Αποσύρθηκε το νομοσχέδιο για κρατικέ ς εγγυήσεις

Αποσύρθηκε το νομοσχέδιο για κρατικέ ς εγγυήσεις

*Πυρ ομαδόν κατά της κυβέρνησης από την αντιπολίτευση

ολιτικές και μέτρα  για στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, θέσεων εργασίας και της ευρύτερης επιχειρηματικής κοινότητας, ετοιμάζει η κυβέρνηση.

*Ανησυχία από ΟΕΒ. Η ευθύνη στην Βουλή , λέει το ΚΕΒΕ

Την απόσυρση του Νομοσχεδίου περί στήριξης των επιχειρήσεων και αυτοτελώς εργαζομένων, σύμφωνα με το προσωρινό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης, με σκοπό να στηριχθεί η οικονομία κατά τη διάρκεια της τρέχουσας έξαρσης της νόσου COVID 19, αποφάσισε  το Υπουργικό Συμβούλιο.
Ο υπουργός Οικονομικών, Κωνσταντίνος Πετρίδης, πριν ακόμη λήξει η συνεδρίαση του Υπουργικού, ανακοίνωσε την απόφαση, δηλώνοντας ότι «από την 1η μέρα κατάθεσης του Νομοσχεδίου η Κυβέρνηση είχε επιδείξει καλή διάθεση για εξεύρεση συναινέσεων προς ψήφιση του Νομοσχεδίου».
Αναφέρθηκε σε σειρά προτάσεων των κομμάτων που δέχτηκε η Κυβέρνηση «για χάρη της συναίνεσης», είπε όμως ότι παρά την προσπάθεια παραμένουν ακόμα σημαντικές διαφορές, ενώ προκύπτουν συνεχώς νέες τροπολογίες «που είτε αλλοιώνουν τη φιλοσοφία του σχεδίου, είτε βρίσκονται καθαρά εκτός του ευρωπαϊκού πλαισίου στήριξης, το οποίο μας παρέχει αυτή τη δυνατότητα για να καταρτίσουμε τέτοια σχέδια».
Ο υπουργός διαβεβαίωσε ότι οι διαφωνίες είναι πλήρως σεβαστές, ακόμα και σε ό,τι αφορά τη φιλοσοφία τους σχεδίου, «αλλά δυστυχώς οι τροπολογίες οι οποίες προτείνονται καθιστούν το σχέδιο μη υλοποιήσιμο και μη εφαρμόσιμο»,  σημείωσε.

