«Το Χριστιανικόν Πολίτευμα, η μορφή τούτου και ο τρόπος εμπεδώσεώς του».

«Το Χριστιανικόν Πολίτευμα, η μορφή τούτου και ο τρόπος εμπεδώσεώς του».

Αποσπάσματα ομιλίας του  αοιδήμου ΓΡΒΡΙΗΛ  ΙΩΑΝ. ΑΡΝΕΛΛΟΥ, η οποία πραγματοποιήθηκε  στην Πάτρα στις 15-12-1963

 

Όπως οι πλείστοι εξ υμών θα γνωρίζετε το ζήτημα του Χριστιανισμού δεν είναι τοπικόν και καιρικόν και αναλόγως των μεταβολών ή πολιτικών διακυμάνσεων. Το ζήτημα του Χριστιανισμού ανάγεται από καταβολής Κόσμου, από δημιουργίας Κόσμου, και θα σας υπενθυμίσω ότι ο Κύριος, ο Ύψιστος, από καταβολής Κόσμου τηρεί μαθηματικήν ενότητα, ενότητα τοιαύτην, ένεκα της οποίας, όστις θέλει να εκτραπή ταύτης συντρίβεται. Δεν έχει σημασίαν ο χρόνος, όστις θα παρέλθη από της εκτροπής μέχρι της συντριβής……

    Ευρίσκομαι εν συγκινήσει  εις το βήμα τούτο, το φιλόξενον, διότι πρόκειται να συνεχίσω το κήρυγμα, το οποίον ήρξατο από εξηκονταετίας, ήτοι αφ’  ότου  εκείνοι οι άνδρες οι ολίγοι, οι οποίοι ευρίσκοντο εν Πάτραις, συνεχίζοντες την εθνεγερσίαν, αλλ’  από πνευματικής απόψεως, διεκήρυξαν: «Τσάροι, αυτοκράτορες, βασιλείς και πάντες οι μεγιστάνες της δυνάμεως, του πλούτου και της ισχύος θα καταρρεύσουν. Και θα καταρρεύσουν, διότι αποτελούν εμπόδιον εις την πρόοδον των λαών και εις την ενότητα της ανθρωπότητος».  Αποτελούν άρνησιν του ¨…αγιασθήτω το όνομά Σου, ελθέτω η βασιλεία Σου, γενηθήτω το θέλημά Σου, ως εν Ουρανώ και επί της Γης».

    Η περίοδος εκείνη, η οποία ταυτίζεται με την προφητείαν του Αββακούμ «… εν τω εγγίζειν τα έτη Σου επιγνωσθήση …» ήρξατο διά του ανοίγματος όπως λέγομεν σήμερον, δια της απαρχής της περιόδου της συντριβής της υλικής δυνάμεως. …..

    Και  δια να αντιληφθήτε ποία η υφή και ποίον το περιεχόμενον του Χριστιανικού Πολιτεύματος πρέπει να αρχίσω από της εποχής του Νώε. Διότι όταν ομιλούμεν περί Χριστιανικού Πολιτεύματος, περί   Χριστιανισμού και Χριστού, δεν δυνάμεθα να παρίδωμεν την εργασίαν του Θεού, την οποίαν ήρξατο απ’ Αδάμ. Εν συνεχεία της εξυγιάνσεως της ανθρωπότητος, διότι μετά το προπατορικόν αμάρτημα επήλθε καμπύλη εν τη Δημιουργία και εφθάσαμε εις την δια της κιβωτού του Νώε σωτηρίαν εκείνων, οι οποίοι είχον μέσα των εξ όλης της καρδίας τον Θεόν.

