Το εθνικό απόθεµα των Αγώνων της Αθήνας
Του Ευάγγελου Βενιζέλου*
Αν η Μεταπολίτευση είναι όχι μόνο η στιγμή της μετάβασης από τη δικτατορία στη δημοκρατία αλλά και όλη η περίοδος των πενήντα ετών, οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004 ήταν η κορύφωση της μεταπολιτευτικής αίσθησης ότι η χώρα άλλαξε κατηγορία, ότι όλα θα πηγαίνουν «από το καλό στο καλύτερο». Η συνέχεια διέψευσε τις προσδοκίες που δημιούργησε η Ολυμπιακή Ελλάδα πρωτίστως στους πολίτες της. Η πεντηκονταετία τέμνεται στα τριάντα χρόνια έως τους Αγώνες και στα είκοσι που ακολουθούν, στα οποία κυριαρχεί η οικονομική κρίση.
Η Ολυμπιακή προετοιμασία και η διεξαγωγή των Αγώνων το 2004 ανέδειξε την πιο αποτελεσματική και δημιουργική όψη του κράτους και την πιο ενθουσιώδη και συμμετοχική όψη της κοινωνίας των πολιτών. Στη δημόσια συζήτηση επανέρχονται ερωτήματα που έχουν απαντηθεί εκ των πραγμάτων. Μήπως δεν έπρεπε μια χώρα με το μέγεθος και τα διαρθρωτικά προβλήματα της Ελλάδας να διεκδικεί την οργάνωση Ολυμπιακών Αγώνων; Η Ελλάδα όμως δεν είναι μια μεσαία σε πληθυσμό ευρωπαϊκή χώρα με χαμηλές οικονομικές επιδόσεις, αλλά η Πατρίδα των Αγώνων, η ιστορική αναφορά του Ολυμπιακού κινήματος και ο τόπος της μόνιμης διεξαγωγής τους αν επικρατήσει η αντίληψη αυτή. Μήπως το κόστος της Ολυμπιακής προετοιμασίας ευθύνεται για την ανεξέλεγκτη εκτίναξη του δημοσιονομικού και πρωτογενούς ελλείμματος αλλά και του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών του 2009 που διαμόρφωσαν τις συνθήκες για την κρίση αναχρηματοδότησης του δημοσίου χρέους, τον αποκλεισμό της χώρας από τις αγορές και την απειλή της ασύντακτης χρεοκοπίας; Προφανώς όχι. Ακόμη και αν υποτεθεί ότι όλη η δαπάνη της Ολυμπιακής προετοιμασίας ήταν μη αναγκαία και μη ορθολογική, χωρίς καμία προστιθέμενη αξία και καμία συμβολή στην αύξηση του ΑΕΠ, τα μεγέθη είναι πολύ μικρά ( μόλις το 1% των δημοσίων δαπανών 2000-2010) προκειμένου να ενοχοποιηθούν για την επώαση της οικονομικής κρίσης και την έκρηξή της.
Αντιθέτως η ολυμπιακή προετοιμασία της χώρας, συμπεριλαμβανομένων των βασικών υποδομών και των Ολυμπιακών έργων αλλά και των κρατικών λειτουργιών, που ήταν ευθύνη της κυβέρνησης και ήταν εγχείρημα διαφορετικό αλλά παράλληλο με την οικονομικά ισοσκελισμένη προετοιμασία των Αγώνων ως διεθνούς αθλητικού γεγονότος που ήταν αρμοδιότητα της Οργανωτικής Επιτροπής υπό την προεδρία της Γιάννας Αγγελοπούλου, ήταν η πιο συνθέτη και απαιτητική άσκηση στην οποία δοκιμάστηκαν όλες οι όψεις του κράτους: η κυβέρνηση, η Βουλή, συνεπώς και η αντιπολίτευση, η δημόσια διοίκηση, ο ευρύτερος δημόσιος τομέας και βεβαίως η Δικαιοσύνη.
