Πώς εξηγείται ο ακραίος αντιρωσισμός των Ευρωπαίων
Του Κώστα Γρίβα*
Η επιδεικτική, μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες, εκδίωξη του Ζελένσκι από τον Τραμπ πιθανώς θα πρέπει να ενταχθεί σε μια συγκροτημένη προσπάθεια του σκληρού αμερικανικού κατεστημένου να επαναποκτήσει τον έλεγχο του νέου Ψυχρού Πολέμου από τους Ευρωπαίους και να τον καθαρίσει από τα ανορθολογικά του στοιχεία. Στοιχεία που χαρακτήριζαν και τις ναζιστικές αναγνώσεις της Ρωσίας.
Ακόμη και αν οι ΗΠΑ είχαν πριμοδοτήσει –υπό τη διακυβέρνηση των ιδεοληπτικών Δημοκρατικών– τη σύγκρουση Ουκρανίας-Ρωσίας, η σύγκρουση αυτή κινδυνεύει να ξεφύγει από τα χέρια τους, απειλεί να οδηγήσει σε παγκόσμιο πόλεμο και (κάτι ακόμη χειρότερο για το αμερικανικό κατεστημένο) κινδυνεύει να “εξευρωπαϊστεί”, δηλαδή να διεξαχθεί με βάση όχι μόνο τα γεωπολιτικά συμφέροντα διαφόρων ευρωπαϊκών κρατών, αλλά κυρίως με βάση τις ευρωπαϊκές αναγνώσεις της Ρωσίας, οι οποίες είναι εξόχως ανορθολογικές.
Ρατσιστική ανάγνωση
Στο πλαίσιο αυτής της ρατσιστικής ανάγνωσης, εντάσσονται και οι στυλιζαρισμένες ατάκες περί “ανάσχεσης της Ρωσίας” και οι συγκρίσεις με το Μόναχο του 1938, τον Τσάμπερλεϊν κλπ. Αυτές επαναλαμβάνονται με ψυχαναγκαστική εμμονή από διάφορους πολιτικούς και “ειδικούς” περί των διεθνών σχέσεων στην Ευρώπη γενικώς και την Ελλάδα ιδιαίτερα. Η άποψη ότι η Ρωσία μετά την Ουκρανία θα επιτεθεί και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες γιατί είναι κακή και επιθετική, όχι μόνο δεν προτάσσει κάποιους πειστικούς γεωπολιτικούς λόγους, για τους οποίους η Μόσχα θα επέλεγε κάτι τέτοιο, αλλά αγνοεί και τις ίδιες της δυνατότητες της Ρωσίας, στρατιωτικές και άλλες.
Ακόμη και μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Στάλιν επέλεξε να μην καταλάβει τη Φινλανδία (η οποία μέχρι το 1918 αποτελούσε μέρος της Τσαρικής Ρωσίας, θεωρώντας ότι το κόστος της κατάληψής της θα ήταν πολύ βαρύ για τον Κόκκινο Στρατό, αλλά και γιατί η κατοχή της μετά θα ήταν εξαιρετικά αντιπαραγωγική λόγω της αντίστασης που αναμένετο από τους Φινλανδούς. Κάτι παρόμοιο συνέβη και στην Πολωνία. Η οποία ναι μεν εντάχθηκε στο Σύμφωνο της Βαρσοβίας και της επιβλήθηκε κομμουνιστικό καθεστώς, πλην όμως, το καθεστώς αυτό ήταν ο περιβόητος “εθνικός κομμουνισμός” του Γκομούλκα, ο οποίος διατήρησε σε σημαντικό βαθμό την ισχυρή θέση της Καθολικής Εκκλησίας, την ιδιωτική ιδιοκτησία και την εθνοκεντρική λειτουργία της χώρας πολύ περισσότερο από άλλα κομμουνιστικά κράτη.
Εγγενώς επιθετική
Άρα, ούτε η Σοβιετική Ένωση μπορούσε να επιβάλει πλήρως τη θέλησή της στην αυλή της, ακόμη και τον καιρό της παντοδυναμίας της. Είχε συναίσθηση των περιορισμών της στρατιωτικής ισχύος, όχι μόνον εκτός αλλά και εντός του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Η νεότερη ιστορική έρευνα μας λέει ότι μετά την εισβολή στην Τσεχοσλοβακία το 1968, το λεγόμενο δόγμα Μπρέζνιεφ ήταν κενό γράμμα και οι Σοβιετικοί θεωρούσαν αδύνατη ή έστω άκρως αντιπαραγωγική την “πειθάρχηση” δια της ισχύος των χωρών του Συμφώνου της Βαρσοβίας, όπως φαίνεται με τα γεγονότα στην Πολωνία στις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Έρχονται λοιπόν σήμερα οι “ρεαλιστές” της δυτικής Ευρώπης να υποστηρίζουν ψυχωσικά ότι η Ρωσία “πρέπει να ηττηθεί στην Ουκρανία για να μην πάμε σε νέο Μόναχο”! Κι αυτό συμβαίνει γιατί αντιμετωπίζουν τη Ρωσία ως εγγενώς κακή και επιθετική, δηλαδή με αμιγώς ρατσιστικά κριτήρια και όχι μέσω μιας ορθολογικής γεωπολιτικής ανάγνωσης. Στο σημείο αυτό αξίζει να επισημανθεί πως με αυτά τα ρατσιστικά κριτήρια αναγιγνώσκεται η πολιτική της Ρωσίας όχι μόνο ως κυβερνητική πολιτική, αλλά και ως εθνική επιλογή.