Ανέφερε ακόμη ότι το σχέδιο, που αφορά τη χρήση ενός απλού χρηματοοικονομικού εργαλείου προς όφελος της οικονομίας «έχει αναδειχθεί σε θέμα πολιτικής αντιπαράθεσης, η οποία είναι ιδιαίτερα επιζήμια για τον τόπο και την οικονομία σε αυτή την πολύ δύσκολη περίοδο».
Ο Κωνσταντίνος Πετρίδης διαβεβαίωσε τους εργαζόμενους, τους μικρομεσαίους και τον ευρύτερο επιχειρηματικό κόσμο ότι «η Κυβέρνηση θα συνεχίσει να τους στηρίζει με όλα τα διαθέσιμα μέσα, ούτως ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την κρίση». Είπε ακόμη ότι η Κυβέρνηση την επόμενη εβδομάδα θα ανακοινώσει πολιτικές και μέτρα, πάλι εντός ενός ολοκληρωμένου πλαισίου, προς στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, των θέσεων εργασίας και της ευρύτερης επιχειρηματικής κοινότητας.
Στις δηλώσεις του ο υπουργός αναφέρθηκε σε σειρά προτάσεων των κομμάτων που έγιναν αποδεκτές από την Κυβέρνηση. Συγκεκριμένα, είπε ότι έγινε αποδεκτή η μείωση του συνολικού ποσού έκδοσης των εγγυήσεων, από €2 δισ. σε €1 δισ., παρά το γεγονός, όπως είπε, ότι αυτό αποστερεί μια στήριξη μεγαλύτερη στην αγορά.
Παράλληλα, συνέχισε ο ΥΠΟΙΚ, αφαιρέσαμε από το σκέλος των εγγυήσεων το μέρος το οποίο αφορά εγγύηση των επιτοκίων.
Ακόμη, είπε ότι καθορίστηκε ποσό €300 εκ. ως εγγυήσεις για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις και αυτοτελώς εργαζόμενους, δηλαδή αυτούς που εργοδοτούν κάτω από δέκα άτομα. Αυτή η πρόνοια εισάχθηκε κατόπιν αξιώσεων των κομμάτων στον νόμο και όχι μόνο στο διάταγμα, συμπλήρωσε.
Ανέφερε επίσης ότι έγινε ανακατανομή όλου του ποσού που αφορά τις εγγυήσεις και τέθηκε και ανώτατο όριο €200 εκ. για τις μεγάλες επιχειρήσεις, παρά το γεγονός ότι απασχολούν το μεγαλύτερο μέρος των εργοδοτουμένων.
«Εισάξαμε στον νόμο την πρόνοια για το ύψος των εγγυήσεων αντί στο διάταγμα, με το ποσοστό κάλυψης 70%-30%. Αυξήσαμε την κρατική εγγύηση για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις και αυτοτελώς εργαζόμενους από το 70% στο 85%. Αυτή η πρόνοια επίσης καθορίστηκε στον νόμο», συνέχισε ο υπουργός.
Περαιτέρω, είπε ότι εισήχθη στο διάταγμα όρος, όπως οι επιχειρήσεις που θα συμμετέχουν στο σχέδιο κρατικών εγγυήσεων προσκομίζουν βεβαίωση για διευθετημένες οφειλές τους ή οφειλές σε ρύθμιση, καθώς και των υποχρεώσεών τους προς την Κυπριακή Δημοκρατία, δηλαδή στον Έφορο Φορολογίας ή στις Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Ακόμη είπε ότι εισήχθη στον νόμο πρόνοια όπως κάθε τρεις μήνες γίνεται ενημέρωση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών για την εφαρμογή του νόμου και για αντίστοιχο κοινοβουλευτικό έλεγχο.
Ακόμη είπε ότι μειώθηκε στο διάταγμα το ύψος του δανείου που αφορά το μισθολογικό κόστος, από διπλάσιο μισθολογικό κόστος που ήταν το ανώτατο όριο για ύψος του δανείου, στο ετήσιο μισθολογικό κόστος. «Και με αυτή τη πρόνοια η Κυβέρνηση είχε επιφυλάξεις γιατί αποστερείται ουσιαστικά το ύψος του δανείου από επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν αρκετό προσωπικό. Το δεχτήκαμε όμως για χάρη της συναίνεσης», συνέχισε ο κ. Πετρίδης.
Επίσης,  αναφέρθηκε  και στην πρόνοια που εισήχθη στο νόμο, βάσει της οποίας οι επιχειρήσεις και οι αυτοτελώς εργαζόμενοι υποχρεούνται όπως υποθηκεύουν ως εξασφάλιση του δανείου οποιαδήποτε άλλη μη υποθηκευμένη ακίνητη περιουσία ή άλλα περιουσιακά στοιχεία που διαθέτουν και ότι η παραχώρηση μη εξασφαλισμένων δανείων είναι δυνατή μόνο στις περιπτώσεις όπου οι αυτοτελώς εργαζόμενοι και οι επιχειρήσεις δεν διαθέτουν μη υποθηκευμένη ακίνητη περιουσία ή άλλα αποδεικτικά περιουσιακά στοιχεία για πλήρη εξασφάλιση των νέων δανείων. «Και εδώ η Κυβέρνηση ήθελε να ήταν πιο ευέλικτη γιατί υπάρχουν βιώσιμες επιχειρήσεις, οι οποίες ενδεχομένως αδυνατούν να εξασφαλίσουν νέα εξασφάλιση ή να μην έχουν άλλη περιουσία, αλλά για χάρη της συναίνεσης το αποδεχτήκαμε», συμπλήρωσε.
Ακόμη ανέφερε ότι η Κυβέρνηση αποδέχτηκε την επιβολή κυρώσεων, ενώ προστέθηκε στο νόμο ότι εκτός από τα πιστωτικά ιδρύματα, αυτό θα αφορά και τους δικαιούχους των δανείων και της εφάπαξ κρατικής στήριξης.
«Αντιλαμβάνεστε ότι αυτές είναι μόνο κάποιες από τις αλλαγές οι οποίες έγιναν όλο αυτό διάστημα, ούτως ώστε να καταφέρουμε να βρούμε εκείνη την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, τη συναίνεση η οποία χρειαζόταν για να στηριχθεί το νομοσχέδιο», κατέληξε ο υπουργός.

