Κωνσταντίνος Καραθεοδωρή – Ο εκλεκτικιστής επιστήμονας
Της Ιφιγένεια Βογιατζή*
Φέτος συμπληρώθηκαν 75 χρόνια από τον θάνατο ενός από τα μεγαλύτερα μαθηματικά μυαλά παγκοσμίως, του Κωνσταντίνου Καραθεοδωρή. «Στο Μόναχο πέθανε στις 2 Φεβρουαρίου 1950 ο Κωνσταντίνος Καραθεοδωρή, σε ηλικία 77 ετών. Η είδηση του θανάτου του θα προκαλέσει θλίψη σε όλο τον κόσμο των λογίων. Με τα πολύπλευρα λαμπρά επιτεύγματά του στα μαθηματικά και στις παραπλήσιες περιοχές τους είχε γίνει ο αξέχαστος δάσκαλος της επιστήμης μας. Η ευρεία παιδεία του, όμοια με εκείνην που κοσμούσε τα πιο ευγενή πνεύματα του ουμανισμού, ζευγαρωμένη με τη φυσική καλοσύνη ενός ευγενούς, και η εκπληκτική του ικανότητα να κατέχει τόσο πολλές γλώσσες σαν τη μητρική του τον έκαναν Ευρωπαίο με την καλύτερη δυνατή έννοια της λέξης», διαβάζει κανείς στη νεκρολογία που δημοσίευσε το έγκριτο περιοδικό Mathematische Annalen (Μαθηματικά Χρονικά, τ. 121, 1949/50) με την είδηση του θανάτου του.
Ο Καραθεοδωρή γεννιέται την 1/13 Σεπτεμβρίου 1873. Πρόκειται για έναν Ευρωπαίο με ελληνική καταγωγή και συνείδηση, με καταγωγή από τη Θράκη και τη Χίο, γεννημένο στο Βερολίνο και μεγαλωμένο στις Βρυξέλλες, ο οποίος σπούδασε στη Γερμανία, εργάστηκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και στην Αίγυπτο, δίδαξε στη Γερμανία, στην Ελλάδα και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Υπήρξε από τους σημαντικότερους Ευρωπαίους μαθηματικούς του αιώνα του. Οραματίστηκε ένα ελληνικό πανεπιστήμιο στην Ανατολή, ενώ εργάστηκε για τη διοργάνωση των ελληνικών πανεπιστημίων. Ανθρωπιστής, ευρυμαθής, πολύγλωσσος (με μητρικές τα ελληνικά και τα γαλλικά), με πνεύμα αυτόνομο και πρωτότυπο, αναδείχθηκε μέλος πολλών Ακαδημιών και δέχτηκε εν ζωή πολλές τιμές και διακρίσεις.
Μία οικογένεια, ένας κόσμος
Μεγαλώνοντας σε ένα εύπορο, καλλιεργημένο και κοσμοπολίτικο περιβάλλον.
Για να κατανοήσει κανείς το φαινόμενο Καραθεοδωρή, πρέπει να εξοικειωθεί με τον κόσμο από τον οποίο προέρχεται, καθώς και οι δύο γονείς του κινούνταν σε ένα εκλεκτό, εύπορο, καλλιεργημένο και κοσμοπολίτικο περιβάλλον, με την ίδια άνεση σε ∆ύση και Ανατολή.
Η μητέρα ∆έσποινα Πετροκοκκίνου ανήκε στη σημαντικότερη από τις παλαιές χιώτικες οικογένειες μεγαλεμπόρων, δικτυωμένων στα μεγάλα κέντρα της Ανατολής, Χίο, Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη, της Μεσογείου και των ευρωπαϊκών πρωτευουσών. Στην Επανάσταση του 1821 και στις σφαγές του 1822, η οικογένεια Πετροκοκκίνου θυσίασε μεγάλο αριθμό μελών της. Οι επιζώντες σκορπίστηκαν σε όλη την Ευρώπη. Οι προπάπποι του Καραθεοδωρή εγκαταστάθηκαν στη Μασσαλία, όπου αναδείχθηκαν σε μία από τις ισχυρότερες οικογένειες της πόλης. Όπως ο ίδιος διηγείται σε αυτοβιογραφικές σημειώσεις του, η εξοχική κατοικία της οικογένειας Πετροκοκκίνου [δεν είναι σαφές αν εννοεί στη Μασσαλία ή στη Χίο] ήταν «το καλοκαίρι σημείο συνάντησης πολλών απογόνων, διάσπαρτων στα πέρατα του κόσμου, έτσι που κι εγώ για πολλά χρόνια είχα την ευκαιρία να παίζω με μικρούς εξαδέλφους ή εξαδέλφες από την Αλεξάνδρεια ή το Λίβερπουλ, την Οδησσό ή την Τεργέστη, τη Σμύρνη ή το Λονδίνο, τη Βραΐλα ή το Παρίσι, τη Βιέννη ή την Κωνσταντινούπολη, που είχαν συρθεί από τους γονείς τους στο καλοκαιρινό ταξίδι». Η μητέρα του Καραθεοδωρή πέθανε όταν ο ίδιος ήταν έξι ετών, απώλεια που στοίχισε βαριά στην οικογένεια. Ο ίδιος και η αδελφή του Ιουλία «ανετράφημεν υπό της μάμμης μας [Ευθαλίας Αντ.] Πετροκοκκίνου [το γένος Γεωργίου Πετροκοκκίνου], η οποία διηύθυνε τον οίκον του πατρός μου με την λεπτολόγον ακρίβειαν των οικοδεσποινών της Χίου, μέχρι του θανάτου της».
Η πατρική οικογένεια του Καραθεοδωρή καταγόταν από την Μπόσνα (Βοσνοχώρι ή Μποσνάκιοϊ) της Αδριανούπολης, στην Ανατολική Θράκη. Οι Καραθεοδωρή ανήκαν στην ανώτερη αστική τάξη των νεοφαναριωτών, οι οποίοι κρατούσαν στα χέρια τους τη διακυβέρνηση της αυτοκρατορίας την εποχή των μεταρρυθμίσεων, καθώς η επιρροή της Ευρώπης οικονομικά και πολιτισμικά αυξανόταν. ∆ιπλωμάτες, γιατροί, πολιτικοί, κρατικοί αξιωματούχοι πίστευαν στην εκ των έσω επικράτηση του Ελληνισμού στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και πως υπηρετώντας τον σουλτάνο αποδεικνύονταν χρήσιμοι στους συμπατριώτες τους.
Οι δύο κλάδοι της οικογένειας σχηματίστηκαν από τους δύο γιους του γενάρχη Καρα-Θεοδωρή (1740-1789), τον Στέφανο και τον Αντώνιο. Ο παππούς του μαθηματικού Καραθεοδωρή ήταν ο Κωνσταντίνος (1802-1879, γιος του Αντωνίου. Σπούδασε ιατρική στην Πίζα, στο Παρίσι και στο Λονδίνο. Το έργο του Υγιεινά παραγγέλματα προς χρήσιν του Ελληνικού Λαού, που εκδόθηκε το 1829 στο Παρίσι από τον οίκο Firmin-Didot, εκλαϊκεύει την επιστήμη στο πλαίσιο του νεοελληνικού ∆ιαφωτισμού. Γίνεται ο προσωπικός γιατρός των σουλτάνων Μαχμούτ Β΄ και Αμπντούλ Μετζίτ. Έως τον θάνατό του διδάσκει στην Αυτοκρατορική Σχολή της Ιατρικής, ενώ υπηρετεί ως έφορος της Μεγάλης του Γένους Σχολής και των φιλανθρωπικών ιδρυμάτων της ελληνικής κοινότητας της Πόλης. Από τον γάμο του με την Εριφύλη Σταυράκη Αριστάρχη, κόρη του τελευταίου δραγομάνου, αποκτά έναν γιο, τον Στέφανο, πατέρα του Καραθεοδωρή. Μετά τον θάνατό της αποκτά άλλα τέσσερα παιδιά από τον γάμο του με την Ευφροσύνη Χαρίτωνος
Ο πατέρας του Καραθεοδωρή, Στέφανος (1836-1907), σπουδάζει Νομική στο Βερολίνο εργαζόμενος παράλληλα στην Οθωμανική ∆ιπλωματική Αντιπροσωπεία και ακολουθεί το διπλωματικό σώμα. Από το 1875 διατελεί για ένα τέταρτο του αιώνα πρέσβης στις Βρυξέλλες, όπου γεννιούνται τα παιδιά του, Κωνσταντίνος και Ιουλία (1875-1942), μετέπειτα σύζυγος του σημαντικού νομικού Γεωργίου Στρέιτ (1868-1948).
