολιτικό τίμημα για το επονείδιστο τέλος ενός πολέμου που διαχειρίστηκαν τέσσερις Αμερικανοί πρόεδροι, δύο από κάθε κόμμα. Είναι αλήθεια ότι η κυβέρνησή του πιάστηκε στον ύπνο με την αστραπιαία επέλαση των Ταλιμπάν, οι οποίοι κατέλαβαν όλα τα αστικά κέντρα μέσα σε μία μόνο εβδομάδα, με αποτέλεσμα αντί για μια συντεταγμένη αποχώρηση να προκύψουν σκηνές που θύμιζαν Σαϊγκόν του 1975. Σαν να μην έφταναν αυτά, ήρθε το ανεκδιήγητο διάγγελμα του Μπάιντεν την περασμένη Δευτέρα. Ο άνθρωπος που εμφανιζόταν ως ο πιο έμπειρος πρόεδρος στη διεθνή πολιτική μετά τον Αϊζενχάουερ και είχε οικοδομήσει, με βάση και τα οικογενειακά του δράματα, το προφίλ του γεμάτου ενσυναίσθηση ηγέτη, εμφανίστηκε ως ένας πείσμων γέρος, που ενώ ο κόσμος καίγεται, εκείνος δεν έχει άλλο μέλημα παρά να αποδείξει, κάποτε με χολερική διάθεση, ότι είχε 100% δίκιο.

Ωστόσο ο Αμερικανός πρόεδρος έχει δίκιο όταν λέει ότι ο πόλεμος ήταν ούτως ή άλλως χαμένος, τι ένα μήνα πριν, τι ένα μήνα αργότερα, και ότι η αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων –κάτι που επιδίωξαν και ο Ομπάμα και ο Τραμπ– ήταν μονόδρομος. Το αμερικανικό σχέδιο ήταν θνησιγενές από την πρώτη στιγμή. Αν οι βομβαρδισμοί κατά των Ταλιμπάν μπορούσαν να νομιμοποιηθούν λόγω 11ης Σεπτεμβρίου, γεγονός είναι ότι ο Μπιν Λάντεν είχε καταφύγει από τις 16 Νοεμβρίου του 2001 στο Πακιστάν, όπου και εξοντώθηκε δέκα χρόνια αργότερα από τους Αμερικανούς. Οι Ταλιμπάν είχαν ηττηθεί καθολικά από τον Δεκέμβριο του 2001 και οι επιβιώσαντες ηγέτες τους κρύβονταν στις σπηλιές της Τόρα Μπόρα. Επομένως, δεν υπήρχε καμία βάση νομιμοποίησης στην απόφαση της κυβέρνησης Μπους να στείλει, το 2002, στο Αφγανιστάν μεγάλο όγκο Αμερικανών στρατιωτών, που λειτουργούσαν ως στρατός κατοχής, προστάτες διεφθαρμένων κυβερνήσεων και χάριζαν στους Ταλιμπάν το φωτοστέφανο των μαχητών για εθνική απελευθέρωση.

 