Σχέδιο Β’
Στην επιδότηση των επιτοκίων φαίνεται να κατευθύνεται , σύμφωνα με πληροφορίες, το Υπουργείο Οικονομικών έναντι του νομοσχεδίου που απέσυρε  ο υπουργός Οικονομικών και δεν είναι άλλο από αυτό των κρατικών εγγυήσεων, το οποίο όμως αποτελεί μόνο μία πτυχή του νέου σχεδιασμού.
Αν και ακόμα το ποσοστό το οποίο θα επιχορηγείται από το κάθε ένα δάνειο που θα δίδεται για ρευστότητα δεν είναι γνωστό, θα κυμαίνεται γύρω στο 1%.
Η επιχορήγηση θα αφορά και νέα και παλαιά δάνεια, με κύριο σκοπό να μην γίνουν Μη Εξυπηρετούμενα και δεν είναι νομοσχέδιο που θα χρειαστεί να περάσει από τη Βουλή.

Το «Σχέδιο B», που θα οριστικοποιηθεί εντός της εβδομάδας και θα ανακοινωθεί την επομένη.
Υπενθυμίζεται πως στο αρχικό νομοσχέδιο της 26ης Μαρτίου για παραχώρηση Κυβερνητικών Εγγυήσεων συνολικού ποσού μέχρι δύο δισεκατομμυρίων ευρώ και όχι το ανανεωμένο με τις εγγυήσεις ύψους 1,5 δισ. ευρώ, υπήρχε επίσης πρόνοια για επιδότηση μέρους του επιτοκίου σε φυσικά πρόσωπα, αυτοτελώς εργαζομένους και επιχειρήσεις ύψους 250 εκατομμυρίων ευρώ.

Έντονες οι αντιδράσεις των κομμάτων, με εξαίρεση τον ΔΗΣΥ,  στις εξελίξεις  αναφορικά  με το νομοσχέδιο για τις κρατικές εγγυήσεις. Μετά την ανακοίνωση για απόσυρση του σχετικού νομοσχεδίου εκ μέρους της κυβέρνησης, τα κόμματα  σε ανακοινώσεις εκφράζουν  ερωτήματα,  επικρίνοντας την κυβέρνηση για την στάση της. 
ΑΚΕΛ: Αλλεργία κυβέρνησης στον έλεγχο και στη διαφάνεια
Ο εκπρόσωπος τύπου του ΑΚΕΛ Στέφανος Στεφάνου δήλωσε  ότι είναι δικαίωμα της κυβέρνησης να αποσύρει το νομοσχέδιο για τις κρατικές εγγυήσεις, ωστόσο σημείωσε ότι είναι «απαράδεκτο να κατηγορεί την κοινοβουλευτική πλειοψηφία επειδή διαφωνεί μαζί της. Είναι έκφραση αυταρχισμού και ετσιθελισμού η κυβέρνηση να θεωρεί ότι όλοι είναι λάθος και ότι μόνο αυτή είναι σωστή» σημείωσε.

ΔΗΚΟ: Αλαζονεία της εξουσίας και εκβιαστικές τακτικές
Για αλαζονεία της εξουσίας και εκβιαστικές τακτικές κατηγορεί την κυβέρνηση το ΔΗΚΟ υποστηρίζοντας ότι «η συμπεριφορά της κυβέρνησης ΔΗΣΥ, την καθιστά αποκλειστικά υπεύθυνη για την καθυστέρηση στη διοχέτευση ρευστότητας στην κυπριακή οικονομία και για την πορεία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των εργαζομένων».
Σε δήλωσή της η αναπληρώτρια πρόεδρος του κόμματος Χριστιάνα Ερωτοκρίτου, αναφέρει ότι η απόσυρση του νομοσχεδίου «λίγα εικοσιτετράωρα πριν αυτό τεθεί προς ψήφιση εξαιτίας, ουσιαστικά, της άρνησης της κυβέρνησης του ΔΗΣΥ ν’ αποδεχτεί αυτονόητες διαδικασίες διαφάνειας και ελέγχου, αποδεικνύει την αλαζονεία της εξουσίας που διακατέχει τους κυβερνώντες».

