Αγενής δήλωση Αναστασιάδη για τον Αρχιεπίσκοπο Αμερικής

Αγενής δήλωση Αναστασιάδη για τον Αρχιεπίσκοπο Αμερικής

Η εθνικιστική στάση του Μακαρίου στο Κυπριακό  και η αναλγησία στα Σεπτεμβριανά του 1955 στην Πόλη και στις απελάσεις του 1964, που προκάλεσε η Άγκυρα

 

Του Αριστείδη Χ. Βικέτου*

Κάνω από την αρχή σαφές ότι ως πρόσφυγας δεύτερης γενιάς από την Σμύρνη δεν αμνηστεύω επ’ ουδενί τα εγκλήματα των Οθωμανών, των Νεότουρκων και του Κεμάλ κατά των Ελλήνων του Πόντου , των Αρμενίων και της Μικράς Ασίας. Οι σχέσεις Γερμανικής και  Οθωμανικής Αυτοκρατορίας άρχισαν να οικοδομούνται το 1867 από τον πρώτο  Καγκελάριο, Ότο φον Μπίσμαρκ. Ως το 1887, μεθοδικά οι Γερμανοί κατάφεραν να εισχωρήσουν στα υψηλά κλιμάκια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Αβδούλ Χαμίτ, έγινε ένθερμος φίλος των Γερμανών. Το γερμανικό χρήμα, είχε επίδραση στους Οθωμανούς κυβερνήτες και ο αιμοσταγής σουλτάνος κολακεύτηκε υπερβολικά από την ευμένεια και τη φιλία του Μπίσμαρκ.

Το 1889, ο Γερμανός αυτοκράτορας Γουλιέλμος Β’ γνωστότερος ως Κάιζερ, επισκέπτεται την Κωνσταντινούπολη και απονέμει εκατοντάδες παράσημα σε Τούρκους τιτλούχους.

Ακολουθεί στρατιωτική συνεργασία μεταξύ των δύο αυτοκρατοριών. Οι πύλες της Στρατιωτικής Ακαδημίας του Βερολίνου άνοιξαν για τους Τούρκους αξιωματικούς, ενώ ο Γερμανός Στρατηγός φον Γκολτς, ανέλαβε να αναδιοργανώσει τον οθωμανικό στρατό.

Και ενώ οι Γερμανοί συνεχίζουν τη διείσδυσή τους στην Μικρά Ασία, οι Νεότουρκοι αποφασίζουν μετά την απώλεια πολλών εδαφών, να αναθέσουν την αναδιοργάνωση του στρατού τους στους Γερμανούς. Επικεφαλής 50 Γερμανών αξιωματικών είναι ο Λίμαν φον Σάντερς. Είναι οι Γερμανοί που δίδαξαν στους Οθωμανούς πως θα διαπράξουν τις γενοκτονίες των Ποντίων και Αρμενίων και την εξόντωση των Ελλήνων εξόντωση των Ελλήνων σε Θράκη και Μικρά Ασία ως το 1916.

Το 1922 οι Γερμανοί χρηματοδότησαν τον Κεμάλ , στο πλευρό του οποίου βρέθηκε η Σοβιετική Ένωση και η Ιταλία , ενώ η Ελλάδα προδόθηκε και από τους συμμάχους της , την Γαλλία και Αγγλία.

Με όλα αυτά τα γεγονότα το Οικουμενικό Πατριαρχείο απώλεσε το ποίμνιο του στον Πόντο, στην Μ. Ασία, στην Ανατολική Θράκη. Πέρα από το βρώμικο παιχνίδι των ξένων , αποδείχθηκε καταστροφικός για τον Ελληνισμό ο Μεγαλοϊδεατισμός.

Αυτή την «Μεγάλη Ιδέα», που ηττήθηκε το 1922, αγκάλιασαν αργότερα κάποιοι Έλληνες στην Κύπρο, και κυρίως η Εθναρχούσα Εκκλησία , προβάλλοντας το αίτημα της Ένωσης με την Ελλάδα.  