Η δυτική αντίφαση
Ένα άλλο στοιχείο που δείχνει τον ρατσιστικό χαρακτήρα αυτής της ευρωγενούς νεοψυχροπολεμικής μανίας εναντίον της Ρωσίας είναι η εξόχως ανορθολογική συνύπαρξη της ακραίας δαιμονοποίησης της χώρας ως “εγγενώς επιθετική” με τις άκρως υποτιμητικές απόψεις για τις στρατιωτικές της ικανότητες. Αν είσαι αδύναμος δεν μπορεί να είσαι απειλή, ακόμη και να το ήθελες. Όμως, αυτή η αντίφαση δεν φαίνεται καθόλου να ενοχλεί τις ευρωπαϊκές ελίτ, ακριβώς γιατί δεν λειτουργούν με ορθολογικά αλλά με ρατσιστικά κριτήρια.
Έτσι, ο ρωσικός στρατός αντιμετωπίζεται σαν μία χάρτινη τίγρη, τα ρωσικά όπλα σαν πρωτόγονα, ενώ ακόμη και το ρωσικό πυρηνικό οπλοστάσιο θεωρείται περίπου άχρηστο μιας και «τα ποντίκια έχουν φάει τα καλώδια από τους πυραύλους» και «λίγα από τα ρωσικά πυρηνικά δουλεύουν», σύμφωνα με αυτά που γράφονται από Έλληνες “ειδικούς”! Αυτή η δίδυμη και παρανοϊκή ανάγνωση της Ρωσίας ως άκρως επιθετική, λόγω της ίδιας της φύσης της και ταυτοχρόνως ως ανίκανης να απειλήσει τον οποιοδήποτε, χαρακτήριζε τη ναζιστική σκέψη και εμφανίζεται σήμερα στο νέο Ψυχρό Πόλεμο ανανεωμένη.
Στα χρόνια του παλαιού Ψυχρού Πολέμου, ίσχυε ακριβώς το αντίθετο. Δηλαδή υπήρχε, πολύ λογικά, μια υπερτίμηση των τεχνολογικών ικανοτήτων της Σοβιετικής Ένωσης και των δυνατοτήτων του σοβιετικού στρατού. Αυτή η υπερτίμηση ήταν αναγκαία για να δικαιολογείται η κοινωνική, πολιτική και οικονομική στήριξη του αμερικανικού αλλά και του ευρωπαϊκού στρατοβιομηχανικού συμπλέγματος.
Οι φουσκωμένες αντιλήψεις για τις σοβιετικές δυνατότητες εκφραζόταν τόσο από επίσημα χείλη (π.χ. οι φόβοι για το περιβόητο “πυραυλικό χάσμα” στη δεκαετία του 1960) μέχρι σε βιβλία εμβληματικών διανοουμένων, όπως ήταν το περιβόητο “Μπροστά στον Πόλεμο” του Κορνήλιου Καστοριάδη στη δεκαετία του 1980. Επίσης, εκφραζόταν σε προπαγανδιστικά έργα του Χόλιγουντ, όπως ήταν “Ο υπερκατάσκοπος των δύο ηπείρων” με τον Κλιντ Ίστγουντ και “Το κυνήγι του Κόκκινου Οκτώβρη”.
Άρα, ο πρόεδρος Τραμπ και το σύστημα εξουσίας που τον στηρίζει πιθανώς να προσπαθούν να “αμερικανοποιήσουν” εκ νέου τον Ψυχρό Πόλεμο 2.0 έτσι ώστε να διεξαχθεί με γνώμονα τις αμερικανικές γεωπολιτικές αναγνώσεις κι όχι με βάση τις εμμονές των Ευρωπαίων και τα ναζιστικά υπολείμματα στις ευρωπαϊκές πολιτικές, που μπορεί να οδηγήσουν σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις.
*Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους. Πηγή: slpress.gr