 


Η κ. Ερωτοκρίτου εκφράζει ερωτήματα όπως «γιατί η κυβέρνηση αρνείται τον έλεγχο και τη διαφάνεια, τι είναι αυτό που φοβάται τόσο ώστε να αποσύρει ολόκληρο το νομοσχέδιο αφήνοντας την αγορά χωρίς την απαραίτητη ρευστότητα και εάν υπάρχουν και ποιες σκοπιμότητες πίσω από την ακατανόητη και επίμονη άρνηση της.
Χαρακτηρίζει απαράδεκτο τον απαξιωτικό, όπως αναφέρεται, τρόπο «με τον οποίο η κυβέρνηση αντιμετωπίζει τη Βουλή των Αντιπροσώπων, η οποία έχει και λόγο και ρόλο», προσθέτοντας ότι «εκβιαστικές τακτικές τύπου “take it or leave it”, παιγνίδια επίρριψης ευθυνών και ανεδαφικές εμμονές, δεν έχουν θέση σε δημοκρατικές διαδικασίες».
Όπως σημειώνει, «το δημόσιο χρήμα δεν αποτελεί προνόμιο κανενός και η τελευταία που δικαιούται να φέρει ενστάσεις για ενίσχυση της διαφάνειας και της εποπτείας διαχείρισης του, είναι η κυβέρνηση της κατάρρευσης και χρεοκοπίας του Συνεργατισμού». Ταυτόχρονα σημειώνει ότι το ΔΗΚΟ επιμένει να προκρίνει και να επιζητεί τον έλεγχο και τη διαφάνεια, σε όποιο σχέδιο αφορά διαχείριση δημοσίου χρήματος.
Καμία διαβούλευση με ΕΔΕΚ
Σε ανακοίνωση της η ΕΔΕΚ ξεκαθαρίζει ότι παρά το γεγονός ότι το νομοσχέδιο με τις κρατικές εγγυήσεις έχει αποσυρθεί, δεν είναι αντίθετη με τον δανεισμό – παρόλο που θα προτιμούσε λιγότερο δανεισμό και περισσότερες κρατικές ενισχύσεις.
Παρόλα αυτά σημειώνεται ότι το κόμμα δήλωσε έτοιμο να ψηφίσει το νομοσχέδιο σε περίπτωση που υιοθετούνταν βασικές του προτάσεις με τις οποίες υπήρχε η εκτίμηση ότι θα βοηθηθούν οι αυτοτελώς εργαζόμενοι και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και θα περιορίζονταν οι αυθαιρεσίες και κίνδυνοι σε βάρος του τραπεζικού τομέα ενώ την ίδια θα προστατεύονταν οι πολίτες από το να καταβάλουν τις κρατικές εγγυήσεις.
Στην ανακοίνωση σημειώνεται ότι από πλευράς της κυβέρνησης δεν υπήρξε καμία απολύτως διαβούλευση με την ΕΔΕΚ, με το κόμμα να σημειώνει ότι «οι όποιες επικρίσεις ας απευθυνθούν σε αυτούς με τους οποίους γινόντουσαν όλες αυτές οι διαβουλεύσεις για να επιτευχθεί η απαιτούμενη κοινοβουλευτική πλειοψηφία».
Αλληλεγγύη: Εκδικητική και αυταρχική η απόσυρση νομοσχεδίου
Σύμφωνα με το Κίνημα Αλληλεγγύης, η κυβέρνηση εκδικητικά και με πρωτοφανή αυταρχισμό αποσύρει το νομοσχέδιο για τις κρατικές εγγυήσεις «με στόχο να οδηγήσει τον λαό σε απόγνωση και να προκαλέσει οργή και δυσαρέσκεια ανάμεσα στους φτωχοποιημένους πολίτες, ρίχνοντας την ευθύνη αποκλειστικά στη Βουλή και στα κόμματα της αντιπολίτευσης».
Σε ανακοίνωση του κόμματος αναφέρεται ότι είναι ξεκάθαρη η ενόχληση της κυβέρνησης στη λογική απαίτηση για ορθό και επαρκή έλεγχο στα σχετικά τραπεζικά δάνεια που θα προέλθουν από τις καταθέσεις του κύπριου πολίτη «που ανησυχεί γιατί δεν είναι η πρώτη φορά που η παρούσα κυβέρνηση τον εξαπατά και προσφέρει εκδουλεύσεις στους ψηφοφόρους της», σημειώνεται.
Συμμαχία: Προκύπτουν ερωτήματα
Η Συμμαχία Πολιτών διερωτάται με ανακοίνωση της, εάν ενόχλησε την κυβέρνηση η διαφάνεια και ο έλεγχος με αποτέλεσμα να αποσύρει το νομοσχέδιο για τα κρατικές εγγυήσεις.
Όπως σημειώνεται, προκύπτουν πολλά ερωτήματα από την απόσυρση τελικά, από πλευράς κυβέρνησης, του νομοσχεδίου που αφορούσε στις κρατικές εγγυήσεις για δάνεια μέσω τραπεζών.
Προστίθεται ότι η Συμμαχία Πολιτών με τις τροποποιήσεις που κατέθεσε, αποσκοπούσε σε δικαιότερη κατανομή του κόστους της κρίσης καθώς και σε περισσότερη διαφάνεια και έλεγχο των τραπεζών κατά τη διαδικασία παραχώρησης δανείων.
«Τι ήταν αυτό που ενόχλησε την κυβέρνηση και απέσυρε άρον – άρον το νομοσχέδιο, βαφτίζοντας το μάλιστα ως μη εφαρμόσιμο, ως απότοκο – δήθεν – των τροπολογιών των πολιτικών δυνάμεων; Η κυβέρνηση είχε αποκλείσει κάθε άλλη επιλογή πέραν των κρατικών εγγυήσεων και τώρα αποκλείει κάθε τροποποίηση επί του συγκεκριμένου νομοσχεδίου», προστίθεται στην ανακοίνωση της Συμμαχίας.
Σημειώνεται ότι ερωτήματα προκύπτουν και από την «επιμονή της κυβέρνησης να μην καταθέσει ως ξεχωριστό νομοσχέδιο την απευθείας χορηγία (έστω την ελάχιστη) στις μικρές / πολύ μικρές επιχειρήσεις και αυτοεργοδοτούμενους».
Οικολόγοι: Έρμαιο της κρίσης οι επιχειρήσεις
Σε ανακοίνωση των Οικολόγων εκφράζεται το ερώτημα εάν «μετά από δύο μήνες καθυστέρηση, αφού δεν πέρασε το σκανδαλώδες σχέδιο για πάρτι ημέτερων, η κυβέρνηση αφήνει αβοήθητη την οικονομία».
«Μπροστά στο ενδεχόμενο να υπάρχει μιας μορφής έλεγχος σε αυτή τη διαδικασία από την Ελεγκτική Υπηρεσία – που σύμφωνα με δήλωση του ίδιου του υπουργού Οικονομικών έχει ρίσκο για ζημιές εκατοντάδων εκατομμύριων ευρώ για το δημόσιο – η κυβέρνηση αποφάσισε να αφήσει τις επιχειρήσεις και τους αυτοεργοδοτούμενους έρμαιο στα νύχια της κρίσης λόγω κορωνοϊού», σημειώνεται.

