Απολογήθηκε ο Π. Πολυβίου
Με τη νέα έντονη λογομαχία μεταξύ του Γενικού Εισαγγελέα Κώστα Κληρίδη και του δικηγόρου Πόλυ Πολυβίου, η οποία οδήγησε στη διακοπή της διαδικασίας για περίπου μια ώρα, και ακολούθως στην απολογία του κ. Πολυβίου, σημαδεύτηκε η διαδικασία εκδίκασης της 3ης ποινικής υπόθεσης εναντίον στελεχών της Τράπεζας Κύπρου ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας.
Κατά την έναρξη της σημερινής διαδικασίας, ο Γενικός Εισαγγελέας και οι συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων προέβησαν σε αγορεύσεις αναφορικά με το πλαίσιο γεγονότων, το οποίο θα πρέπει να συμφωνηθεί μεταξύ των δύο πλευρών για να εκδικαστεί η νέα προδικαστική ένσταση που ήγειρε η υπεράσπιση για κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας.
Υπενθυμίζεται ότι το Κακουργιοδικείο αποφάσισε στις 10 Ιουλίου ότι το πλαίσιο γεγονότων βάσει του οποίου εκδικάστηκε η προηγούμενη προδικαστική ένσταση για κατάχρηση της διαδικασίας και η οποία είχε οδηγήσει στην αθώωση των κατηγορουμένων Ανδρέα Ηλιάδη και Γιάννη Κυπρή δεν μπορεί να ισχύσει και για τη νέα ένταση που εγείρουν οι συνήγοροι υπεράσπισης των εναπομείναντων κατηγορουμένων. Το Δικαστήριο είχε αποφασίσει ότι η νέα ένσταση αφορά άλλη ξεχωριστή διαδικασία και θα πρέπει απαραίτητα να συμφωνηθεί ένα νέο πραγματικό πλαίσιο γεγονότων, ορίζοντας τη σημερινή δικάσιμο για να ακούσει τις εισηγήσεις των εμπλεκομένων μερών επί αυτού του ζητήματος.
Πρώτα αγόρευσαν οι συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων και ακολούθως ο Γενικός Εισαγγελέας. Όταν ολοκληρώθηκε η αγόρευση του Γενικού Εισαγγελέα, ο κ. Πολυβίου ζήτησε την άδεια του Δικαστηρίου για να σχολιάσει τα όσα ανέφερε προηγουμένως ο κ. Κληρίδης, ο οποίος έφερε ένσταση στο να επιτραπεί στον κ. Πολυβίου να δευτερολογήσει.
Ο κ. Κληρίδης έκανε συγκεκριμένα λόγο για άσκηση πίεσης από τον κ. Πολυβίου πάνω στο δικαστήριο, με τον κ. Πολυβίου να του απαντά ότι πίεση ασκείται από τον Γενικό Εισαγγελέα, «ο οποίος είναι αίσχος για τη δικαιοσύνη της Κύπρου και κατέστρεψε τα δικαστήρια».
Η εν λόγω αναφορά του κ. Πολυβίου προκάλεσε την έντονη αντίδραση του Γ. Εισαγγελέα, ο οποίος με έντονο ύφος ζήτησε την προστασία του Δικαστηρίου και την άμεση προσαγωγή του κ. Πολυβίου «εκεί που πρέπει».
«Ζητώ την προστασία του δικαστηρίου. Κύριε Πρόεδρε ζητώ την προστασία του δικαστηρίου και την άμεση προσαγωγή του εκεί που πρέπει», ανέφερε επί λέξει ο κ. Κληρίδης, με τον κ. Πολυβίου να ζητά, με τη σειρά του, να ελεγχθεί ο Γενικός Εισαγγελέας.
Ακολούθως, το δικαστήριο αναγκάστηκε να διακόψει τη διαδικασία για μια περίπου ώρα με τον Πρόεδρο του Κακουργιοδικείου Λεωνίδα Καλογήρου να λέει ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί η διαδικασία με αυτό τον τρόπο.
Αμέσως μετά την επανέναρξη της διαδικασίας, ο κ. Πολυβίου ζήτησε το λόγο και απολογήθηκε τόσο προς τον Γενικό Εισαγγελέα όσο και προς το Δικαστήριο και τους υπόλοιπους συνήγορους υπεράσπισης.
Ο κ. Πολυβίου, είπε, μεταξύ άλλων, ότι η ατμόσφαιρα μιας ποινικής δίκης είναι έντονη και πολλές φορές υπάρχουν παρεκτροπές. «Έχω προβεί σε μια τέτοια παρεκτροπή και σε μια τέτοια συμπεριφορά προηγουμένως», είπε ο κ. Πολυβίου, προσθέτοντας ότι «χρησιμοποίησα μια φράση που δεν έπρεπε να χρησιμοποιήσω».
