Το «Μπατακλάν» του Πούτιν -και η αδυσώπητη εκδίκησή του
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν ήταν ακόμα ένας ελάχιστα γνωστός πρώην πράκτορας της KGB όταν, έχοντας διοριστεί πρόσφατα πρωθυπουργός, τον Σεπτέμβριο του 1999, υποσχέθηκε στους Ρώσους ότι θα «καταδιώξω τους (τσετσένους) τρομοκράτες παντού, ακόμη και στην τουαλέτα». Χάρη σε αυτή την απειλή, λίγους μήνες αργότερα, εξελέγη θριαμβευτικά πρόεδρος για πρώτη φορά. Από τότε δεν απώλεσε ποτέ την εξουσία και άρχισε να καθίσταται σταδιακά, ανά τα πολλά χρόνια, ο «ισχυρός άνδρας» της Ρωσίας ενώ την περασμένη Κυριακή, 24 χρόνια μετά, οι ρώσοι ψηφοφόροι επαναβεβαίωσαν την προτίμησή τους, προσφέροντάς του μαζικά (με πρωτοφανή ποσοστά) ακόμη μια εξαετή θητεία στο Κρεμλίνο. «Ο Πούτιν φαινόταν να κράτησε την υπόσχεσή του. Οι Ρώσοι είχαν πάψει να φοβούνται να παίρνουν τα μέσα μεταφοράς ή να πηγαίνουν στο σχολείο, παρά τους πανταχού παρόντες ανιχνευτές μετάλλων και τις πανταχού παρούσες κάμερες παρακολούθησης, κληρονομιά ενός σκοτεινού παρελθόντος», γράφει η Ροζάλμπα Καστελέτι της ιταλικής La Repubblica στο ρεπορτάζ της, θυμίζοντας πως, τελευταία φορά (μέχρι προχθες) που σημειώθηκε τρομοκρατική επίθεση στη Ρωσία ήταν τον Απρίλιο του 2017 όταν ένας βομβιστής αυτοκτονίας από το Κιργιστάν ανατινάχτηκε στο μετρό της Αγίας Πετρούπολης.
«Η τέταρτη θητεία του Πούτιν, που άρχισε το 2018, ολοκληρωνόταν αλώβητη από τον εφιάλτη της τρομοκρατίας. Αντιθέτως τερματίζεται μέσα στο αίμα», γράφει η ιταλίδα δημοσιογράφος, αναφερόμενη στην τρομακτική σφαγή που έλαβε χώρα το βράδυ της Παρασκευής σε συναυλιακό χώρο στην πόλη Κρασνογκόρσκ, στην περιφέρεια της Μόσχας, με τις ρωσικές αρχές να ανακοινώνουν έως το μεσημέρι του Σαββάτου τον θάνατο τουλάχιστον 115 ανθρώπων. Πρόκειται για μια τραγωδία που αναζωπυρώνει τον φόβο της τρομοκρατίας στη Ρωσία, ο οποίος μάλλον είχε ξεχαστεί λόγω του πολέμου, όπως τον χαρακτηρίζει πλέον και η Μόσχα, που μαίνεται στην Ουκρανία. Πλέον, όμως, πάνω από τη ρωσική πρωτεύουσα και ολόκληρη τη χώρα πλανάται εκ νέου το φάσμα της τρομοκρατίας.
«Η χώρα βυθίζεται στον εφιάλτη των πιο σκοτεινών χρόνων των τρομοκρατικών σφαγών. Του 1999 και των τρομοκρατικών επιθέσεων σε πολυκατοικίες και των χρόνων της δεκαετίας του 2000 και των επιθέσεων – σε τρένα, στο μετρό, σε αεροπλάνα ή σε λεωφορεία – τσετσένων καταδρομών και “μαύρων χηρών” και των απαγωγών στο θέατρο Ντουμπρόβκα της Μόσχας το 2002 και σε σχολείο του Μπεσλάν, στη Βόρεια Οσετία, το 2004», γράφει η Ροζάλμπα Καστελέτι. Ολες αυτές οι επιθέσεις είχαν κοινή προέλευση: τον μουσουλμανικό Καύκασο. Αυτήν τη φορά, όμως, την ευθύνη ανέλαβε το Ισλαμικό Κράτος, τερματίζοντας, έτσι, τις όποιες εικασίες περί «ουκρανικής βεντέτας» ή «ρωσικού περισπασμού».
«Είναι πραγματικά το Μπατακλάν της Μόσχας, αυτή η σφαγή σε ένα θέατρο της ρωσικής πρωτεύουσας», γράφει ο Μάσιμο Τζανίνι, αρθρογράφος επίσης της La Repubblica. Η ευθύνη του ISIS επιβεβαιώνεται εμμέσως και από την αμερικανική προειδοποίηση, στις αρχές του μήνα, περί πληροφοριών που καταδείκνυαν ότι εξτρεμιστικά στοιχεία σχεδίαζαν να εξαπολύσουν επιθέσεις σε μαζικές εκδηλώσεις στη Μόσχα. Μάλιστα σύμφωνα με το CNN η Ουάσιγκτον είχε προειδοποιήσει τη Μόσχα για το ενδεχόμενο επιθέσεων συγκεκριμένα από το ISIS. Σήμερα στη Ρωσία ζουν 25 εκατομμύρια μουσουλμάνοι (12-15% επί του συνολικού πληθυσμού, το οποίο είναι το υψηλότερο ποσοστό στη Δύση) ενώ ο ισλαμισμός είναι η δεύτερη πιο διαδεδομένη θρησκεία στη χώρα. Υπάρχουν επίσης τρία-τέσσερα εκατομμύρια μουσουλμάνοι μετανάστες από πρώην σοβιετικές δημοκρατίες ενώ και μεταξύ των Ρώσων εντοπίζονται οπαδοί του Ισλάμ. Το τσετσενικό κύμα τρόμου που έπληξε τη Ρωσία τη δεκαετία του 1990 και στις αρχές της επόμενης σχετιζόταν με την ανεξαρτησία των Τσετσένων, ενώ σήμερα οι τζιχαντιστές ζητούν τη δημιουργία ενός Εμιράτου του Καυκάσου και επιδιώκουν να εκμεταλλευτούν τη ριζοσπαστικοποίηση πολλών μουσουλμάνων από πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας που πολέμησαν στη Συρία με το Ισλαμικό Κράτος ή το Μέτωπο Αλ Νούσρα.