Στον άλλο κλάδο: Ο Στέφανος (1789-1867), γιος του Καρα-Θεοδωρή, σπουδάζει Φιλοσοφία, Μαθηματικά και Ιατρική στην ελληνική Σχολή των Κυδωνιών και στο Πανεπιστήμιο της Πίζας, ενώ μιλάει 17 γλώσσες. ∆ιευθύνει το κοινοτικό σχολείο στην Αδριανούπολη και αργότερα εγκαθίσταται στην Πόλη, όπου γίνεται προσωπικός γιατρός δύο σουλτάνων. Προσφέρει μεγάλες υπηρεσίες στο Πατριαρχείο και στην ελληνική κοινότητα, ενώ γίνεται πρόεδρος του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως.
Γιος του υπήρξε ο Αλέξανδρος (1833-1906), διπλωμάτης που θα αποκτήσει τον τίτλο του πασά. Σπουδάζει Νομικά στο Παρίσι και δικηγορεί στην Πόλη. Το 1867, μετά τη Μεγάλη Κρητική Επανάσταση, εργάζεται για τον Οργανικό Καταστατικό Χάρτη της Κρήτης. Μεγάλος γνώστης της ευρωπαϊκής διπλωματίας, το 1878 είναι επικεφαλής της οθωμανικής αντιπροσωπείας στο Συνέδριο του Βερολίνου. Την περίοδο 1885-1894, ως διοικητής της ημιαυτόνομης Ηγεμονίας της Σάμου, φροντίζει για την υγεία, την παιδεία και τις υποδομές του νησιού. Το 1895-1896 ορίζεται γενικός διοικητής Κρήτης. Χαρακτηριστικό περιστατικό που δείχνει τη μέριμνα του Αλέξανδρου για τις ελληνικές υποθέσεις, ενόσω υπηρετεί με αφοσίωση την Οθωμανική Αυτοκρατορία, είναι το ακόλουθο: Στη διάρκεια του Συνεδρίου του Βερολίνου, ο Αλέξανδρος επισκέπτεται εθιμοτυπικά ως αντιπρόσωπος της Τουρκίας τον αρχικαγκελάριο Μπίσμαρκ, την ώρα που αποχωρεί ο Έλληνας πρέσβης. Τότε ο Μπίσμαρκ, αποχαιρετώντας τον έναν και υποδεχόμενος τον άλλον, σχολιάζει: «∆εν γνωρίζω πότε εισέρχεται και πότε εξέρχεται η Ελλάς».
Από τον γάμο τους, το 1867, ο Αλέξανδρος και η Κασσάνδρα Μουσούρου αποκτούν επτά παιδιά. Ανάμεσά τους, η κόρη τους Ευφροσύνη (1884-1947) είναι η μελλοντική σύζυγος του μαθηματικού Καραθεοδωρή. Η συγγενική σχέση του νέου ζευγαριού είναι μακρινή, καθώς ο πεθερός του Καραθεοδωρή είναι πρώτος εξάδελφος του παππού του. Αδελφή του πεθερού του υπήρξε η Σοφία Καραθεοδωρή, μητέρα του Στέφανου ∆έλτα, συζύγου της συγγραφέα Πηνελόπης ∆έλτα. Με το ζεύγος ∆έλτα, εκτός από τη συγγένεια, τους ένωνε η αγάπη και ο θαυμασμός για τον Ελευθέριο Βενιζέλο.
Στενή σχέση έχουν οι Καραθεοδωρή με τη Σάμο. Κατά τη διάρκεια της Ηγεμονίας της Σάμου (1834-1912), οι χριστιανοί ηγεμόνες ήταν Έλληνες της Πόλης, οκτώ από τους οποίους ήταν συγγενείς του Καραθεοδωρή. Ανάμεσά τους, ο Μιλτιάδης Αριστάρχης, αδελφός της γιαγιάς του, Εριφύλης. Ακόμη, η Άννα, αδελφή της συζύγου του Καραθεοδωρή (κόρη του Αλέξανδρου), παντρεύτηκε τον τελευταίο ηγεμόνα της Σάμου, Γρηγόριο Βεγλερή (1862-1948). Στη Σάμο θα καταφέρει να φυγαδεύσει εγκαίρως την οικογένειά του ο Καραθεοδωρή λίγο πριν από την καταστροφή της Σμύρνης.
Μια «μαθηματική εξοχότης» γεννιέται
Από τη Σχολή Πυροβολικού στην Αίγυπτο κι από εκεί στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου.
Ο Καραθεοδωρή δεν ασχολήθηκε εξαρχής με τα μαθηματικά. Έκανε τη στροφή στην καριέρα του στα 27 του χρόνια, αν και η κλίση του ήταν από νωρίς εμφανής. Ο ίδιος περιγράφει σε αυτοβιογραφικές του σημειώσεις πως στο Γυμνάσιο των Βρυξελλών «ήρχισε να εκδηλούται η μεγάλη αγάπη μου προς τα μαθηματικά, κατά την διδασκαλίαν της γεωμετρίας». Από το 1886 φοιτά στο ανώτερο σχολείο Athénée Royal d’Ixelles. Σε ετήσιους γενικούς διαγωνισμούς που διεξάγονταν μεταξύ τάξεων των ανωτέρων σχολείων της χώρας, η τάξη του έρχεται πρώτη επί δύο συνεχόμενα έτη και ο ίδιος αποσπά το πρώτο βραβείο στα μαθηματικά.
Το 1891, ο νεαρός Κωνσταντίνος εγγράφεται στη Σχολή Πυροβολικού και Μηχανικού της Στρατιωτικής Σχολής του Βελγίου (École Militaire de Belgique), που ακολουθεί το πρότυπο της Πολυτεχνικής Σχολής του Παρισιού. Παράλληλα με την αυστηρή στρατιωτική πειθαρχία και άσκηση, διδάσκεται από άριστους επιστήμονες· εκεί τίθενται οι βάσεις για τη μετέπειτα σταδιοδρομία του. «Εκεί εδιδάχθην να χειρίζωμαι τας γεωμετρικάς παραστάσεις ως είδος τι παιχνιδίου, τη βοηθεία των οποίων δύναταί τις να προσεγγίση τα διαφορώτατα των προβλημάτων». Από την κατεύθυνση των σπουδών του φαίνεται ότι θα ακολουθούσε την οικογενειακή παράδοση, στοχεύοντας σε υψηλόβαθμες διοικητικές θέσεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ξεκινά τη σταδιοδρομία του το 1895 κοντά στον μηχανικό Ιωάννη (Τζέημς μπέη) Αριστάρχη, συγγενή από την οικογένεια της γιαγιάς του: «Εβοήθησα αυτόν κατά την κατάρτισιν των σχεδίων του οδικού δικτύου της Σάμου, αλλά τα σχέδια εκείνα δεν εξετελέσθησαν, διότι εν τω μεταξύ επήλθεν ο Ελληνοτουρκικός Πόλεμος του 1897».