Προστίθεται ότι ο πρόεδρος δεν κατάφερε κατά τη χθεσινή σύσκεψη να τεκμηριώσει ενώπιον των αρχηγών των κομμάτων γιατί θεωρεί κόκκινη γραμμή το θέμα του γενικού ελεγκτή.
Ταυτόχρονα, οι Οικολόγοι εκφράζουν την ελπίδα η κυβέρνηση να λάβει υπόψη τη συμφωνία Μακρόν – Μέρκελ για ένα ταμείο ανάκαμψης €500 δισ. από το οποίο τα κράτη θα επιχορηγήσουν απευθείας τις επιχειρήσεις, δηλώνοντας στη διάθεση της κυβέρνησης για υποβολή προτάσεων ώστε «να γίνει ορθολογιστικά – και οικολογικά – η απευθείας στήριξη των επιχειρήσεων».
Σε ανακοίνωση του ΕΛΑΜ αναφέρεται ότι η σημερινή απόσυρση του νομοσχεδίου από την κυβέρνηση, αναδεικνύει την προχειρότητα που επιδεικνύεται σε ένα τόσο σοβαρό ζήτημα. Σημειώνεται ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και οι αυτοτελώς εργαζόμενοι αναμένουν ουσιαστική στήριξη από την πολιτεία σε αυτή την κρίσιμη περίοδο που κρίνεται η βιωσιμότητά τους.
ΔΗΣΥ: Πράξη ευθύνης η απόσυρση του νομοσχεδίου
«Πράξη ευθύνης» χαρακτηρίζει την απόσυρση του νομοσχεδίου το κυβερνών κόμμα, με τον εκπρόσωπο Τύπου του ΔΗΣΥ Δημήτρη Δημητρίου να δηλώνει ότι η κυβέρνηση θα φέρει μέσα στις επόμενες μέρες προτάσεις που θα στηρίξουν περαιτέρω τις κυπριακές επιχειρήσεις, κυρίως τις μικρομεσαίες, τους εργαζομένους και την οικονομία του τόπου.