Συγκροτήθηκε το πιο συνεκτικό, πειθαρχημένο και αποτελεσματικό σύστημα διοίκησης έργου και διαχείρισης κρίσης, με την ολυμπιακή προετοιμασία να γίνεται αντιληπτή ως ενιαίο «έργο» και ταυτόχρονα ως «κρίση» που πρέπει να αντιμετωπιστεί. Αυτό το σύστημα συγκροτήθηκε σε πολλαπλά επίπεδα από τον Πρωθυπουργό, τον υπουργό που είχε τον συντονισμό και τη Διυπουργική Επιτροπή Συντονισμού Ολυμπιακής Προετοιμασίας (ΔΕΣΟΠ) μέχρι την τοπική αυτοδιοίκηση. Ψηφίστηκε μια δέσμη ειδικών νόμων με ρυθμίσεις που συνθέτουν ένα μοντέλο διοικητικών διαδικασιών για πολύπλοκα θέματα και κυρίως για τα διαρκώς επίκαιρα θέματα προστασίας του περιβάλλοντος, δημόσιας υγείας και πολιτικής προστασίας. Επιλύθηκαν άπειρα προβλήματα συναρμοδιοτήτων και συνεργιών. Εκτελέστηκαν στον προκαθορισμένο χρόνο και υπό αυστηρό διεθνή έλεγχο εκατοντάδες δημόσια έργα υποδομών (οδικοί άξονες, μέσα σταθερής τροχιάς, αθλητικά έργα, έργα φιλοξενίας και υποστήριξης, πολιτιστικά έργα) όχι μόνο στην Αθήνα αλλά και στις άλλες Ολυμπιακές πόλεις (Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Ηράκλειο, Βόλος). Οργανώθηκε και εκτελέστηκε η πιο πολύπλοκη και απαιτητική επιχείρηση ασφάλειας και δημόσιας τάξης.
Όλα δε αυτά έπρεπε τους τελευταίους τέσσερις μήνες (από τον Μάρτιο έως τον Αύγουστο 2004) να ολοκληρωθούν και να δοκιμαστούν τις ημέρες των Αγώνων με μια άλλη κυβέρνηση που διατύπωνε την κριτική της επί χρόνια ως αντιπολίτευση. Επρόκειτο συνεπώς και για μια πρωτοφανή άσκηση δημοκρατίας.
Όταν έσβησαν τα φώτα και των Παραολυμπιακών Αγώνων, έμεινε η μνήμη του γεγονότος και η ατομική αίσθηση όλων των Ελληνίδων και των Ελλήνων που μετείχαν έστω ως τηλεοπτικοί θεατές, έμειναν οι βασικές υποδομές που ελάχιστοι τις συνδέουν σήμερα με την Ολυμπιακή προετοιμασία, έμεινε ο πλούτος των αθλητικών έργων και των έργων φιλοξενίας και υποστήριξης για πολλά από τα οποία παρουσιάστηκε αδικαιολόγητα μακρά αμηχανία των κυβερνήσεων που ακολούθησαν. Δεν έμεινε όμως ενεργό το κεκτημένο της μεθόδου της Ολυμπιακής προετοιμασίας ως μοντέλου διοίκησης σύνθετων έργων και διαχείρισης κρίσεων, ως μοντέλο νομοθετικής τεχνικής και διαλόγου με τη δικαστική εξουσία. Αρκεί να σημειώσω ότι για τα ολυμπιακά έργα διεξήχθησαν πάνω από πενήντα δίκες στο ΣτΕ, η δε απόφαση της Ολομέλειας με την οποία επιτράπηκε η κατασκευή του Μουσείου της Ακρόπολης ελήφθη με διαφορά μιας ψήφου (13/12)! Ίσως αυτό που είναι τώρα χρήσιμο είναι να ανακτήσουμε αυτό το απόθεμα. –
*Ο Ευάγγελος Βενιζέλος, είναι πρώην Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας. Επίσης , διετέλεσε υπουργός Πολιτισμού αρμόδιος για τον συντονισμό της Ολυμπιακής Προετοιμασίας. Πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ.- Το αρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα των Αθηνών Καθημερινή