Το 1898 μεταβαίνει στην Αίγυπτο για να εργαστεί για τη Βρετανική Αποικιακή Υπηρεσία ως βοηθός μηχανικός στο φράγμα του Ασιούτ. Τους μήνες που η άνοδος των υδάτων εμποδίζει τις εργασίες, περνά την ώρα του στα γραφεία διαβάζοντας αποκλειστικά βιβλία μαθηματικών. Το 1900, ο πατέρας του χάνει τη θέση του ως πρέσβης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στις Βρυξέλλες. Ο ίδιος αρχίζει να βλέπει ως επισφαλές το μέλλον του στην Τουρκία, ίσως και να έχει κατασταλάξει και η δική του επιθυμία. Σε διακοπές στην Ευρώπη, στη διάρκεια διάλεξης στο πλαίσιο σεμιναρίου που έδινε κορυφαίος μαθηματικός της εποχής, ο Καραθεοδωρή αποφασίζει οριστικά ότι θα ακολουθήσει την κλίση του, εγκαταλείποντας το επάγγελμα του μηχανικού. Ο μόνος από την οικογένεια που τον στηρίζει είναι ο θείος του (και μέλλων πεθερός του) Αλέξανδρος Καραθεοδωρή, που έτρεφε επίσης αγάπη προς τα μαθηματικά, έχοντας μάλιστα μεταφράσει στα γαλλικά την Πραγματεία για το Τετράπλευρο, σύγγραμμα Άραβα μαθηματικού του 13ου αι. Η αντίδραση που θα συναντήσει είναι μεγάλη.
«Η οικογένειά μου, οι παλαιοί Έλληνες φίλοι μου, ∆ημήτριος Βικέλας και Μάρκος ∆ραγούμης, εύρον το σχέδιόν μου, να εγκαταλείψω μιαν ασφαλή θέσιν με πολλάς προοπτικάς διά το μέλλον, διά να ικανοποιήσω μίαν ρωμαντικήν παρόρμησιν, πλέον ή κωμικόν. Εγώ αυτός, δεν ήμην παντάπασι πεπεισμένος, ότι το σχέδιον τούτο θα επετύγχανε και θα επέφερε καρπούς. ∆εν ηδυνάμην όμως να αντισταθώ εις την ιδέαν, ότι μόνον η απαρακώλυτος ενασχόλησίς μου εις τα μαθηματικά θα ήτο δυνατόν να προσδώση περιεχόμενον εις την ζωήν μου». Ο λογοτέχνης ∆. Βικέλας (1835-1908) στα νιάτα του στην Κωνσταντινούπολη μάθαινε γαλλικά κατ’ οίκον με άλλους συμμαθητές, μεταξύ των οποίων «οι εξάδελφοι Καραθεοδωρή, ο Αλέξανδρος και ο Στέφανος. […] Μετά του Στεφάνου πρέσβεως της Τουρκίας εις Βρυξέλλας, ανενεώσαμεν προ ικανών ήδη ετών την παλαιάν φιλίαν», όπως αναφέρει ο ίδιος στο αυτοβιογραφικό Η ζωή μου. Ο Μάρκος ∆ραγούμης (1840-1909, αδελφός του πρωθυπουργού Στεφάνου ∆ραγούμη) ήταν διπλωμάτης που υπηρέτησε σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις επί τρεις δεκαετίες. Βικέλας και ∆ραγούμης ήταν μεταξύ των ιδρυτών του Συλλόγου προς ∆ιάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων, όπου ο Καραθεοδωρή εξέδωσε το 1901 το έργο του Αίγυπτος.
Ο Καραθεοδωρή όμως είχε πάρει την απόφασή του: «Ήθελον επί χρόνον τινά να αναδυθώ εις τόπον, όπου θα ήμην απηλλαγμένος εξωτερικών επιρροών». Τον Μάιο του 1900 εγγράφεται στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, γενέτειρας και οικείας του πόλης, αποφεύγοντας το Παρίσι, όπου είχε πολλούς συγγενείς. Μέχρι το Πάσχα του 1902 που μένει στο Βερολίνο, παρακολουθεί παραδόσεις «ασφαλώς μεταξύ των ωραιοτέρων αι οποίαι εδίδοντο την εποχήν εκείνην εν Γερμανία». Ανάμεσά τους, σειρά παραδόσεων του κορυφαίου επιστήμονα και νομπελίστα Max Planck (1858-1947), πατέρα της κβαντικής θεωρίας.
Το 1902 μετεγκαθίσταται στο Γκαίττινγκεν (ή Γοττίγκη, Göttingen), όπου τα μαθηματικά ευδοκιμούν κλέβοντας τα πρωτεία από το Βερολίνο. Παρομοιάζει το Πανεπιστήμιό του με «ένα διαρκές μαθηματικό συνέδριο». Πρόκειται, όπως λέει ο ίδιος, «περί της μεγαλυτέρας εις ολκήν συνεπειών αποφάσεως, ην ποτέ έλαβον εις την ζωήν μου». Παραδίδει επιτυχώς τη διατριβή του και σύντομα υποβάλλει διατριβή επί υφηγεσία, ανοίγοντας «νέους δρόμους σε ένα γνωστικό πεδίο που βρίσκεται μεταξύ μαθηματικών και θεωρητικής φυσικής», όπως αναφέρει ο Τεύκρος Μιχαηλίδης. «Εντός ολίγων μηνών […] είχε δικαιωθεί η παλαιά μου απόφασις, να στραφώ προς τα μαθηματικά». Μια λαμπρή σταδιοδρομία μόλις άρχιζε.
Στον τόμο Ε΄ για την εκατονταετηρίδα του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών 1837-1937, αφιερωμένο στην Ιστορία της Φυσικομαθηματικής Σχολής (εκδ. 1948), ο Μιχαήλ Στεφανίδης γράφει: «Αι επιστημονικαί εργασίαι του Καραθεοδωρή, αναφερόμεναι κυρίως εις την Μαθηματικήν Ανάλυσιν και την Γεωμετρίαν, εις τον Λογισμόν των Μεταβολών και την Μαθηματικήν Απεικόνισιν, εις την Θερμοδυναμικήν και την Γεωμετρικήν Οπτικήν, εις την Θεωρίαν των Συνόλων και την Θεωρίαν της Σχετικότητος, είναι θεμελιώδεις έρευναι εξαιρετικής εμπνεύσεως, αίτινες αναδεικνύουν τον Καραθεοδωρή εκ των ολίγων εν τη παγκοσμίω επιστήμη ρυμοτόμων της μαθηματικής διανοήσεως. Η όλη δ’ αυτού έρευνα εκπροσωπεί κατ’ εξοχήν το νεώτερον μαθηματικόν πνεύμα, το οποίον χαρακτηρίζει η επάνοδος εις την κλασικήν εντέλειαν των Ελλήνων μαθηματικών […]. Αδιάπτωτον δε συνάμα το ενδιαφέρον αυτού διά την σύγχρονον πνευματικήν πολλαπλήν πνευματικήν κίνησιν, εκδηλούται και εις συγγραφάς και διαλέξεις».
Βενιζέλος και Ελλάδα
Η γνωριμία και η σχέση με τον Ελ. Βενιζέλο.