Ο κ. Δημητρίου δήλωσε ότι το νομοσχέδιο αποσκοπούσε στο να δοθούν στις επιχειρήσεις, κυρίως στις μικρές και στις μεσαίες, εργαλεία για να αντιμετωπίσουν τα ζητήματα ρευστότητας. «Δυστυχώς, παρά την όλη καλή διάθεση της κυβέρνησης που αποδείχτηκε στην πράξη μέσα από τη διαδικασία, οι τροπολογίες των κομμάτων της αντιπολίτευσης μετουσίωναν το χειροπιαστό αυτό μετρό σε ένα ανεφάρμοστο και αντισυνταγματικό νόμο», σημείωσε.
«Δεν χάσαμε ποτέ, δεν θα χάσουμε ούτε τώρα, τον ορθολογισμό και την υπευθυνότητά μας για το καλό της κοινωνίας και της οικονομίας» πρόσθεσε.

Οι Εργοδοτικές Οργανώσεις

Η Ομοσπονδία Εργοδοτών και Βιομηχάνων (ΟΕΒ) εκφράζει την μεγάλη της θλίψη και την βαθιά ανησυχία από τις εξελίξεις σε σχέση με το Νομοσχέδιο για τις κρατικές εγγυήσεις σε νέα χαμηλότοκα επιχειρηματικά δάνεια.
«Πολλές επιχειρήσεις βρίσκονται κάτω από δραματικό αδιέξοδο από την παρατεταμένη αδράνεια της οικονομικής δραστηριότητας και έχουν εξαντλήσει σχεδόν όλα τα αποθέματα που τους επιτρέπουν να παραμείνουν ζωντανές. Χωρίς γρήγορη πρόσβαση σε νέο φθηνό δανεισμό, μία-μία θα αρχίσουν να καταρρέουν με πρώτα θύματα τους εργαζόμενους», αναφέρει σε ανακοίνωση της.


Η ΟΕΒ καλεί την κυβέρνηση να προχωρήσει χωρίς την παραμικρή καθυστέρηση στην εφαρμογή του σχεδίου Β’, το οποίο εξ’ ορισμού δεν είναι το ίδιο αποτελεσματικό ή τελεσφόρο με το νομοσχέδιο που έχει αποσυρθεί.
«Οι εξήντα μέρες που έχουν περάσει αναξιοποίητες μπορεί να αποδειχθούν μοιραίες για πλειάδα επιχειρήσεων τις αμέσως επόμενες ημέρες», καταλήγει.
Ευθύνες στη Βουλή καταλογίζει το ΚΕΒΕ για την απόσυρση από την κυβέρνηση του νομοσχεδίου για τις κρατικές εγγυήσεις.
«Δυστυχώς η Βουλή απέτυχε για ακόμα μια φορά στις κρίσιμες στιγμές για τη χώρα να συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα της κατάστασης και να συμπεριφερθεί ανάλογα», αναφέρει σε ανακοίνωσή του.
«Η σημερινή εξέλιξη μόνο τις μαύρες μέρες του 2013 μπορεί να θυμίζει με τη διαφορά ότι σήμερα δεν έχουμε ούτε τον τουρισμό ούτε τις διεθνείς αγορές για να στηριχθούμε», τονίζει.