Ήδη από το 1931 ο Ελευθέριος Βενιζέλος, που ήταν υπέρμαχος της «Μεγάλης Ιδέας» και  μετά την Μικρασιατική Καταστροφή διαπραγματεύτηκε την Συνθήκη της Λωζάνης, υπήρξε από τους πρώιμους υποστηρικτές της σταδιακής λύσης του Κυπριακού.  Όπως γράφει ο Γεώργιος Καλπαδάκης στο βιβλίο του «Κυπριακό 1954-1974» ο  Βενιζέλος «γνώριζε εξ ιδίας πείρας τις δυσκολίες,  στις οποίες θα προσέκρουε κάθε απόπειρα απόσπασης δεσμεύσεων από την Αγγλία για την παραχώρηση της Κύπρου, λόγω της υψηλής γεωστρατηγικής σημασίας που της απέδιδε, καθώς και του πλέγματος κοινών συμφερόντων που είχε αναπτύξει η αυτοκρατορική δύναμη στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής». Παρά τις πιέσεις που αντιμετώπιζε στο εσωτερικό, ο Βενιζέλος είχε αρνηθεί να υποστηρίξει την εξέγερση που σημειώθηκε το 1931 στην Κύπρο, υποστηρίζοντας την ειρηνική επίλυση του ζητήματος στο πλαίσιο της ελληνοβρετανικής φιλίας. Το 1936 συνέταξε το τελευταίο του σημείωμα με επίκεντρο την Κύπρο , που είχε σαν αντικείμενο τις κατευθύνσεις που επρόκειτο να δώσει στην κυπριακή πολιτική ηγεσία, στο πλαίσιο ενός ταξιδιού, το οποίο τελικά δεν θα πρόλαβε .  Στο ταξίδι του σκόπευε να υπογραμμίσει στους ηγέτες της Κύπρου ότι «οι σχέσεις μεταξύ της ελληνικής πλειοψηφίας και της τουρκικής μειοψηφίας θα έπρεπε ¨να γίνωνται καθημέραν στενώτεραι και φιλικώτεραι¨, μια πολιτική η οποία, καίτοι δεν θα ικανοποιούσε άμεσα το αίτημα της Ένωσης, εντούτοις θα εξυπηρετούσε ¨άριστα¨ τα συμφέροντα της Ελλάδας και της Κύπρου μακροπρόθεσμα» .

Επίσης, το 1950 ο τότε Έλληνας πρωθυπουργός , Νικόλαος Πλαστήρας, αρνήθηκε να παραλάβει τους τόμους του κυπριακού δημοψηφίσματος υπέρ της Ένωσης. Ωστόσο,   το καλοκαίρι του 1953  ο Μακάριος υπέβαλε, χωρίς προσυνεννόηση με την Αθήνα, υπόμνημα στον ΟΗΕ ζητώντας την άμεση εφαρμογή της αρχής της αυτοδιάθεσης.

Και φθάνουμε στο 1955, όταν ο Μακάριος με στρατιωτικό αρχηγό τον Χίτη και αντικομουνιστή , Γεώργιο Γρίβα, αρχίζει τον ένοπλο Αγώνα της ΕΟΚΑ. Είναι απορίας άξιο πως οι Άγγλοι εντόπισαν τον ήρωα Γρηγόρη Αυξεντίου, ο οποίος αυτοπυρπολήθηκε στο κρησφύγετο του, και όχι τον Γρίβα.

Η Βρετανία έκανε  ανίερη συμμαχία με την Άγκυρα και τους Τουρκοκύπριους και τον Σεπτέμβριο του 1955 ξέσπασε το πογκρόμ κατά των Ελλήνων της Πόλης και της Σμύρνης. Ακολουθούν οι Συμφωνίες Ζυρίχης –Λονδίνου και η ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ο Μακάριος, διαπνεόμενος από εθνικισμό ,  δεν επιδεικνύει την παραμικρή διάθεση συνεργασίας με τους Τουρκοκυπρίους.

Η κυπριακή ηγεσία δεν συνέδραμε για να  καταστήσει λειτουργικές τις σχέσεις των δύο κοινοτήτων  – έχοντας μάλιστα τοποθετήσει με δική της ευθύνη την «τορπίλη» του διαχωρισμού των δήμων στα θεμέλια του νεοπαγούς κράτους .  

Η κατάσταση οδηγήθηκε στις δικοινοτικές ταραχές του 1963-1964. Το τίμημα για το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τον Ελληνισμό της Πόλης,  της Ίμβρου και της Τενέδου υπήρξε πολύ βαρύ με τις μαζικές απελάσεις. Μάταια ο Πατριάρχης Αθηναγόρας παρακάλεσε τον Μακάριο να δείξει μετριοπάθεια. Το τελικό χτύπημα ήρθε με την τουρκική εισβολή , όταν πολλοί Ρωμιοί από τον φόβο αντιποίνων , εγκατέλειψαν την Πόλη.  (Ωστόσο,  στα διορθόδοξα και διεκκλησιαστικά ζητήματα ο Μακάριος  ως Αρχιεπίσκοπος Κύπρου , σε αντίθεση με την Εκκλησία Ελλάδος, στήριζε τις πρωτοβουλίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου).

Άραγε ξέχασε ο κ. Αναστασιάδης, την δήλωση, που είχε κάνει ως πρόεδρος του ΔΗΣΥ , τον Ιανουάριο του 2015, όταν επισκέφτηκε τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο;

Σήμερα ο πρόεδρος Αναστασιάδης , ο οποίος συναντήθηκε τελικά  με τον Αρχιεπίσκοπο Ελπιδοφόρο , όπως έκανε χθες και ο Έλληνας πρωθυπουργός , Κυριάκος Μητσοτάκης, μίλησε με αγένεια και κατά τρόπο μη διπλωματικό  , κάνοντας λόγο για την «την απολογία του Σεβασμιότατου».