Στις 12 Αυγούστου 1895, η χανιώτικη εφημερίδα Μεσόγειος αναγγέλλει στη στήλη των Κοινωνικών: «Αφίκοντο εκ Βρυξελλών διά του Αυστριακού [ενν. ατμοπλοίου] ο υιός της Α[υτού] Εξ[οχότητος] του Γεν. ημών ∆ιοικητού κ. Στέφανος Καραθεοδωρής και ο ανεψιός αυτού κ. Κωνσταντίνος Καραθεοδωρής. Την αισίαν αυτού άφιξιν χαιρετίζομεν γηθοσύνως». Ο 22χρονος Κωνσταντίνος έρχεται στο νησί φιλοξενούμενος του διοικητή της Κρήτης, Αλεξάνδρου Καραθεοδωρή πασά, εξαδέλφου του παππού του (και μελλοντικού πεθερού του). Ο ίδιος έχει μόλις τελειώσει τη Στρατιωτική Σχολή στις Βρυξέλλες και πρόκειται να ολοκληρώσει τις σπουδές του πολιτικού μηχανικού.
Στο σπίτι του θείου του, ο Καραθεοδωρή θα γνωρίσει έναν Κρητικό δικηγόρο που εντυπωσίαζε τους συνομιλητές του, ονόματι Ελευθέριο Βενιζέλο. Συχνός επισκέπτης, τα βράδια έπαιζε μπριτζ με τις κόρες του διοικητή, που εισήγαγαν το παιχνίδι στην Κρήτη. Ο ίδιος ο διοικητής έχει γοητευτεί από την προσωπικότητα του 31χρονου Κρητικού. «Να με ενθυμείσθε μια μέρα. Αυτός ο νέος γρήγορα θα κυβερνήσει την ελεύθερη Ελλάδα», φέρεται να είπε. Για τη γνωριμία Καραθεοδωρή και Βενιζέλου η Πηνελόπη ∆έλτα σημειώνει: «Τότε ο Βενιζέλος ήταν ακόμη άγνωστος, αφανής. Το όνομά του δεν είχε περάσει τα σύνορα της Κρήτης. […] Μόλις είχε πεθάνει η γυναίκα του, ∆εκέμβριος του 1894, και ήταν βουτηγμένος στο πένθος και στην αγιάτρευτη λύπη. Χρόνια αργότερα, όταν ήταν πια παγκόσμια γνωστός ο Βενιζέλος, μου είπε ο Κώστιας Καραθεοδωρής, με υπερηφάνεια, καυχόμενος: “∆εν τον ήξερε κανένας τότε. Εμένα μου έκανε κατάπληξη ως μυαλό και ως άνθρωπος. Ξεχώριζε απ’ ό,τι είχα δει και γνωρίσει ως τότε”».
∆εκαπέντε χρόνια μετά τη γνωριμία τους, το 1910, ο Βενιζέλος, δικαιώνοντας τις προβλέψεις, καλείται να αναλάβει τη διακυβέρνηση της Ελλάδας, που παραπαίει. Το μεταρρυθμιστικό του όραμα για τον εκσυγχρονισμό της χώρας δίνει ιδιαίτερο βάρος στην εκπαίδευση. Ο νέος πρωθυπουργός στρέφεται στον Καραθεοδωρή, από το 1910 καθηγητή στο Βασιλικό Πολυτεχνείο του Breslau (σημ. Πολυτεχνείο του Wraslaw, Βρότσλαβ, πόλης που ανήκει πλέον στην Πολωνία), του οποίου έχει αναλάβει και την οργάνωση – εμπειρία που θα αποβεί πολύτιμη λίγα χρόνια αργότερα, στη Σμύρνη. Με το Βασιλικό ∆ιάταγμα της 20ής Ιουλίου 1911 «Περί συστάσεως Επιτροπειών των Σχολών του Εθνικού Πανεπιστημίου προς ανάλυσιν των έργων και εκτίμησιν της επιστημονικής και διδακτικής ικανότητος εκάστου των υποψηφίων καθηγητών», ο Καραθεοδωρή ορίζεται μέλος τριμελούς επιτροπής για την αξιολόγηση των υποψηφίων για την «Σχολήν των Φυσικών και Μαθηματικών Επιστημών». Από αυτή τη γνωμοδότηση, την έδρα της Φυσικής θα κερδίσει ο ∆ημήτριος Χόνδρος, στον οποίο χρόνια αργότερα ο Καραθεοδωρή θα εμπιστευτεί ό,τι απομείνει από το Ιωνικό Πανεπιστήμιο Σμύρνης.
Το 1914, η Φυσικομαθηματική Σχολή της Αθήνας ζητά τη μετάκληση από το Γκέτινγκεν στην Ελλάδα του Καραθεοδωρή, «όστις σήμερον είναι επιστημονική εξοχότης ανεγνωρισμένος εν Ευρώπη και θα ετίμα το ημέτερον Πανεπιστήμιον αν απετέλει μέλος των καθηγητών του». Ο Καραθεοδωρή θα αρνηθεί τη μετάκληση.
∆εύτερη φορά ο Καραθεοδωρή επιλέγεται από τον Βενιζέλο το 1919 για ένα ιδιαίτερα σημαντικό εγχείρημα, την οργάνωση του πανεπιστημίου στη Σμύρνη. Όταν αυτό το όνειρο σβήνει, ο Καραθεοδωρή επιστρέφει στην Ελλάδα στις αρχές Οκτωβρίου του 1922· του ανατίθεται η διδασκαλία Γενικών Μαθηματικών στους πρωτοετείς φοιτητές των τμημάτων Φυσικής και Χημείας. Θα παραμείνει στην Αθήνα μέχρι τον Μάιο του 1924, καθώς τον Ιανουάριο αποδέχεται πρόταση διδασκαλίας στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, όπου θα έχει σαφώς ευρύτερο επιστημονικό πεδίο δράσης. Ο ίδιος, σε επιστολή του τον Φεβρουάριο, αναφέρει: «Εδώ γίνεται μεγάλη προσπάθεια, όπως με κρατήσουν, και βεβαίως θα έμενον εάν ήμην πεπεισμένος ότι δύναμαι να παράσχω εις τον τόπον οιανδήποτε υπηρεσίαν. Όπως έχουν όμως τα πράγματα της Σχολής μας (και όπως θα έχουν διά πολλά έτη), μου φαίνεται τούτον πάρα πολύ δύσκολον».
Ο Βενιζέλος επανέρχεται στην πολιτική το 1928. Το ζεύγος Καραθεοδωρή πληροφορείται τα αποτελέσματα των εκλογών στην Ελλάδα ενόσω βρίσκεται σε εξάμηνο ταξίδι στην Αμερική, όπου εκείνος διδάσκει στο Harvard και δίνει διαλέξεις. Ο Καραθεοδωρή ενθουσιασμένος γράφει στην Πηνελόπη ∆έλτα: «Aνεγνώσαμεν σήμερον το βράδυ εις τας Times του Seattle τα οριστικά αποτελέσματα και την είδησιν της τελειωτικής κατατροπώσεως των Βασιλοφρόνων. Έχει τώρα ο Βενιζέλος όλα τα μέσα εις χείρας όπως στερεώση οριστικώς το ∆ημοκρατικόν φρόνημα και μετατρέψη την εφήμερον ψήφον ενός ευμεταβλήτου λαού τον οποίον είχον κουράσει αι ύβρεις και αισχρολογίαι των αντιθέτων εις ακράδαντον συμβόλαιον πίστεως. Είμαι πεπεισμένος ότι θα ίδωμεν πάλιν τα θαύματα εκείνα της εσωτερικής αναδιοργανώσεως εις τα οποία μας εσυνήθισεν οσάκις ο λαός του έδωσεν την carte blanche [= εν λευκώ εξουσιοδότηση] την οποίαν φαίνεται ότι χρειάζεται διά να εργάζηται τελεσφόρως. […] Τέλος πάντων βλέπομεν πάλιν φως! Η λαμπρά και ως εκ θαύματος ανόρθωσις του ελληνικού έθνους ήτις έλαβε χώραν κατά τα τελευταία έτη θα εξακολουθήση πλέον και θα εξακολουθήση αλματωδώς».