 


«Χωρίς ρευστότητα προς τις επιχειρήσεις το μόνο που μπορούμε να αναμένουμε είναι κλείσιμο επιχειρήσεων, μειώσεις μισθών, απολύσεις, αύξηση της ανεργίας και μείωση των εισοδημάτων του κράτους. Ότι προστατεύσαμε τους τελευταίους δύο μήνες κινδυνεύουν να καταστραφούν σε μια μέρα», αναφέρει.
Με τη συμπεριφορά της η Βουλή οδηγεί δυστυχώς την οικονομία σε συνθήκες αυξημένης και παρατεταμένης ύφεσης, υπογραμμίζει.
«Καλούμε το σύνολο των κομμάτων να αναλογισθούν τις ευθύνες τους και να συνεργαστούν με την κυβέρνηση για την ψήφιση του νομοσχεδίου για παραχώρηση εγγυημένων δανείων. Αυτό έκαναν οι 24 από τις 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αυτό πρέπει να κάνει και η Κύπρος. Οτιδήποτε άλλο θα είναι απλά βάλσαμο σε μια πληγή που αιμορραγεί», σημειώνει.
«Στο κρίσιμο σημείο που βρισκόμαστε επιβάλλεται συστράτευση δυνάμεων, βάζοντας το συμφέρον της χώρας πάνω από κάθε άλλη επιλογή», καταλήγει.

Η  Ελεγκτική Υπηρεσία

 

Αναφορικά με το νομοσχέδιο με τίτλο «Ο περί στήριξης των επιχειρήσεων και αυτοτελώς εργαζομένων σύμφωνα με το προσωρινό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό να στηριχθεί η οικονομία για τη διάρκεια της τρέχουσας έξαρσης της νόσου του COVID-19, Νόμος του 2020», και το γεγονός ότι τις τελευταίες ημέρες έχουν προβληθεί διάφοροι ισχυρισμοί σε σχέση με την ενδεχόμενη συμμετοχή της Ελεγκτικής Υπηρεσίας υπό το καθεστώς παρατηρητή στην υπό σύσταση Επιτροπή Παρακολούθησης, η Ελεγκτική Υπηρεσία σημειώνει τα ακόλουθα:
Οι έλεγχοι από Ανώτατα Ελεγκτικά Ιδρύματα σε πραγματικό χρόνο (real-time audits) προβλέπονται στα πρότυπα που εκδίδει ο Διεθνής Οργανισμός Ανώτατων Ελεγκτικών Ιδρυμάτων (INTOSAI). Ειδικότερα, για τον έλεγχο των δράσεων των κυβερνήσεων για αντιμετώπιση της πανδημίας COVID-19, οι έλεγχοι σε πραγματικό χρόνο προκρίνονται από τον INTOSAI ως οι πλέον αποτελεσματικοί.
Η συμμετοχή, χωρίς δικαίωμα ψήφου, ως παρατηρητή σε μια Επιτροπή, δεν καθιστά τον παρατηρητή μέρος της απόφασης της Επιτροπής, ούτε και δημιουργεί οποιοδήποτε κώλυμα στη διενέργεια του ελέγχου. Αποτελεί απλώς εργαλείο ώστε ο έλεγχος να γίνεται έγκαιρα και πιο αποτελεσματικά. Ο παρατηρητής δεν έχει εξουσία να εμποδίσει τη λήψη απόφασης και συνεπώς καμία καθυστέρηση δεν μπορεί να προκληθεί από την παρουσία του. Μπορεί μόνο, έχοντας σε πραγματικό χρόνο ενημέρωση για τις αποφάσεις που λαμβάνονται, να ετοιμάσει έκθεση με ευρήματα, ώστε να ληφθούν έγκαιρα διορθωτικά μέτρα.
Τα ένα τρίτο των δημοσίων δαπανών διενεργούνται μέσω δημοσίων συμβάσεων στις διαδικασίες ανάθεσης των οποίων η Ελεγκτική Υπηρεσία έχει διά νόμου εντελώς ανάλογο δικαίωμα συμμετοχής ως παρατηρητής από το 1997. Η συμμετοχή αυτή ενεργούσε πάντοτε αποτρεπτικά σε φαινόμενα καταχρήσεων.