Σημείο καμπής αποτέλεσε η ρωσική επέμβαση στη Συρία το 2015 για την υποστήριξη των δυνάμεων του προέδρου Μπασάρ αλ Ασαντ που κατέστησε τη Ρωσία κύριο στόχο του παγκόσμιου τζιχαντισμού. «Η καθυστερημένη βεντέτα είχε στόχο να λερώσει με αίμα την επανεκλογή του Πούτιν και να πλήξει την αναζωογονημένη του αύρα του αήττητου καθώς και να υπονομεύσει την προσπάθειά του να παρουσιαστεί ως ο σημαιοφόρος του αραβικού κόσμου στη διεθνή σκηνή», γράφει η Ροζάλμπα Καστελέτι. Σίγουρα οι δράστες το μακελειού κατάφεραν να συνταράξουν την κανονικότητα των Ρώσων, όπως δεν κατάφεραν περισσότερο από δύο χρόνια πολέμου στην Ουκρανία.
Το Υπουργείο Πολιτισμού έδωσε εντολή να ματαιωθούν όλες οι μαζικές και ψυχαγωγικές εκδηλώσεις ενώ στην Αγία Πετρούπολη έκλεισαν και τα εμπορικά κέντρα. Οσον αφορά την απάντηση του Πούτιν, θα αντιδράσει όπως ανέκαθεν: «καταδιώκοντας τους ενόχους “μέχρι και στην τουαλέτα”, τηρώντας την υπόσχεση που έδωσε πριν από 25 χρόνια. Χωρίς να ανησυχεί για τις παράπλευρες απώλειες», σημειώνει η ιταλίδα δημοσιογράφος. Ο Πούτιν ανέκαθεν έλεγε ότι «με τρομοκράτες δεν διαπραγματεύεσαι» και το απέδειξε στα τέλη του 1999, όταν διέταξε την ολική καταστροφή του Γκρόζνι, πρωτεύουσας της Τσετσενίας, και ξανά όταν έδωσε εντολή στις ειδικές δυνάμεις του να εισβάλουν στο θέατρο Ντουμπρόβκα και στο σχολείο του Μπεσλάν, προκαλώντας περισσότερα θύματα μεταξύ των ομήρων των Τσετσένων. «Θα τιμωρήσουμε τους δράστες και όποιον βρίσκεται πίσω τους», προειδοποίησε ο Πούτιν, θεωρώντας σχεδόν δεδομένη την ύπαρξη ενός εξωτερικού «υποκινητή» ικανού να πλήξει τη Ρωσία από μακριά.
Σχετικά με το ενδεχόμενο οποιασδήποτε εμπλοκής της Ουκρανίας, ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ, τέως πρόεδρος της Ρωσίας και νυν αντιπρόεδρος του Συμβουλίου Ασφαλείας της χώρας, έσπευσε να δηλώσει πως «εάν αποδειχθεί ότι πρόκειται για τρομοκράτες του καθεστώτος του Κιέβου, πρέπει να βρεθούν όλοι και να καταστραφούν ανελέητα, περιλαμβανομένων των αξιωματούχων του κράτους που διέπραξε τέτοια θηριωδία». Όμως ο Μάσιμο Τζανίνι στο άρθρο του δεν αποκλείει ένα άλλο πολύ πιο ή μάλλον το πιο εφιαλτικό σενάριο. «Ο “Mad Vlad” μόλις έλαβε στις κάλπες τη λαϊκή εντολή που ήθελε. Τώρα θα αρκούσε να επικαλεστεί έναν “εξωτερικό παράγοντα” – τις μυστικές υπηρεσίες του Κιέβου, ή τις λιθουανικές, ή ακόμα και η CIA- και το σχέδιο της Μόσχας θα ολοκληρωνόταν. Η εκδίκηση εναντίον της Ουκρανίας θα ήταν αδυσώπητη, σε σημείο να μην αποκλείεται η χρήση τακτικού πυρηνικού όπλου», γράφει ο αρθρογράφος της La Repubblica. «Και μια τέτοια κίνηση, εάν πραγματοποιούταν ποτέ, θα έφερνε τη Δύση αντιμέτωπη με τις πιο τρομερές επιλογές. Θα αντιδρούσε αλλά πώς; Είναι τρομακτικό ακόμη και να το σκεφτείς, αλλά σε αυτό το γκραν γκινιόλ τι μας εμποδίζει να φοβόμαστε ότι οι ριπές των Καλάσνικοφ που έπεσαν στο Crocus City Hall, στην περιφέρεια της Μόσχας θα μπορούσαν να καταστούν το αντίστοιχο των πυροβολισμών με τους οποίους ο Γκαβρίλο Πρίντσιπ, στις 28 Ιουνίου του 1914, σκότωσε τον αρχιδούκα Φραγκίσκο Φερδινάνδο, προκαλώντας το ξέσπασμα του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου;», διερωτάται ο Μάσιμο Τζανίνι.
*Πηγή: Protagon.gr