Για μία ακόμη φορά, ο Βενιζέλος, κατά την τελευταία του διακυβέρνηση, θα απευθυνθεί στον Καραθεοδωρή με στόχο την αναμόρφωση της ανωτάτης Παιδείας. Ας σημειωθεί ότι το Πανεπιστήμιο Αθηνών είχε πληγεί από διώξεις στη διάρκεια του Εθνικού ∆ιχασμού, ενώ κραδασμούς προκαλούσαν οι αυξήσεις στα δίδακτρα και στα εξέταστρα. Το 1926 είχε ψηφιστεί και ο οργανισμός δημιουργίας δεύτερου Πανεπιστημίου στη Θεσσαλονίκη, που θα λειτουργούσε με τους ίδιους όρους. Όπως όμως αναφέρουν τα Πρακτικά της Βουλής τον ∆εκέμβριο του 1929, «το εκπαιδευτικόν μας σύστημα δεν ανταποκρίνεται προς τας ανάγκας της κοινωνίας μας διότι έλειψεν η ενιαία μελέτη των αναγκών της και η ενιαία διοίκησις και κατεύθυνσις της παιδείας».
Αυτόν ακριβώς τον στόχο είχε και η ανάθεση του έργου με ιδιόγραφο επιστολή του Βενιζέλου στον Καραθεοδωρή, που είχε τεράστια εμπειρία από τη λειτουργία πανεπιστημίων σε Ευρώπη και Αμερική. Την άνοιξη του 1930, ο Καραθεοδωρή έρχεται στην Αθήνα, όπου ανακηρύσσεται επίτιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου, του Πολυτεχνείου και της Ελληνικής Μαθηματικής Εταιρείας. Το υπόμνημα περί της αναδιοργανώσεως του Πανεπιστημίου Αθηνών που παραδίδει στα μέσα του έτους προτείνει ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο λειτουργίας του ιδρύματος. ∆ίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στην οικονομική του αυτοτέλεια, με πόρους από τον κρατικό προϋπολογισμό, εφόσον θεωρεί την παιδεία εθνική επένδυση. Ορίζει τη διαδικασία της εκλογής των καθηγητών με αυστηρά επιστημονικά κριτήρια, περιορίζοντας τις έδρες και ενισχύοντας την υφηγεσία. Προτείνει την αυξημένη αμοιβή των καθηγητών με διαφοροποίηση μεταξύ του μισθού καθηγητών πλήρους και μερικής απασχόλησης. Αυστηροποιεί τις εισαγωγικές εξετάσεις, μειώνει τον αριθμό των φοιτητών και συνιστά η διδασκαλία, και αντίστοιχα οι εξετάσεις, να αποτελούνται κατά το ήμισυ από εργαστηριακές ασκήσεις. Απαιτεί τη γνώση ξένων γλωσσών για τη δυνατότητα μελέτης ξένων επιστημονικών συγγραμμάτων. Προτείνει τη δημιουργία εργαστηρίων και πανεπιστημιακής κλινικής, άρτιας επιστημονικής βιβλιοθήκης και πανεπιστημιακών εκδόσεων. Παραδίδει ακόμη δεκαετή προϋπολογισμό λειτουργίας.
Για την εφαρμογή του υπομνήματος, ορίστηκε η διαμονή του Καραθεοδωρή στην Ελλάδα επί εξάμηνο ετησίως, από Οκτώβριο έως Απρίλιο. Τον Οκτώβριο του 1931, ο Καραθεοδωρή αποκτά τον τίτλο του Κυβερνητικού Επιτρόπου «παρά τοις Πανεπιστημίοις Αθηνών και Θεσσαλονίκης», θέση ισότιμη με του πρύτανη. Το έργο συναντά πολλές αντιδράσεις και κινητοποιήσεις τόσο από καθηγητές όσο και από φοιτητές. Ο Καραθεοδωρή, από τον Μάιο του 1931, θέτει την παραίτησή του στη διακριτική ευχέρεια του πρωθυπουργού. Παρ’ όλα αυτά, ο νόμος ψηφίζεται τον Μάρτιο του 1932· το έργο έχει ολοκληρωθεί και ο ίδιος επιστρέφει στο Μόναχο. Τον Μάιο του ίδιου έτους, η κυβέρνηση Βενιζέλου παραιτείται για άλλους λόγους.
Για 50 χρόνια, αυτός ο νόμος αποτελεί την πυξίδα λειτουργίας των ελληνικών πανεπιστημίων. Θα αλλάξει το 1982 από την πρώτη κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου.
Το κεφάλαιο «Ελλάδα» σχολιάζεται από τον Καραθεοδωρή σε επιστολή του προς την Πηνελόπη ∆έλτα το 1928: «Όσον αφορά την αναχώρησίν μου εξ Ελλάδος, πρέπει να συλλογισθής ότι δεν ήμην και πάρα πολύ χρήσιμος εκεί, διότι με όλους τους κόπους τους οποίους ελάμβανον δεν κατώρθωνα ποτέ να επιβάλω την γνώμιν μου, εν ω εις την Ευρώπην και προ παντός εδώ εις την Αμερικήν δεν έχω ποτέ καμμίαν δυσκολίαν εις το να πείσω τους συναδέλφους μου ότι αι ιδέαι μου είναι σωσταί. Σε βεβαιώ ότι εις τους ολίγους μήνας όπου είμαι εδώ κατώρθωσα πολλά περισσότερα παρά εις τα δύο έτη των Αθηνών. […] Αντί να χάνω εκεί τον καιρόν μου, δύναμαι εδώ περισσότερον να οφελήσω διά της προπαγάνδας την οποίαν κάμνω διά την Ελλάδα. Και εις την διδασκαλίαν μου ακόμη δύναμαι περισσότερον να οφελήσω εις το εξωτερικόν· εις σχεδόν όλα μου τα μαθήματα εις το Μόναχον και εις το Harvard είχον Έλληνας ακροατάς και βεβαίως τους καλλιτέρους Έλληνας ακροατάς τους οποίους δύναται να φαντασθή κανείς. Εν ω εις τας Αθήνας δεν είχον ποτέ μαθητάς της αυτής αξίας. ∆ιά τούτο δεν μετανοώ ότι ανεχώρησα και ότι μοι εδόθη η ευκαιρία να γυρίσω τον κόσμον».
Φως εξ Ανατολών – και η δύση του
Το φιλόδοξο εγχείρημα του ελληνικού πανεπιστημίου στη Σμύρνη.
Το 1919 αποτελεί κομβική χρονιά τόσο στην ιστορία της Ελλάδας όσο και στη ζωή του Καραθεοδωρή. Μόλις έχει τελειώσει ο Μεγάλος Πόλεμος. Η Ελλάδα είναι στην πλευρά των νικητών και στο Συνέδριο της Ειρήνης στο Παρίσι ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος παρουσιάζει με επιχειρήματα τις διεκδικήσεις της χώρας του στη Μικρά Ασία. Τον Μάιο, ο ελληνικός στρατός αποβιβάζεται στη Σμύρνη. Ο Καραθεοδωρή είναι από τον Οκτώβριο του 1918 τακτικός καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, ενώ η οικογένειά του παραμένει στο Γκέτινγκεν. Ο πόλεμος έχει αφήσει ανεξίτηλα σημάδια στην πρωτεύουσα της ηττημένης Γερμανίας. Στο Βερολίνο, πόλη με κατεστραμμένα κτίρια και υποδομές, κυριαρχεί η πολιτική αστάθεια και αβεβαιότητα.
