Αναστασιάδης-Ακιντζί για πλαίσιο Γκουτέρες
Εάν ο κ. Ακιντζί αποδέχεται το πλαίσιο Γκουτέρες όπως αυτό διαμορφώθηκε οριστικά στις 4 Ιουλίου 2017, «αυτό αποτελεί θετική εξέλιξη», επισημαίνει σε σημερινή γραπτή δήλωση του ο πρόεδρος Αναστασιάδης.
Επίσης, ο κ. Αναστασιάδης αναφέρει ότι έδωσε οδηγίες να δοθεί αμέσως θετική στον διορισμό από τον γ.γ. του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, συμβόλου για διερεύνηση της προοπτικής επανέναρξης των διαπραγματεύσεων.
Στην γραπτή δήλωση ο κ. Αναστασιάδης τοποθετείται στις πρόσφατες δηλώσεις του Τουρκοκύπριου ηγέτη, Μουσταφά Ακιντζί, περί αποδοχής του πλαισίου Γκουτέρες, ως «στρατηγική συμφωνία». Μεταξύ άλλων σημειώνει τα ακόλουθα:
*« Αυτό που πρέπει να διευκρινίσει ο κ. Ακιντζί, αλλά πρωτίστως η Τουρκία, είναι εάν υιοθετούν τις πρόνοιες του πλαισίου, που αναφέρονται:
(α) Στα θέματα Ασφάλειας και Εγγυήσεων, που επί λέξει διαλαμβάνουν: «Αυτό που χρειάζεται είναι ένα νέο καθεστώς ασφάλειας και όχι η συνέχιση του παλιού. Θα πρέπει να καταργηθούν τα μονομερή επεμβατικά δικαιώματα και η Συνθήκη Εγγυήσεως. Η παρούσα κατάσταση να αντικατασταθεί από ισχυρούς μηχανισμούς εφαρμογής, παρακολούθησης και εποπτείας της υλοποίησης της λύσης που θα περιλαμβάνουν διεθνή διάσταση (ΟΗΕ / πολυμερές – διεθνές πλαίσιο / φιλικές χώρες), και όπου ολόκληρη η Κύπρος και το σύνολο των Κυπρίων και από τις δύο κοινότητες θα αισθάνονται ασφαλείς. Οι σημερινές εγγυήτριες δυνάμεις δεν είναι σε θέση να εφαρμόζουν και να εποπτεύουν την εφαρμογή των δικών τους υποχρεώσεων».
(β) Στα ξένα στρατεύματα, που επί λέξει αναφέρεται: «Θα πρέπει να υπάρξει δραστική μείωση των στρατευμάτων από την πρώτη μέρα εφαρμογής της λύσης και στη συνέχεια ο αριθμός των δυνάμεων να μειωθεί στα επίπεδα του 1960. Αναφορικά με τη ρήτρα λήξης έναντι της ρήτρας αναθεώρησης για την πλήρη αποχώρηση των εναπομεινάντων στρατευμάτων, αυτό θα πρέπει να συζητηθεί με τη συμμετοχή των Πρωθυπουργών των τριών εγγυητριών δυνάμεων».
Συνεπώς, καταλήγει ο κ. Αναστασιάδης στην γραπτή δήλωση του , τόσο η Τουρκία όσο και ο κ. Ακιντζί, «καλούνται να τοποθετηθούν με σαφήνεια και να διευκρινίσουν τις θέσεις τους, εάν αποδέχονται ή όχι τις παραμέτρους του ΓΓ του ΟΗΕ, ώστε να αποφεύγονται παρερμηνείες ή δηλώσεις εντυπωσιασμού, αλλά και να διαμορφώσει σαφή εικόνα ο γενικός γραμματέας εάν δημιουργούνται οι συνθήκες, που θα επιτρέψουν την επανάληψη του διαλόγου».
Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης, Μουσταφά Ακιντζί, δήλωσε ότι διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό μπορούν να ξεκινήσουν, «εφόσον η ελληνοκυπριακή πλευρά αποδεχθεί το πλαίσιο του γ.γ. του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες ως έχει και το αποδεχθεί ως στρατηγική συμφωνία».
Το πλαίσιο Γκουτέρες παρουσιάστηκε στις 30 Ιουνίου ως “non-paper” και δεν αφορούσε μόνο την ασφάλεια και τις εγγυήσεις, όπως έχει αναφερθεί από ελληνοκυπριακής πλευράς, ανέφερε ο κ. Ακιντζί.
Σύμφωνα με το ΚΥΠΕ ο Ακιντζί υποστήριξε ότι ο γ.γ. του ΟΗΕ έθεσε το πλαίσιο σκεπτόμενος ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μια διέξοδος και ανέφερε ότι «δεν πρόκειται για διαπραγμάτευση, αλλά ως προς κατά πόσον γίνεται αποδεκτό ή απορρίπτεται».
Ο κ. Ακιντζί είπε ότι η εκ περιτροπής προεδρία αναφέρεται ξεκάθαρα στο πλαίσιο Γκουτέρες και ότι προνοείται αναλογία 2 προς 1 για αποτελεσματική συμμετοχή στις διαδικασίες λήψεως αποφάσεων.
Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης υποστήριξε ότι ο κ. Γκουτέρες ανέφερε ότι θα πρέπει να υπάρξουν κάποιες επιπρόσθετες ρυθμίσεις για να απαντηθούν οι ανησυχίες των Ελληνοκυπρίων και ότι η μονομερής επέμβαση δεν είναι βιώσιμη. Ο Ακιντζί ανέφερε ότι το πλαίσιο προβλέπει ένα κοινά αποδεκτό μηχανισμό μετά από μεταβατική περίοδο.
Τέλος, ο Τουρκοκύπριος ηγέτης είπε ότι το θέμα της απόσυρσης του στρατού «είναι ακόμη ένα ζήτημα, για το οποίο το πλαίσιο αναφέρει ότι, αν θα γίνει και με ποιο τρόπο, θα πρέπει να συζητηθεί στο υψηλότερο επίπεδο».
*Ο γ.γ. του ΟΗΕ επέλεξε την Αμερικανίδα Τζέιν Χολ Λούτε για να διερευνήσει τις δυνατότητες και τις πιθανότητες επανέναρξης των συνομιλιών στο Κυπριακό.
Η Τζέιν Χολ Λούτε είχε υπηρετήσει και στο παρελθόν σε διάφορες θέσεις εντός των Ηνωμένων Εθνών και έφθασε στην θέση του βοηθού γενικού γραμματέα για τις ειρηνευτικές αποστολές.
Επίσης, διετέλεσε βοηθός υπουργός Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ από το 2009 έως το 2013.