    Προχωρούμεν εις την βιβλικήν μορφήν του Αβραάμ και δια των Πατριαρχών φθάνομεν εις το σημείον εκείνο, κατά το οποίον οι Ισραηλίται ορεγόμενοι βασιλεία του κόσμου τούτου, επέβαλον διά του Σαμουήλ εις τον Ύψιστον, την εκλογήν υπέρ αυτών βασιλέως, παρά τας αντιρρήσεις του Υψίστου, εφ’  όσον το ήθελε ο λαός, τους εδόθη και ο άρχων βασιλεύς, διά να υποστή  τας συνεπείας αυτός ούτος και να έχη ο ίδιος και το βάρος της ευθύνης. Διότι εις το έργον του Θεού υπάρχει ελευθερία, και διά τούτο εις το Χριστιανικόν Πολίτευμα δεν υπάρχει βία, δεν υπάρχει κατάθλιψις. ….

    Έχεται ο βασιλεύς, εκτρέπεται από το έργον της Δημιουργίας, στέλλει ο Θεός τους προφήτας, τους προαναγγέλλουν τα δεινά, αμετάπειστοι, και εν τη συντελεία των καιρών έρχεται ο Κ.Η.Ι. Χριστός, ο οποίος θέτει τας βάσεις, ως Παγκριτής,  «…αγιασθήτω το όνομά Σου, ελθέτω η βασιλεία Σου, γενηθήτω το θέλημά Σου, ως εν Ουρανώ και επί της Γης».

   Η ανθρωπότης προχωρεί, δεν θέλει να ενωτισθή το Κήρυγμα του Κυρίου, αλλά το έργον έχει ήδη φυτευθή υπό της χειρός του Κυρίου, του Ουρανίου Πατρός, και πάσα φυτεία, την οποίαν ο Κύριος ημών, ο Ύψιστος δεν έχει φυτεύσει θα εκριζωθή. Είναι αδύνατον, λοιπόν, εις την ανθρωπότητα να επιβληθούν ή να διαιωνισθούν καθεστώτα αντίθετα προς τον σκοπόν του Θεού. Εν είναι το καθεστώς του Θεού το: «…αγιασθήτω το όνομά Σου, ελθέτω η βασιλεία Σου, γενηθήτω το θέλημά Σου, ως εν Ουρανώ και επί της Γης». Τούτο στηρίζεται εις το έργον του Σταυρού…..

    Ο Δανιήλ είπεν ότι αι βασιλείαι θα αρθούν του κόσμου τούτου και θα δοθή η βασιλεία (όχι αι βασιλείαι), εις τους αγίους,  οίτινες θα άρχουν μέχρι συντελείας του κόσμου.

    ‘Ηδη σήμερον ευρισκόμεθα εις το τέρμα της περιόδου εκείνης, την οποίαν διεκήρξαν οι ολίγοι άνδρες εκείνοι, οίτινες εκ ταπεινοφροσύνης έφθασαν εις το σημείον, και  εξ αγάπης δια την επιβίωσιν των συναγωνιστών των, να σκουπίζουν και τας οδούς των Πατρών, και όχι από θρησκοληψίαν. Από ταπεινοφροσύνην και εξ αγάπης προς το σύνολον. Εκείνοι μεν διεκήρυξαν ότι ηνοίχθη η εποχή της Επιγνώσεως, ηνοίχθη η εποχή κατά την οποίαν «… εν τω εγγίζειν τα έτη Σου επιγνωσθήση», δηλαδή θα έλθη  καιρός να συντριβούν αι βασιλείαι, να καταπέσουν οι μεγιστάνες, τότε θα επιγνωσθής.

   Όταν λέγωμεν Επίγνωσιν, την οποίαν εκηρύξαμεν την εποχήν εκείνην, εννοούμεν την εξύψωσιν της πνευματικής ερεύνης μέχρι της καθυποτάξεως εις την εξ αποκαλύψεως αλήθειαν. Διότι η εξ αποκαλύψεως αλήθεια είναι αμετάβλητος, ακατάβλητος και δεν επιδέχεται ουδεμίαν νοθείαν.  Ας μη φαίνεται  παράξενον. Ηνοίχθη ήδη η εποχή του «εν τω παρείναι τον καιρόν αναδειχθήση»…

    Δεν υπάρχει μόνον κίνησις δια το Χριστιανικόν Πολίτευμα παρ’  ημίν. Είναι παγκόσμιος. Εις την Δ. Γερμανίαν, ήδη, γίνεται κίνησις και διακηρύσσεται ότι πολύ απέχομεν του να είμεθα χριστιανοί. Και όλα τα συστήματα και όλαι αι εκδηλώσεις μας ότι δήθεν είναι χριστιανικαί, είναι συμπράξεις του αντιχρίστου, διότι εμποδίζουν το Απολυτρωτικόν έργον του Κυρίου.