Τον Σεπτέμβριο του 1919, ο Βενιζέλος καλεί από το Παρίσι τον Καραθεοδωρή για να συζητήσουν τη δημιουργία ενός νέου ελληνικού πανεπιστημίου. Η ιδέα δεν είναι καινούρια, έχει πέσει στο τραπέζι ήδη από την εποχή των Βαλκανικών Πολέμων, τώρα όμως η στιγμή έχει φτάσει. Μόλις λίγες εβδομάδες αργότερα, στις 20 Οκτωβρίου, ο Καραθεοδωρή τού παραδίδει σχετικό υπόμνημα. Ο τρόπος με τον οποίο έχει συλλάβει τον σκοπό της ίδρυσης του νέου πανεπιστημίου είναι πρωτοποριακός: προτείνει τη δημιουργία ενός διαπολιτισμικού θεσμού με ευρωπαϊκά πρότυπα, ενταγμένου στο κοσμοπολίτικο περιβάλλον της Ανατολής, ένα ίδρυμα που θα ενσαρκώνει τον εκπολιτιστικό χαρακτήρα του Ελληνισμού, ανοιχτό σε άτομα ανεξαρτήτως φύλου, εθνικότητας και θρησκείας, με εγγυημένη ακαδημαϊκή ελευθερία. Ως έδρα προτείνει από τις Νέες Χώρες τη Θεσσαλονίκη ή τη Χίο ή τη νεοαποκτηθείσα Σμύρνη. Η επιλογή είναι πολιτική και θα γίνει από τον πρωθυπουργό, αν και πιθανώς να υποδείχτηκε από τον Καραθεοδωρή: η Σμύρνη, η μελλοντική μητρόπολη του Ελληνισμού στην Ανατολή.
Γιατί ο Βενιζέλος επιλέγει τον Καραθεοδωρή; Εκτός από την απεριόριστη εμπιστοσύνη που είχε στις ικανότητές του, ίσως θεωρούσε ότι η καταγωγή του θα βοηθούσε στην αποδοχή του σε πρώην οθωμανικά εδάφη. Επίσης, απέκλειε με αυτόν τον τρόπο την εμπλοκή των αθηναϊκών κύκλων. Το έργο ήταν πολύ σημαντικό από πολιτική, πολιτιστική, επιστημονική και εθνική άποψη για να μεταφέρει σε αυτό τις ελληνικές αντιπαλότητες. Όσο για τον Καραθεοδωρή, εκτός από την επιστημονική αλλά και την εθνική πρόκληση, που τον δελεάζει, γοητεύεται από την ιδέα μιας νέας αρχής και τη μετεγκατάσταση του ίδιου και της οικογένειάς του στην κοσμοπολίτικη Σμύρνη, μακριά από την κατεστραμμένη Γερμανία.
Στο εξής, τα πράγματα εξελίσσονται ταχέως: Στις 3 ∆εκεμβρίου 1919, ο Καραθεοδωρή παραιτείται από το Πανεπιστήμιο του Βερολίνου και την τελευταία ημέρα του χρόνου εγκαταλείπει την πόλη για Αθήνα και Σμύρνη. Στις 20 Μαρτίου 1920 πραγματοποιείται σύσκεψη επί του πολεμικού πλοίου «Ιέραξ» στο λιμάνι της Σμύρνης μεταξύ των Βενιζέλου, Καραθεοδωρή, Λεωνίδα Παρασκευόπουλου, αρχιστρατήγου του ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία, και Αποστόλου Ψαλτώφ, γιατρού και εξέχοντος μέλους της τοπικής ελληνικής κοινότητας. Στις 2 Ιουνίου, ο Καραθεοδωρή διορίζεται καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, προκειμένου να έχει κάποια επίσημη ιδιότητα. Ο νόμος «Περί ιδρύσεως και λειτουργίας ελληνικού Πανεπιστημίου εν Σμύρνη» ψηφίζεται στις 14 Ιουλίου. Στις 10 Αυγούστου υπογράφεται η Συνθήκη των Σεβρών, με την οποία η Ελλάδα αναλαμβάνει τη διοίκηση της Σμύρνης και της περιοχής της με προοπτική ενσωμάτωσής της σε μία πενταετία· τον ίδιο μήνα ο Καραθεοδωρή συναντάται εκ νέου στη Σμύρνη με τον Βενιζέλο και τον Αριστείδη Στεργιάδη, αρχικά ύπατο αρμοστή και κατόπιν εκπρόσωπο της Ελληνικής ∆ιοικήσεως Σμύρνης, για να εγκαινιάσουν το πρακτικό μέρος του έργου.
Η σχέση Καραθεοδωρή-Στεργιάδη διατηρείται άψογη σε όλη τη διάρκεια της συνεργασίας τους. Ο αρμοστής θέτει στη διάθεση του καθηγητή άφθονους πόρους. Ο Καραθεοδωρή εγκαθιστά την οικογένειά του σε έπαυλη στον Βουτζά, εύπορο προάστιο όπου κατοικούν Έλληνες και Λεβαντίνοι, μισή ώρα με τρένο από τη Σμύρνη. Στις 28 Οκτωβρίου (με αναδρομική ισχύ από 15 Ιουλίου, την επομένη της υπογραφής του σχετικού νόμου), διορίζεται καθηγητής μαθηματικών και οργανωτής του Πανεπιστημίου της Σμύρνης. Το ημιτελές κτίριο που επιλέγει για τη στέγασή του βρίσκεται στο Καρατάς, στο ύψωμα Μπαχρίμπαμπα. Το διάταγμα της ίδρυσης του πανεπιστημίου υπογράφεται την 1η ∆εκεμβρίου. Προβλέπεται η ίδρυση Σχολής Γεωπονικής και Φυσικών Επιστημών, Σχολής Ανατολικών Γλωσσών, Σχολής ∆ημοσίων Υπαλλήλων, Σχολής Εμπορικής και Εργοδηγών, καθώς και Ανώτερου Μουσουλμανικού Ιεροδιδασκαλείου, Υγιεινολογικού Εργαστηρίου και δημόσιας Βιβλιοθήκης.
Μια σημαντική πολιτική ανατροπή επέρχεται την 1η Νοεμβρίου 1920: Ο Βενιζέλος χάνει τις εκλογές και στο ελληνικό κράτος έρχονται τα πάνω κάτω. Ο Στεργιάδης υποβάλλει παραίτηση, η οποία όμως δεν γίνεται δεκτή. Ο ίδιος δεν αποδέχεται απολύσεις και μεταθέσεις πολιτικών υπαλλήλων της δικαιοδοσίας του. Ο Καραθεοδωρή χάνει τη θέση του στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας ως βενιζελικός, συνεχίζει όμως απρόσκοπτα το έργο του στη Σμύρνη. Οργανώνει το νέο Πανεπιστήμιο της Ελλάδας των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών, που θα συμβάλει στην οικονομική, κοινωνική, πολιτισμική ανάπτυξη της περιοχής, θα είναι ο καταλύτης προς την ώσμωση των διαφορετικών εθνικών, θρησκευτικών και κοινωνικών στοιχείων της Ανατολής σε ένα ελληνικό περιβάλλον με την προοπτική της μελλοντικής ένταξης της περιοχής στην Ελλάδα.