«Ήταν εν βρασμώ ψυχής. Θέλω να απολογηθώ απερίφραστα στο Δικαστήριο, στον Γενικό Εισαγγελέα και σε όλους τους άλλους δικηγόρους για την χρήση εκείνης της λέξης, για την απαράδεκτη συμπεριφορά μου», συμπλήρωσε.
Ο κ. Πολυβίου είπε, επίσης, ότι «εδώ είναι Δικαστήριο, δεν είναι καφενείο[…] και πρέπει να διατηρούμε ένα επίπεδο σε αυτή την αίθουσα», λέγοντας στη συνέχεια ότι «ξεπέρασα τα όρια μου, εκφράζω βαθιά απολογία και αποσύρω την αναφορά μου».
Λαμβάνοντας το λόγο, ο Γενικός Εισαγγελέας Κώστας Κληρίδης είπε ότι με την επανέναρξη της διαδικασίας σκόπευε να ζητήσει από το Δικαστήριο να εφαρμόσει τον σχετικό διαδικαστικό κανονισμό για την καταφρόνηση του δικαστηρίου σε σχέση με την συμπεριφορά του κ. Πολυβίου.
Ωστόσο, πρόσθεσε, μετά την απολογία και την απόσυρση των αναφορών του κ. Πολυβίου, δεν θα ζητήσει κάτι τέτοιο, καλώντας, ταυτόχρονα, το Δικαστήριο όπως καλέσει όλους τους εμπλεκόμενους παράγοντες στη διαδικασία να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και να μην ασκούν πιέσεις προς το δικαστήριο.
Ο Πρόεδρος του Κακουργιοδικείου Λεωνίδας Καλογήρου ανέφερε, από την πλευρά του, ότι λόγω της τεταμένης ατμόσφαιρας που είχε δημιουργηθεί έκρινε ορθό να διακόψει τη διαδικασία για να ηρεμήσουν τα πνεύματα. Ανέφερε, επίσης ότι από τη στιγμή που υπήρξε «αυτή η ευχάριστη εξέλιξη, θα θεωρήσουμε ότι το θέμα έχει λήξει».
Ο κ. Καλογήρου κάλεσε τους διαδίκους όπως στο μέλλον είναι πιο προσεκτικοί και σωστοί προς τους συναδέλφους τους και το δικαστήριο για την ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας.
Ακολούθως, ο Πρόεδρος του Κακουργιοδικείου είπε ότι λόγω της απουσίας ενός συμφωνημένου πλαισίου γεγονότων και για να μπορέσει να αποφασίσει το δικαστήριο κατά πόσον η συγκεκριμένη ένσταση μπορεί να εκδικαστεί προδικαστικά ή στο πλαίσιο της κυρίως δίκης θα πρέπει οι δύο πλευρές να πουν στο δικαστήριο ποιους μάρτυρες θα καλέσουν για να καταθέσουν.
Η ακρόαση της υπόθεσης ορίστηκε για την 1η Αυγούστου στις 9 το πρωί, ενώ η υπεράσπιση θα πρέπει μέχρι τις 29 Ιουλίου να δώσει τον κατάλογο με τους μάρτυρές της στην πλευρά της Κατηγορούσας Αρχής προκειμένου να αποφασίσει για το ποιους μάρτυρες θα χρειαστεί να καλέσει η ίδια.
Μετά την απαλλαγή και αθώωση των Ηλιάδη και Κυπρή, η διαδικασία ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας συνεχίζεται για τους εναπομείναντες κατηγορούμενους και συγκεκριμένα για τους Χρίστη Χατζημιτσή, Νικόλα Καρυδά, Χριστόδουλο Πατσαλίδη, Ελίζα Λειβαδιώτου και Δέσποινα Κυριακίδου.
Όλοι οι κατηγορούμενοι απάντησαν την 01/06/2017 μη παραδοχή στις δεκαέξι κατηγορίες που αντιμετωπίζουν, τέσσερις για πλαστογραφία και αντίστοιχες για κυκλοφορία πλαστού εγγράφου, τρεις για χειραγώγηση της αγοράς, τρεις για ψευδείς λογαριασμούς και δύο για συνωμοσία προς καταδολίευση. Η υπόθεση αφορά την επαναταξινόμηση των ομολόγων της Τράπεζας.
Για όλους τους κατηγορούμενους ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας μέχρι αποδείξεως της ενοχής τους από το δικαστήριο πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
ΠΗΓΗ : ΚΥΠΕ