Εξάλλου, χθες μιλώντας στο δείπνο της Ομοσπονδίας Κυπρίων Αμερικής,  αναφερόμενος στο θέμα που δημιουργήθηκε με τον Αρχιεπίσκοπο Αμερικής κ.κ. Ελπιδοφόρο, ο κ. Αναστασιάδης, μεταξύ άλλων είπε, :  «τις τελευταίες μέρες βιώσαμε κάποιες στιγμές πικρίας, γιατί δεν μπορεί κανείς επικαλούμενος τον δικό του πόνο να λησμονεί πως και κάποιοι άλλοι έγιναν πρόσφυγες από τους ίδιους που μετέτρεψαν και τη δική του οικογένεια σε πρόσφυγες. Θα έπρεπε να είμαστε πολύ προσεκτικοί» .

Λοιπόν, είναι ο πρόεδρος Αναστασιάδης , που πρέπει να είναι προσεκτικός. Ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής, παρά την παρουσία του στα εγκαίνια του «Σπιτιού της Τουρκίας» στην Ν. Υόρκη , δεν αναγνώρισε τον Τατάρ. Αυτό γίνεται μόνο από κράτη και διεθνείς οργανισμούς. Και κυρίως , δεν διέπραξε κάποιο “έγκλημα” για να κάνει λόγο ο πρόεδρος Αναστασιάδης για “απολογία”. Με την προχθεσινή του δήλωση ο Αρχιεπίσκοπος Ελπιδοφόρος τοποθετήθηκε σαφώς για να ηρεμήσουν τα πνεύματα.

Αυτοί ,  που εξαπολύουν πυρά  κατά του Αρχιεπισκόπου Αμερικής , με αφορμή την παρουσία του στην  τελετή των εγκαινίων του “Σπιτιού της Τουρκίας ” στην Νέα Υόρκη,  “διυλίζοντες τον κώνωπα, την δε κάμηλον καταπίνοντες”, είναι αυτοί που ουδέποτε ενδιαφέρθηκαν για τα πάνδεινα που έχει υποστεί ο Ελληνισμός της Πόλης και ουδέν  ενδιαφέρον επιδεικνύουν σήμερα για αυτόν και το ταπεινό Φανάρι, το οποίο όμως συνεχίζει να ακτινοβολεί σε όλη την Ορθοδοξία. 

Η στάση του κ. Αναστασιάδη είναι ακατανόητη , γιατί δείχνει και  πλήρη έλλειψη κατανόησης της θέσης και του ρόλου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, που αποτελεί την κιβωτό του Γένους μας. Και αυτό  σε μιά κρίσιμη περίοδο, που το Φανάρι  δέχεται συνεχείς βολές και υπονομεύσεις από το Πατριαρχείο Μόσχας και φιλορώσους Ιεράρχες της Κύπρου.  

Συνεπώς, αν κάποιος πρέπει να απολογηθεί είναι ο πρόεδρος Αναστασιάδης. Οφείλει μια μεγάλη απολογία για την άφρονα εθνικιστική πολιτική Μακαρίου-Γρίβα και για το παρακράτος , που δημιούργησε ο πρώτος, στρέφοντας τους Τουρκοκύπριους στην αγκαλιά της Τουρκίας, αντί να οικοδομήσει θεσμούς για ένα κράτος δικαίου και  αξιοκρατικό , στο οποίο να συμβιώσουν ειρηνικά Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, καθώς και για την παντελή αδιαφορία του για το Οικουμενικό Πατριαρχείο και την Ρωμιοσύνη το 1955 και το 1964.   Το Μακαριακό παρακράτος κατέπνιξε και κάθε ελεύθερη , δημοκρατική ελληνοκυπριακή φωνή , που οραματιζόταν ένα ειρηνικό μέλλον σε μια κοινή πατρίδα. Επίσης, ο κ. Αναστασιάδης οφείλει να απολογηθεί προς τον κυπριακό λαό για τα λάθη, που ο ίδιος  διέπραξε τόσο στο Κυπριακό , παρά τις μεγαλοστομίες του , όσο και σε θέματα εσωτερικής διακυβέρνησης. 

ΥΓ: Για τον ρόλο του Μακαρίου υπάρχει πλήθος βιβλιογραφίας από συνεργάτες του (Νίκος Κρανιδιώτης , Στέλλα Σουλιώτη) άλλα  και άλλους , όπως οι Stanley Kyriakides , Γιώργος Καλπαδάκης και Τάκης Χατζηδημητρίου). 

Share this post