Στις αρχές Σεπτεμβρίου, η Σμύρνη ζει τις τελευταίες μέρες της. Ο ίδιος γράφει αργότερα σε φίλους: «Παρ’ όλες τις δυσκολίες που ζήσαμε, μπόρεσα να βάλω την οικογένειά μου σε καράβι που τους μετέφερε στη Σάμο. Η σύζυγός μου μπόρεσε να πάρει μαζί της όλα της τα υπάρχοντα και τα βιβλία μου – έμοιαζε με ταξίδι αναψυχής και δεν χρειάστηκε να αντιληφθεί ότι επρόκειτο για φυγή. Βεβαίως εγώ παρέμεινα μέχρι την τελευταία στιγμή […] μόνο που έπρεπε να πλέω επί δέκα ημέρες από νησί σε νησί μέσα σε όλο αυτό το χάος προτού φθάσω στην Αθήνα». Έφυγε στις 8 Σεπτεμβρίου· θα χρειαστούν εβδομάδες μέχρι να ξανασμίξει με τους δικούς του. «Ένας από τους τελευταίους Έλληνες που είδα στους δρόμους της Σμύρνης πριν την είσοδο των Τούρκων ήταν ο καθηγητής Καραθεοδωρή, πρόεδρος του καταδικασμένου πανεπιστημίου. Μαζί του αναχώρησε η ενσάρκωση της ελληνικής ιδιοφυΐας, της καλλιέργειας και του πολιτισμού στην Ανατολή», γράφει ο γενικός πρόξενος των ΗΠΑ στη Σμύρνη, Τζορτζ Χόρτον, αυτόπτης μάρτυρας της καταστροφής. Το Φως εξ Ανατολών (το έμβλημα του πανεπιστημίου) είχε δύσει.
Όσο συστηματικός υπήρξε ο Καραθεοδωρή στην οργάνωση του πανεπιστημίου, άλλη τόση φροντίδα επέδειξε μέχρι τέλους για τη διάσωση του εξοπλισμού του, το οποίο κατάφερε να φυγαδεύσει – υλικά που δεν είχαν φτάσει ακόμη στη Σμύρνη αναδρομολογήθηκαν για Αθήνα. Λέγεται ότι φεύγοντας παρέδωσε συμβολικά το κλειδί του κτιρίου του πανεπιστημίου στον Νικόλαο Πλαστήρα. Το ίδιο το κτίριο κάηκε στην πυρκαγιά της πόλης. Αργότερα επισκευάστηκε και επαναχρησιμοποιήθηκε ως σχολείο. Το σύνολο της επίπλωσης, των επιστημονικών οργάνων, της Βιβλιοθήκης, καθώς και του Αρχείου της ίδρυσης του πανεπιστημίου, παραδόθηκαν από τον Καραθεοδωρή στον καθηγητή Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ∆ημήτριο Χόνδρο (1882-1862). Αργότερα, την επιμέλειά τους ανέλαβε ο καθηγητής Φυσικής και ακαδημαϊκός Καίσαρ Αλεξόπουλος (1909-2010, το Α της ομάδας ΒΑΝ), και τα τελευταία χρόνια ο δρ Χρυσολέων Συμεωνίδης, καθηγητής Φυσικής κα υπεύθυνος του Φυσικών Επιστημών και Τεχνολογίας. Ό,τι έχει απομείνει από το Πανεπιστήμιο της Σμύρνης φυλάσσεται στο Παλαιό Χημείο της οδού Σόλωνος στην Αθήνα.
Στην ιστοσελίδα του Μουσείου Ιστορίας Πανεπιστημίου Αθηνών αναφέρεται: «Το σύνολο της βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου, το μεγαλύτερο μέρος των επιστημονικών οργάνων, καθώς και το αρχείο-αλληλογραφία του Καραθεοδωρή με την Αρμοστεία, τους συναδέλφους του και τους προμηθευτές του υπό ίδρυση Πανεπιστημίου, διασώθηκε και πέρασε στην κατοχή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το αρχείο του Πανεπιστημίου Σμύρνης (ή αρχείο Καραθεοδωρή) περιλαμβάνει ένα σύνολο 1.000 περίπου εγγράφων […]. Περιλαμβάνει κυρίως επιστολές, χειρόγραφες ή δακτυλόγραφες, στην ελληνική, τη γερμανική, την αραβική και τη γαλλική γλώσσα, αλλά και χάρτες, αρχιτεκτονικά σχέδια, διαφημιστικές μπροσούρες κ.λπ. […] Από άποψη περιεχομένου, πρόκειται κατά βάση για την αλληλογραφία του Καραθεοδωρή με τις ελληνικές αρχές της πόλης (Αρμοστεία), αλλά και τη στρατιωτική ηγεσία […], με υποψήφιους διδάσκοντες καθηγητές, αρχιτεκτονικά γραφεία, εταιρείες εξοπλισμού, κατασκευαστές επιστημονικών οργάνων κ.ο.κ.».
Αναφερόμενος στο εγχείρημα αυτό, χρόνια αργότερα, το 1943, ο Καραθεοδωρή, προσπαθώντας να εμψυχώσει έναν Γερμανό συνάδελφό του που διώκεται από το ναζιστικό καθεστώς, γράφει στη σύζυγό του: «Το σημαντικότερο για τον σύζυγό σας είναι να επιστρέψη στην ενασχόλησή του με τα μαθηματικά όσο γίνεται πιο σύντομα. Μετά την καταστροφή της Σμύρνης [τα μαθηματικά] ήταν το μοναδικό πράγμα που κράτησε το κεφάλι μου πάνω από το νερό».
Πόλεμος στη Γερμανία
Η στάση του Καραθεοδωρή απέναντι στο ναζιστικό καθεστώς.
«Η προέλευσή μου, η νεανική ανατροφή μου και επίσης η πρώτη μου εκπαίδευση παραπέμπουν σε διαφορετικές χώρες και διαφορετικούς πολιτισμούς και γι’ αυτό θα ήθελα πρώτα να σας πω γιατί δεν αισθάνομαι τελείως ξένος σε αυτή τη χώρα. Ήδη, εντελώς τυπικά, το Βερολίνο είναι ο τόπος της γέννησής μου, αλλά ακόμα πιο πολύτιμο για μένα προσωπικά είναι το γεγονός ότι από πολύ μικρός δέχθηκα εντυπώσεις τέτοιες, ώστε να μην είναι δύσκολο να βρω μια πατρίδα σε αυτή τη χώρα για τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Στο σπίτι των γονιών μου […] η γερμανική ιστορία και λογοτεχνία και, ακόμη περισσότερο, η γερμανική επιστήμη και τέχνη, δεν μου ήταν ξένες», αναφέρει ο Καραθεοδωρή τον Νοέμβριο του 1918 στον λόγο του κατά την υποδοχή του στην Πρωσική Ακαδημία Επιστημών. Ο Καραθεοδωρή έχτισε τη ζωή και την καριέρα του στη Γερμανία. Ο γιος του Στέφανος γεννήθηκε το 1909 στο Ανόβερο, η κόρη του ∆έσποινα το 1912 στο Μπρεσλάου. Στη Γερμανία έζησε και τους δύο παγκόσμιους πολέμους, τον πρώτο στο Γκέτινγκεν, τον δεύτερο στο Μόναχο. Εύλογα αναρωτιέται κανείς για τη στάση του.