Η επόμενη ημέρα διαγράφεται τραγικά δύσκολη, πρώτα απ’ όλα για τους ίδιους τους Αφγανούς. Οι νέοι άρχοντες της Καμπούλ πασχίζουν να πείσουν ότι έχουν αλλάξει, ότι δεν θα επαναφέρουν τον ζόφο της δεκαετίας του ’90 σε ό,τι αφορά τη μεταχείριση των γυναικών, τις σχέσεις με την τρομοκρατία και σειρά άλλων θεμάτων. Ο βασικός λόγος είναι ότι δεν θέλουν να ξαναγίνουν παρίας της διεθνούς κοινότητας, καθώς καλούνται να κυβερνήσουν μία από τις πιο φτωχές χώρες του κόσμου, όπου το 75% του προϋπολογισμού καλύπτεται από τη διεθνή βοήθεια. Μάλιστα, από την πρώτη στιγμή έκλεισαν το μάτι στους Αμερικανούς, διαβεβαιώνοντας ότι είναι υπέρ του αγωγού φυσικού αερίου ΤΑΡΙ (Τουρκμενιστάν – Αφγανιστάν – Πακιστάν – Ινδία), ο οποίος, αν χτιστεί, θα είναι εις βάρος της επιρροής της Ρωσίας, του Ιράν και της Κίνας. Ωστόσο ο κίνδυνος ενός νέου εμφυλίου που θα μετατρέψει το Αφγανιστάν σε γεωπολιτική μαύρη τρύπα της Ευρασίας είναι ήδη ορατός, με τις πρώτες αιματηρές διαδηλώσεις σε τρεις πόλεις και τη συγκέντρωση στρατευμάτων αντιπάλων τους στη δυσπρόσιτη κοιλάδα Παντσίρ, ιστορικό οχυρό της Βόρειας Συμμαχίας.

Το Πακιστάν

Σε περιφερειακό επίπεδο, το Πακιστάν είναι ο μεγάλος κερδισμένος, καθώς οι σύμμαχοι Ταλιμπάν του προσφέρουν το ποθητό «στρατηγικό βάθος» στη σύγκρουση με την Ινδία για το Κασμίρ. Το ενδεχόμενο όμως να αποκτήσουν νέα ορμή οι Πακιστανοί Ταλιμπάν (αιμοσταγής τρομοκρατική οργάνωση, που δεν έχει οργανικούς δεσμούς με τους Αφγανούς συνονόματους) απασχολεί σοβαρά το Ισλαμαμπάντ. Κίνα και Ρωσία ασφαλώς χαίρονται για το οδυνηρό πλήγμα που δέχτηκε η Αμερική, αλλά έχουν λόγους να ανησυχούν για το ενδεχόμενο να ενισχυθούν ισλαμικά κινήματα στο Ξινγιάνγκ, στο Ουζμπεκιστάν, στο Τατζικιστάν ή ακόμη και στον Καύκασο. Ιράν και Τουρκία θα διεκδικήσουν μερίδιο επιρροής στο Αφγανιστάν, όμως θα δοκιμαστούν από το νέο μεταναστευτικό κύμα, το οποίο αργά ή γρήγορα θα φτάσει και στην Ευρώπη, προκαλώντας πολιτικές παρενέργειες – ενδεχομένως και στην κρίσιμη αναμέτρηση Μακρόν – Λεπέν, την ερχόμενη άνοιξη.

Οσο για τη μεγάλη εικόνα της διεθνούς πολιτικής, οι κατεξοχήν χαμένοι είναι η ισχύς και η ενότητα της Δύσης. Το ΝΑΤΟ βγαίνει συντετριμμένο από τον μοναδικό πόλεμο, με συμμετοχή χερσαίων δυνάμεων, όπου δοκιμάστηκε. Ολοι οι σύμμαχοι της Αμερικής, από την Ταϊπέι και τη Σεούλ μέχρι το Βερολίνο και το Λονδίνο, αναρωτιούνται αν έχουν οποιαδήποτε αξία χρήσης οι δεσμεύσεις της Ουάσιγκτον. Με την απόσυρσή της από το Αφγανιστάν και τη Μέση Ανατολή, η Αμερική ασφαλώς θα συγκεντρώσει περισσότερη ισχύ στα στρατηγικά μέτωπα που την ενδιαφέρουν, κυρίως απέναντι στην Κίνα και στη Ρωσία. Αλλά οι φυγόκεντρες τάσεις στο δυτικό στρατόπεδο θα ενταθούν, καθώς οι ίδιοι οι Αμερικανοί είναι σαν να λένε σε όλο τον κόσμο «καθένας για τον εαυτό του, και τον τελευταίο ας τον πάρει ο διάβολος»

*Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους/  ΠΗΓΗ: Εφημερίδα “Καθημερινή” Αθηνών

Share this post