    Προκειμένου, λοιπόν, να ομιλήσωμεν και να καθορίσωμεν το Χριστιανικόν Πολίτευμα πρέπει να του αρνηθώμεν πάσαν θεμελίωσιν επί της υλικής ισχύος. Άνευ της θεμελιώσεως τούτου επί του Σταυρού, δηλαδή της μεγαλυτέρας θυσίας, την οποίαν δυνάμεθα να έχωμεν υπ’  όψιν μας, από καταβολής κόσμου, είναι αδύνατον να προχωρήσωμεν εις την εξήγησιν δια το Χριστιανικόν Πολίτευμα.

    Ο Κ.Η.Ι. Χριστός, προτού ανέλθη εις τον Σταυρόν έδωσε το μεγαλύτερον δείγμα της ταπεινοφροσύνης. Έπλυνε τους πόδας των μαθητών καίτοι είς εκ τούτων, ο Ιούδας, επρόκειτο να τον παραδώση εις τους σταυρωτάς, οι δε λοιποί θα τον εγκατέλειπον, λόγω βεβαίως ψυχικής εξουθενώσεως και όχι εκ προδοσίας. Και όμως «πλύνει» τους πόδας των μαθητών Του δια να τους δείξη από πού πρέπει να αρχίσωμεν.  … Συμβολίζει τούτο ότι δια να καταλάβετε το Μυστήριον το οποίον θα γίνη επί του Σταυρού, πρέπει να εγκαταλείψετε τας επιδράσεις τας γηϊνας και δια να τας εγκαταλείψετε πρέπει,  διά τούτο, να φωτισθήτε δι’  Αγίου Πνεύματος, διότι δεν είναι δυνατόν, έχοντες κατά νουν τα όσα είχατε μέχρι της στιγμής, ήτοι να βασιλεύσετε εν τω κόσμο τούτω  κατά κόσμον, να καταλάβετε το Μυστήριον του Σταυρού.

    Διά τούτο ακριβώς το Χριστιανικόν Πολίτευμα δεν δύναται να έχη καμίαν σχέσιν εκτός της ταπεινοφροσύνης, εκτός της αγάπης εκείνης, δια την οποίαν είπεν ο Κύριος «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της ψυχής σου, εξ όλης της διανοίας σου, εξ όλης της καρδίας σου», διότι εάν δεν φυτεύση ο άνθρωπος τον Θεόν εν τη ψυχή αυτού είναι αδύνατον να ιδή τον Θεόν, αλλά και ταυτοχρόνως να αγαπήση τον πλησίον του ως εαυτόν. Εν τω Πολιτεύματι τω Χριστιανικώ αυτοί είναι οι δύο παράγοντες, οίτινες θα το επιβάλουν, θα το εμπεδώσουν. …..

    Προς τι, λοιπόν, να επιμένωμεν εις συστήματα και μορφάς εκτός του Χριστιανισμού; «… Άνευ εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν», διεκήρυξεν ο Κύριος. Το Α και το Ω εις το Χριστιανικόν Πολίτευμα είναι ο Κ.Η.Ι. Χριστός. Απ’ αρχής ο Θεός τους Ισραηλίτας προσανατόλισε δια της αποκαλύψεώς Του εις τον Μωυσέα, διά των Πατριαρχών, διά των Κριτών, και όταν εμεσολάβησαν βασιλείς και άνθρωποι, έστειλε προφήτας να ελέγχουν τούτους. Ούτω και μόνον δύναται να κατανοηθή πως είναι δυνατόν το Χριστιανικόν Πολίτευμα να εμπεδωθή εν τω κόσμω τούτω. Την μορφήν του Χριστιανικού Πολιτεύματος μας την δίδει ο Κ.Η.Ι. Χριστός. Αγάπη σημαίνει κοινωνία ανθρώπων και κοινωνία ανθρώπων σημαίνει αγάπη. Επομένως το Χριστιανικόν Πολίτευμα δεν νοείται μονοκρατορικόν, καισαροπαπικόν. Εννοείται συλλογικόν.