Ο Καραθεοδωρή δεν συμμετείχε στην εθνικιστική φρενίτιδα που κατέλαβε τη χώρα με το ξέσπασμα του πολέμου το 1914, δημοσίως δεν εκφράστηκε ποτέ υπέρ της Γερμανίας, όπως πολλοί άλλοι διανοούμενοι. Στη διάρκεια του πολέμου δεν σταμάτησε να εργάζεται στην έκδοση του επιστημονικού περιοδικού Mathematische Annalen. Ακόμη, δίδαξε τις δυνατότητες εφαρμογής των μαθηματικών σε στρατιωτικά θέματα –ζητήματα βαλλιστικής, τρόπος καθορισμού θέσεων αεροπλάνων κ.ά.– και εργάστηκε για τη δημιουργία έδρας εφαρμοσμένων μαθηματικών, πεδίο χρήσιμο για τις ανάγκες του πολέμου. Οι Καραθεοδωρή έζησαν απομονωμένοι από Έλληνες συγγενείς και φίλους, ενώ τον χειμώνα του 1916-1917 βίωσαν τις σοβαρές ελλείψεις τροφίμων που μάστιζαν τις γερμανικές πόλεις. Στα προβλήματα της εποχής προστέθηκε η αγωνία και η φροντίδα για τον Στέφανο, που σε ηλικία πέντε ετών προσβλήθηκε από πολιομυελίτιδα. Ευκαιρία να εγκαταλείψουν την κατεστραμμένη Γερμανία παρουσιάστηκε με την προοπτική του Πανεπιστημίου Σμύρνης. Από το 1923 που επιστρέφουν έως το τέλος της ζωής του, ο Καραθεοδωρή θα ζήσει κυρίως στο Μόναχο. Εκεί θα φροντίσει τη γυναίκα του, της οποίας η υγεία χειροτερεύει σταδιακά – θα τη χάσει τον Ιούλιο του 1947.
Η στάση του απέναντι στο ναζιστικό καθεστώς είναι ουδέτερη και συχνά αντιφατική. Το 1933 κατατάσσεται στην κατηγορία των καθηγητών αρίας καταγωγής, δίνει όρκο πίστης στον Χίτλερ, χωρίς ποτέ να εγγραφεί στο ναζιστικό κόμμα. Ενώ συνάδελφοι απολύονται ή διώκονται, ο ίδιος παραμένει στη χώρα, αν και θα είχε τη δυνατότητα να διαφύγει, απόφαση στην οποία η εύθραυστη υγεία της συζύγου του και η ασθένεια του γιου του θα παίξουν ρόλο – παρόλο που τον Φεβρουάριο του 1940 ο επικεφαλής της Ένωσης ∆ιδασκόντων δεν ήταν «σε θέση να εγγυηθεί για την πολιτική αξιοπιστία του καθηγητή Καραθεοδωρή» ώστε να του δοθεί άδεια να ταξιδέψει. Σε πρόταση να μετακομίσει μακριά από το Μόναχο, που σειόταν από τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς του 1944, απαντά: «Ομολογουμένως, αποκλείεται εντελώς να εγκαταλείψω μόνιμα το Μόναχο, γιατί έτσι θα εγκατέλειπα το νόημα της όλης ύπαρξής μου».
Όμως συνεχίζει να εκπροσωπεί τη Γερμανία σε διεθνείς επιστημονικές συναντήσεις, σε μια προσπάθεια αποτροπής της διεθνούς απομόνωσής της, διατηρώντας επαφές με υψηλόβαθμους ναζί. Στα 70ά του γενέθλια, το κύριο δημοσιογραφικό όργανο του ναζιστικού κόμματος Völkischer Beobachter δημοσιεύει αφιέρωμα στον Καραθεοδωρή· η Γερμανική Μαθηματική Εταιρεία τού αφιερώνει το τεύχος του 1943. Επιπλέον, ο Καραθεοδωρή δεν σχολίασε ποτέ δημόσια το Ολοκαύτωμα ή τις καταστροφές που υπέστη η Ελλάδα στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν πολλές μαρτυρίες ότι απεχθανόταν τον ναζισμό. Το 1935 πιέζει την κόρη του να συνεχίσει τις σπουδές της στην Αθήνα, απομακρύνοντάς την από το Μόναχο. Σε πολλές περιπτώσεις μεσολαβεί για τη διάσωση συναδέλφων του. «Ο ίδιος προσπάθησε, όσο αυτό ήταν δυνατόν, να ζήσει μια αποτραβηγμένη ζωή στα χρόνια της πολιτικής πίεσης, ασφαλώς χωρίς να κάνει παραχωρήσεις, αλλά επίσης χωρίς να εκθέτει τον εαυτό του ηθελημένα. Παρατηρούσε το Τρίτο Ράιχ με τα μάτια ενός ιστορικού και διαρκώς έβρισκε παραλληλίες ανάμεσα σε αυτό και σε δικτατορίες παρελθουσών εποχών, ή επίσης με τα μάτια ενός ξένου […]. Αλλά όπου ήταν δυνατόν, προσπάθησε να απαλύνει τα βάσανα και τη δυστυχία που προέκυπταν […] και, μέσω των παγκόσμιων επαφών του, κατόρθωσε επίσης να προσφέρει τη δυνατότητα μετανάστευσης μερικών “μη αρίων” συναδέλφων», αναφέρει στη νεκρολογία του Καραθεοδωρή συνάδελφός του. Τεράστιο κεφάλαιο για τη Γερμανία, ο Καραθεοδωρή έμεινε στο απυρόβλητο σε όλη τη διάρκεια του πολέμου και η ουδέτερη στάση του παραβλέπεται.
Τον Οκτώβριο του 1945 συμπληρώνει ερωτηματολόγιο της Αμερικανικής Στρατιωτικής ∆ιοίκησης της Βαυαρίας – δεν του προσάπτεται καμία κατηγορία. Μεταπολεμικά επανακάμπτει στο πανεπιστήμιο, επανασυνδέεται με την κόρη του, από την οποία δεν είχαν ειδήσεις από το 1941 έως τις αρχές του 1946, συνεχίζει να συγγράφει και να δίνει διαλέξεις, ονειρεύεται την επιστροφή του στην Ελλάδα. Σε επιστολή του σε συγγενή γράφει το 1946: «Έχασα όλας τας χρηματικάς αποταμιεύσεις τας οποίας είχον εις το εξωτερικό. Έσωσα όμως το σπίτι μου του Μονάχου, με την βιβλιοθήκην και τα διάφορα έργα τέχνης, μεγάλης αξίας. Έσωσα το επιστημονικόν μου όνομα και, πράγμα σπουδαιότερον, την φιλίαν των συναδέλφων της Αμερικής […]. Έσωσα όλην την εργατικότητά μου και τας διανοητικάς μου δυνάμεις. Και αν και έχασα εις τας αρχάς του πολέμου το ¼ του βάρους μου, αι σωματικαί μου δυνάμεις δεν υπέστησαν τόσην μείωσιν […]. Νομίζω ότι δύναμαι ακόμη να προσφέρω πολλάς υπηρεσίας εις την πατρίδαν μας, προ πάντων εις ό,τι αφορά τας επιστημονικάς σχέσεις με το εξωτερικόν».
Bιβλιογραφία
Τ. Χρ. Τσονίδης, Το γένος Καραθεοδωρή, Ορεστιάδα 1989.
Μ. Γεωργιάδου, Κωνσταντίνος Καραθεοδωρή. Ένας μαθηματικός υπό τη σκέπη της εξουσίας, Ηράκλειο 2007.
Ε. Πατούχα, Η μελέτη και τεκμηρίωση του Αρχείου της Ίδρυσης του Πανεπιστημίου Σμύρνης (1919-1922), Αθήνα 2021.
Χρ. Π. Φίλη – Στ. Γερουλάνος, Κωνσταντίνου Στ. Καραθεοδωρή Υπομνήματα, Αθήνα 2024.
Τ. Μιχαηλίδης, Πίσω από το πέπλο. Οι μαθηματικοί του 20ού αιώνα, Ηράκλειο 2024.