Επίσκοπος της Εκκλησίας Ελλάδος και καθηγητής της Θ.Σ. του ΕΚΠΑ μάρτυρες υπεράσπισης της αδελφότητας της Μονής Αββακούμ.
Ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Σταυροπηγίου κ. Αλέξιος ( ΦΩΤΟ ΕΠΑΝΩ: Χρήστος Μπόνης) από την Εκκλησία Ελλάδος και ο Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και Κοσμήτορας αυτής, κ. Εμμανουήλ Καραγεωργούδης έχουν κλητευθεί από την Ανακριτική Επιτροπή της Ιεράς Συνόδου να καταθέσουν ως μάρτυρες υπεράσπισης της αδελφότητας της Μονής Αββακούμ, αναφέρεται σε Δελτίο Τύπου των δικηγόρων, στο οποίο σημειώνεται ότι πριν καταθέσουν οι δύο αυτοί “σημαντικοί και κομβικής σημασίας μάρτυρες, δεν μπορεί ούτε να συνταχθεί Πόρισμα ούτε από τους Ανακριτές ούτε μετά από την Ανακριτική Επιτροπή, ούτε να λήξει το ανακριτικό έργο, έστω και αν αυτό είναι παράνομο”. Επίσης, αναφέρεται ότι εάν μια από τις κατηγορίες της καταγγελίας του Μητροπολίτη Ταμασού δεν ευσταθεί, τότε κατά το Κανονικό Δίκαιο (130ος κανόνας της Καρθαγένης) απορρίπτονται υποχρεωτικά όλες”.
Ο Καθηγητής Εμμανουήλ Καραγεωργούδης ΦΩΤΟ: soctheol.uoa.gr
Παρατίθεται το Δελτίο Τύπου:
“Επειδή είδαν το φως της δημοσιότητας δημοσιεύματα, τα οποία παρέχουν
εσφαλμένα στοιχεία, σχετικά με το έργο της Ανακριτικής Επιτροπής, το Πόρισμα της, καθώς
και την όλη διαδικασία, που προβλέπεται από εδώ και πέρα, σας ενημερώνουμε ότι:
Α. Καταρχήν, κατά το άρθρο 12 του Παραρτήματος του Καταστατικού Χάρτη, η Ανακριτική
Επιτροπή είναι πενταμελής (τρεις Αρχιερείς και δύο κληρικοί) και όχι τριμελής. Συνεπώς,
και η Ανακριτική Επιτροπή δεν είναι νόμιμη αφού είναι τριμελής και όχι πενταμελής αλλά
και οι δύο κληρικοί που διεξάγουν ανακρίσεις, αφού δεν είναι μέλη της, είναι παράνομοι
και για τον ίδιο λόγο είναι παράνομες και άκυρες και οι καταθέσεις που λαμβάνουν.
Β. Παρά ταύτα, έχουν κλητευθεί να καταθέσουν δύο επιφανείς μάρτυρες, οι οποίοι έχουν
προταθεί ως μάρτυρες υπεράσπισης, ο κ. Εμμανουήλ Καραγεωργούδης, Καθηγητής της
Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και Κοσμήτορας αυτής, καθώς και ο
Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Σταυροπηγίου κ. Αλέξιος από την Εκκλησία της Ελλάδος.
Αμφότεροι θα καταθέσουν κανονικά ως μάρτυρες. Συνεπώς, πριν καταθέσουν οι δύο αυτοί
σημαντικοί και κομβικής σημασίας μάρτυρες, δεν μπορεί ούτε να συνταχθεί Πόρισμα ούτε
από τους Ανακριτές ούτε μετά από την Ανακριτική Επιτροπή, ούτε να λήξει το ανακριτικό
έργο, έστω και αν αυτό είναι παράνομο.
Γ. Ο Ανακριτής που ορίσθηκε (στην περίπτωση μας οι δύο παράνομοι ανακριτές) συντάσσει
κατά το άρθρο 14 παράγραφος 6 του Παραρτήματος του Καταστατικού Χάρτη Πόρισμα,
που υποβάλλει στην Ανακριτική Επιτροπή. Το Πόρισμα αυτό πρέπει να είναι απαλλακτικό.