    Όταν ήλθε το  πλήρωμα του χρόνου και εφαίνετο ότι η Εκκλησία πνέει τα λοίσθια, ήλθεν ο Μ. Κωνσταντίνος διά του «Εν τούτω Νίκα». …….. Προς λύσιν όλων των θεμάτων των ανθρώπων πρέπει να κατανοηθή διατί το έργον εκείνο το οποίον εδημιουργήθη υπό του Μ. Κωνσταντίνου και των επιγόνων του ανετράπη και έμεινε μόνον το «εν τούτω νίκα», δηλαδή το έργον  της Εκκλησίας και των Συνόδων. …….

    Λοιπόν πέραν της θυσίας και της ταπεινοφροσύνης είναι αδύνατος η εμπέδωσις του Χριστιανικού  Πολιτεύματος. Τότε πως θα εμπεδωθή; Ήδη από του Μ. Κων/νου και εκ της αποκηρύξεως των αιρέσεων και εκ της διατυπώσεως του ορθού δόγματος, η Εκκλησία έχει λάβει την μορφήν και της Πολιτείας. Παρ’ ημίν, τουλάχιστον, των Ορθοδόξων Ελλήνων, η Εκκλησία ευρίσκεται εις ισότιμον θέσιν, τρόπον τινα, με την Πολιτείαν…..

    Εις το σημείον τούτο, λοιπόν, ευρίσκεται ο τρόπος της επιβολής, της εμπεδώσεως του Χριστιανικού Πολιτεύματος. Αλλά διά να κατορθώσωμεν να υπεισέλθωμεν εις το νόημα τούτο πρέπει να πιστεύσωμεν τον Θεόν εξ όλης της καρδίας μας. Διό πρέπει να φυτεύσωμεν τον Θεόν εις την καρδίαν μας, πρέπει να τον καταλάβωμεν, να τον κατανοήσωμεν.

    Την έννοιαν ταύτην την διεκήρυκε και την διετύπωσε (και τα στοιχεία αυτά τα έχει) το κήρυγμα της Επιγνώσεως. Δεν έχει σημασίαν εάν δεν έχη κατανοηθή αύτη και δεν έχη μελετηθή. Έχει σημασίαν το ότι έχει συντελεσθή……

    Εκτός της Εκκλησίας του Κ.Η.Ι. Χριστού είναι αδύνατον να υπάρχη ευδοκία, να υπάρχη μακαριότης, υπάρχει ανία, ας έχωμεν ειρήνην. …… διότι λείπει η κατά Θεόν ευδοκία. Δι’ αυτό τονίζεται υπό των αγγέλων εις τους αγραυλούντας, εις τους ποιμένας ότι έρχεται ειρήνη εν τω κόσμω, αλλ’ εν ευδοκία. ….. Και  εν τω Χριστιανικώ Πολιτεύματι τούτο, ως το διεκηρύξαμεν από του 1896 και ως το διατυπώνομεν σήμερον ότι θα στηρίζεται πάντοτε το έργον του Θεού, ουχί πέραν τούτου, εις την αγάπην του Σταυρού και εις την ταπεινοφροσύνην του Κ.Η.Ι. Χριστού.