 


Κατ’ ανάλογο τρόπο, η Ελεγκτική Υπηρεσία συμμετέχει με το καθεστώς παρατηρητή στην Επιτροπή που έχει συγκροτηθεί με βάση τον Περί της Λογιστικής και Δημοσιονομικής Διαχείρισης και Χρηματοοικονομικού Ελέγχου της Δημοκρατίας Νόμο (Ν.38(Ι)/2014) με αρμοδιότητα τη διαγραφή μη εισπράξιμων οφειλών προς την Δημοκρατία. Ομοίως, συμμετέχει από το 2017 με το καθεστώς του παρατηρητή στις συνεδρίες των Δανειστικών Επιτρόπων που με βάση τον περί Δημόσιων Δανείων Νόμο (ΚΕΦ.208) διαχειρίζονται την παραχώρηση δανείων από την Δημοκρατία προς ιδιώτες.
Τονίζεται ξανά ότι η Ελεγκτική Υπηρεσία δεν έχει αρμοδιότητα ελέγχου των τραπεζών ή των ιδιωτικών επιχειρήσεων. Ελεγχόμενος της Ελεγκτικής Υπηρεσίας θα είναι το Υπουργείο Οικονομικών και αυτοί που θα λαμβάνουν τις σχετικές αποφάσεις, δηλαδή τα μέλη της Επιτροπής Παρακολούθησης και αυτός που θα έχει τον τελικό λόγο στην λήψη αποφάσεων εκ μέρους της Δημοκρατίας. Τα βασικά κριτήρια ελέγχου θα είναι δύο:
Υπέγραψε η Δημοκρατία οποιαδήποτε σύμβαση εγγύησης προς όφελος τρίτου προσώπου χωρίς τούτο να προβλέπεται στο νόμο και στο δυνάμει αυτού εκδιδόμενο Διάταγμα;
Κατέβαλε η Δημοκρατία οποιαδήποτε πληρωμή σε πιστωτικό ίδρυμα χωρίς τούτο να προβλέπεται στο Νόμο, στο Διάταγμα και στην συναφθείσα για την συγκεκριμένη περίπτωση σύμβαση εγγύησης;
Η συμμετοχή της Ελεγκτικής Υπηρεσίας με το καθεστώς παρατηρητή στις εργασίες της Επιτροπής θα συνέβαλλε ουσιαστικά στη διασφάλιση της απαιτούμενης διαφάνειας και θα διευκόλυνε και καθιστούσε πιο αποτελεσματικό τον έλεγχο ως προς τις δραστηριότητες, πράξεις και αποφάσεις της Επιτροπής. Ο εκ των υστέρων έλεγχος δεν θα μπορεί να περισώσει τα λεφτά των φορολογούμενων πολιτών, θα μπορεί μόνο να συνεισφέρει θεωρητικά στη λογοδοσία όσων θα λαμβάνουν τις αποφάσεις. Και λέμε θεωρητικά γιατί η Κυβέρνηση φρόντισε, μέσω της τελευταίας τροποποίησης του νομοσχεδίου που κατέθεσε, να καταστήσει σχεδόν αδύνατη τη λογοδοσία, αφού εισήγαγε πρόνοιες αστικής κάλυψης και εξασφάλισης από αμελείς πράξεις και παραλείψεις του ίδιου του Υπουργού και των μελών της Επιτροπής Παρακολούθησης. Ακόμη δε και στη σχεδόν αδύνατη περίπτωση που θα κληθεί κάποιος εξ αυτών να καταβάλει αποζημιώσεις, αυτές θα του καταβληθούν μετά από την Δημοκρατία, δηλαδή από τον φορολογούμενο πολίτη.
Το 2016 ο τότε Υπουργός Οικονομικών, με σωρεία επιχειρημάτων που εκ των υστέρων αποδείχθηκαν αβάσιμα, και με μία παρόμοιου τύπου κινδυνολογία που εκ των υστέρων αποδείχθηκε ανεδαφική, κατάφεραν να πείσουν τη Βουλή των Αντιπροσώπων να εξαιρέσει την τότε Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα από το πεδίο ελέγχου της Ελεγκτικής Υπηρεσίας και στη συνέχεια, να επιτρέψουν ένα κολοβό έλεγχο. Ελπίζουμε ότι η Βουλή δεν θα επιτρέψει επανάληψη της ίδιας ιστορίας.
Η Ελεγκτική Υπηρεσία παραμένει ταγμένη στην υπεράσπιση του δημοσίου συμφέροντος, όπως την έχει τάξει το Σύνταγμα, και θα είναι πάντοτε στη διάθεση της πολιτείας ως εργαλείο διαφάνειας και διαφύλαξης του δημόσιου συμφέροντος.

 

Share this post