Δ. Το Πόρισμα της Ανακριτικής Επιτροπής, που στηρίζεται στο Πόρισμα του Ανακριτή,
πρέπει να είναι επίσης υποχρεωτικά απαλλακτικό για τους κατηγορουμένους, όποιοι τελικά
είναι αυτοί, διότι το μεν οπτικοακουστικό υλικό – εκτός του ότι δεν στοιχειοθετεί κανένα
«σεξουαλικό παράπτωμα» – είναι και παράνομο αποδεικτικό μέσο και δεν μπορεί να
χρησιμοποιηθεί, οι δε μαρτυρικές καταθέσεις είναι παράνομες και για τον λόγο αυτόν
άκυρες. Συνεπώς, τονίζουμε, ελλείψει αποδεικτικών στοιχείων, υποχρεωτική η απαλλαγή
των μοναχών από κάθε κατηγορία. Στην περίπτωση αυτή στέλνει την υπόθεση στο Αρχείο
(άρθρο 15 του Παραρτήματος του Καταστατικού Χάρτη) και όχι στην Ιερά Σύνοδο.
Εάν μια από τις κατηγορίες της καταγγελίας του Μητροπολίτη Ταμασού δεν ευσταθεί, τότε
κατά το Κανονικό Δίκαιο (130ος κανόνας της Καρθαγένης) απορρίπτονται υποχρεωτικά
όλες.
Ε. Εάν, παρ’ ελπίδα, η Ανακριτική Επιτροπή αποφανθεί υπέρ της διώξεως, τότε κατά το
άρθρο 15 του Παραρτήματος του Καταστατικού Χάρτη, ορίζει Εκκλησιαστικό Εισαγγελέα, ο
οποίος θα συντάξει το κατηγορητήριο. Συνεπώς, ούτε η Ανακριτική Επιτροπή συντάσσει
κατηγορητήριο, ούτε το στέλνει στην Ιερά Σύνοδο ή στο Συνοδικό Δικαστήριο
Ε. Εάν, παρ’ ελπίδα, η Ανακριτική Επιτροπή αποφανθεί υπέρ της διώξεως, τότε κατά το
άρθρο 15 του Παραρτήματος του Καταστατικού Χάρτη, ορίζει Εκκλησιαστικό Εισαγγελέα, ο
οποίος θα συντάξει το κατηγορητήριο. Συνεπώς, ούτε η Ανακριτική Επιτροπή συντάσσει
κατηγορητήριο, ούτε το στέλνει στην Ιερά Σύνοδο ή στο Συνοδικό Δικαστήριο.
ΣΤ. Στην παραπάνω περίπτωση, κατά το άρθρο 19 του Παραρτήματος του Καταστατικού
Χάρτη, ο Εκκλησιαστικός Εισαγγελέας, αφού καταρτίσει το κατηγορητήριο, το καταθέτει
στην Γραμματεία του Συνοδικού Δικαστηρίου και στη συνέχεια αποστέλλει αντίγραφα των
μαρτυρικών καταθέσεων, του κατηγορητηρίου και της κλήσης για το Δικαστήριο στους
κατηγορουμένους.
Με περισσότερη σαφήνεια δεν γίνεται να περιγραφεί η διαδικασία. Όσοι αμφισβητούν τα
παραπάνω, έχοντας διαφορετική άποψη, τους παραπέμπουμε στις διατάξεις του
Καταστατικού Χάρτη, οι οποίες είναι τόσο πολύ σαφείς και κατανοητές, που δεν
επιδέχονται ερμηνεία αλλά μόνο μία απλή ανάγνωση.
Εμείς θα συνεχίσουμε να επιμένουμε στην τήρηση της νομιμότητας.
Ως προς την διαδικασία, που έχει αρχίσει από εχθές από τις Διωκτικές Αρχές, θα υπάρξει
σχετική ενημέρωση σας, όταν κριθεί σκόπιμο”.