    Ο Ελληνισμός πράγματι θα εκπληρώση τα πεπρωμένα του. Θα εκπληρώση την θέσιν εκείνην, την οποίαν του εβεβαίωσεν ο Κ.Η.Ι. Χριστός, όταν παρουσιάσθηκαν Έλληνες ενώπιόν Του, προτού ανέλθη εις τον Σταυρόν «ελήλυθεν η ώρα, λέγει, ίνα δοξασθή ο Υιός του ανθρώπου» ……… όχι κατακτητικώς, όχι δια της υποδουλώσεως λαών, όχι δια της εκμεταλλεύσεως του πλησίον, αλλά δια της αγάπης του Σταυρού και της ταπεινοφροσύνης. …. Να μου το ενθυμήσθε. Διά του κηρύγματος του Σταυρού ο ορθόδοξος ελληνισμός θα επανέλθη εις τας εστίας του. Θα επανέλθη να ολοκληρώση το έργον εκείνο της πνευματικής ανορθώσεως του ανθρώπου και των λαών, το οποίον έμεινε εις το σημείον εκείνο που το άφησαν αι Οικουμενικαί Σύνοδοι. Διότι αι Οικουμενικαί Σύνοδοι σκοπόν είχον να καθορίσουν το δόγμα, να θεμελιώσουν την βάσιν του Χριστιανικού Πολιτεύματος.

    Και βλέπετε σήμερον, ως απαρχήν τούτου έχομεν τον διάλογον μεταξύ Ανατολής και Δύσεως. …. Τώρα που πλησιάζει η εξάντλησις της υλικής βίας εξ ιδίων της, αντιλαμβάνεται και το Βατικανόν την ανάγκην του διαλόγου, και τούτο το εξ ανάγκης, όπως λέγει ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, θα φθάση εις αγάπην. Όταν έλθη η ώρα της αγάπης, τότε θα ανοιχθώσι οι οφθαλμοί εκείνων οι οποίοι θα συγκεντρωθούν εις την Τράπεζαν της ενότητος και θα εύρουν τον τρόπον να  συμφωνήσουν απολύτως και να καθορίσουν ποία πρέπει να είναι πλέον η μορφή της Ποιμενούσης Εκκλησίας…..

     Το έργον της ειρήνης δεν είναι έργον των στρατιωτικών, δεν είναι έργον των πολιτικών. Είναι έργον των θεολόγων. Αλλά ποίων θεολόγων;

Εκείνων, οι οποίοι θα έχουν εις τας καρδίας αυτών εξ ολοκλήρου, εκ πάσης ισχύος, εκ πάσης ψυχής, εκ πάσης διανοίας, τον Θεόν, τον Θεόν ως επεφάνη τόσον εν Ιορδάνη, τόσον εν τω Θαβώρ, όσον και επί του Γολγοθά, τον Θεόν εκείνον τον οποίον πιστεύομεν εν τω προσώπω του Κ.Η.Ι. Χριστού……

    Και επανέρχομαι διά το ζήτημα της αποστολής του Ελληνισμού…. Σας λέγω και πάλιν ότι ο ελληνισμός έχει αποστολήν να εμπεδώση το Χριστιανικόν Πολίτευμα  εις ολόκληρον την ανθρωπότητα, γινόμενος παράδειγμα και υπόδειγμα. Εις τούτο εκλήθη και καλείται διά του Κ.Η.Ι. Χιστού και διά τούτο δεν διακινδυνεύω την προφητείαν, αλλά σας το προλέγω ότι δεν είναι μικρόν το γεγονός ότι αι νήσοι, ενώ εξεριζώθη από τας εστίας του, αι νήσοι εν τω πελάγει έμειναν εις την Ελλάδα και έμειναν εις την Ελλάδα ως εγγύησις, ως προγεφύρωμα του Ελληνισμού να επανέλθει εις τας εστίας του, αλλά πως; Καλούμενος όχι κατακτητικώς. Θα  ανταποδώσωμεν εις την Ασίαν και εις την Άπω Ανατολήν το κήρυγμα του Απ. Παύλου, όστις εκ της Τρωάδος ήλθεν εις  Φιλίππους και εις ολόκληρον την Ελλάδα και εκήρυξε  «ότι ο Θεός ανέστησε εκ νεκρών άνδρα, ίνα εν δικαιοσύνη κρίνη πάντας ημάς, Κριτής και Βασιλεύς παντού ο Κ.Η.Ι. Χριστός». Και μόνον δια του Κ.Η.Ι. Χριστού ο Ελληνισμός θα εκπληρώση τα πεπτρωμένα του. …

   *Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους./ ΦΩΤΟ ΕΠΑΝΩ : Μονή της Χώρας, Κωνσταντινούπολη Α. Βικέτος

********

Το πιο πάνω κείμενο θέλει να εκφράσει τις απόψεις του κινήματος του Ιωάννη  Αρνέλλου (1870-1948), που ιδρύθηκε το έτος 1896 και ονομαζόταν «Αρμαγεδδών». Ο κορμός του κινήματος αυτού που αποτελείτο από λαϊκούς ,αποφοίτους του Πανεπιστημίου και από διακεκριμένους επιχειρηματίες (Βλέπε το πόνημα του Μιχαήλ Δημητρίου « Το Ελληνικό Σοσιαλιστικό κίνημα , Έτος 1985 , Εκδόσεις Πλέθρον).

Ιωάννης  Αρνέλλος (1870-1948)

Το κίνημα Αρμαγεδδών διακήρυττε ότι μόνον το πολίτευμα του Σταυρού δίνει λύσεις στα ανθρώπινα προβλήματα και στην αναζήτηση κάθε αλλαγής και κοινωνικής δικαιοσύνης.

 Γι’αυτό υπογράμμιζαν ότι μόνο το κατά Χριστόν πολίτευμα προστατεύει την ανθρώπινη προσωπικότητα ,την αληθινή ελευθερία και ειρήνη.

Τόνιζαν επίσης ότι το κίνημα Αρμαγεδδών είναι εναντίον όλων των κατά κόσμον  κατεστημένων . Το μότο τους ήταν: τσάροι, αυτοκράτορες, βασιλείς, αυτοκρατορίες, προύχοντες, λαϊκοί και κληρικοί θα καταρρεύσουν, γιατί αποτελούν εμπόδιο προς την ένωση της ανθρωπότητας στο όνομα του Χριστού. Και βέβαια περιφρονήθηκαν από τους πάντες.

 Υπογράμιζαν επίσης ,  ότι η ζωή είναι αγώνας προς  ένα ορισμένο σκοπό:   εκείνου  της θέωσης ,του κατ΄ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν  Θεού  πλασθέντος ανθρώπου και όχι μία τυχοδιωκτική περιπέτεια που οδηγεί στην πτώση του κατ εικόνα και έχει σαν συνέπεια την οριστική  απώλεια  του καθ’ ομοίωσιν.

Ο Γαβριήλ Αρνέλλος (1904-1985) υπήρξε μέλος του πνευματικού κινήματος χριστιανοκοινωνιστών, “Αλήθεια”, που ιδρύθηκε από τον πατέρα του, μαθηματικό Ιωάννη Αρνέλλο. Ο Γαβριήλ Αρνέλλος αρθρογραφούσε σε διάφορες εφημερίδες, μεταξύ των οποίων, προδιδακτατορικά στον εβδομαδιαία εφημερίδα “Ελεύθερος” του Πουρνάρα, και δημοσίευσε διάφορα πονήματα. 

Το 1968 υπήρξε ο μοναδικός έλληνας που τόλμησε και έκανε ένσταση κατά του κύρους του δημοψηφίσματος των συνταγματαρχών, για την αποδοχή του νέου Συντάγματος, οι οποίοι επικαλούνταν ότι θα δημιουργήσουν την Ελλάδα Ελλήνων Χριστιανών, με την ανοχή των τότε ποιμεναρχών. Η εφημερίδα “Καθημερινή” σε μια επιφυλλίδα της, είχε αναφέρει το γεγονός αυτό. 

Ήταν ένας πιστός, διορατικός λαϊκός, με ανοιχτούς ορίζοντες και μακρυά από τυμπανοκρουσίες, ταγμένος στην αξία του οικουμενικού διαλόγου, γιατί το θεωρούσε όφελος για την επιβίωση της ανθρωπότητας , από την αλαζονεία των ανθρώπων .

Νίκος Τζωΐτης

 

Share this post