14 Ιουλίου, μνήμη αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη (1749-1809).
«Κανόνες και Ελευθερία. Οι μεταμορφώσεις του 108ου κανόνα της τοπικής Συνόδου της Καρθαγένης και οι περιπέτειες της ελεύθερης αποδοχής του Χριστιανισμού»
Του Θανάση Ν. Παπαθανασίου,
Δρ. Θεολογίας*
Μια ανατροπή ανακάλυψα κατά τη διενέργεια μιας μελέτης μου, με την οποία πέρασα κι από το έργο του αγίου Νικοδήμου (ΦΩΤΟ:@agiosnikodimos). Τα ευρήματα τα αποτύπωσα στο τρίγλωσσο βιβλίο μου «Κανόνες και Ελευθερία. Οι μεταμορφώσεις του 108ου κανόνα της τοπικής Συνόδου της Καρθαγένης και οι περιπέτειες της ελεύθερης αποδοχής του Χριστιανισμού», εκδ. Επέκταση, Κατερίνη 2005. Δίνω την περίληψη για όσες κι όσους αγαπούν τα μακροβούτια, κι όχι μοναχά το σέρφινγκ:
Είχα ξεκινήσει να ερευνώ την στάση των ιερών κανόνων (κειμένων της βυζαντινής περιόδου) απέναντι στο θεμελιώδες αξίωμα ότι η ιεραποστολή οφείλει να ασκείται εν ελευθερία και ότι η προσέλευση στην Εκκλησία οφείλει να είναι αυτοπροαίρετη. Προς τούτο, στάθηκα στον 108ο κανόνα της συνόδου της Καρθαγένης (419), ακριβώς επειδή αυτός μιλά για την ανάγκη ελευθερίας. Δεν έμεινα στη νοηματική ανάλυση του κειμένου από μόνου του, αλλά ερεύνησα την ιστορική συνάφεια και τις συνθήκες δημιουργίας του , κι έτσι βρέθηκα μπροστά… στην ανατροπή.
Το κείμενο του 108ου κανόνα εμφανίζεται να καταφάσκει το εκκλησιαστικώς αυτονόητο: την ελευθερία ως όρο εγκόλπωσης της πίστης. Έτσι τον κατανόησαν οι βυζαντινοί σχολιαστές, καθώς και οι συντάκτες του «Πηδαλίου» (1800), Νικόδημος και Αγάπιος. Όμως στην πραγματικότητα το κείμενο είχε παραχθεί για να πει ακριβώς το αντίθετο!
Πρόκειται για ιστορικό σημείωμα, σχετικά με κάποια πρωτοβουλία της βορειοαφρικανικής Εκκλησίας στον μακρόχρονο αγώνα της κατά των σχισματικών Δονατιστών (π. 311 – 637). Μετά από άκαρπες απόπειρες προς ειρηνική συνδιαλλαγή, η Εκκλησία ακολούθησε σκληρή τακτική και, συν τοις άλλοις, προσέφυγε στον κρατικό βραχίονα, ώστε με αυτοκρατορικά διατάγματα να πραγματωθεί αναγκαστική ένταξη των Δονατιστών στην Εκκλησία ή δίωξή τους. Εξαιτίας όμως κάποιας πολιτικής μεταβολής και χάριν της ομοψυχίας που αίφνης χρειαζόταν η αυτοκρατορία για την αντιμετώπιση των επελαυνόντων Βισηγότθων, εκδόθηκε νέος αυτοκρατορικός νόμος που αναίρεσε το προηγούμενο, ανελεύθερο διάταγμα και χορήγησε θρησκευτική ελευθερία.
Η Εκκλησία όμως δυσανασχέτησε για την έκδοση αυτού του νεότερου, ανεξίθρησκου νόμου, και αποφάσισε να ζητήσει από τον αυτοκράτορα την ανάκλησή του! Το κείμενο λοιπόν που έχει αριθμηθεί ως 108ος κανόνας, είναι απλώς απόσπασμα των πρακτικών της Συνόδου, τα οποία κατέγραψαν την απόφαση της Εκκλησίας να ζητήσει την ανάκληση του φιλελεύθερου πολιτειακού νόμου. Τα πρακτικά δηλαδή έλεγαν (χοντρικά): «Η Σύνοδος αποφάσισε να ζητήσει από τον αυτοκράτορα την άρση του νόμου, βάσει του οποίου η επιλογή χριστιανικής ταυτότητα πρέπει να είναι ελεύθερη». Μέσα από μια σειρά απρόσεκτων αντιγραφών και σύγχυσης πρακτικών και κανόνων, παραλείφθηκε το πρώτο μέρος του κειμένου και απέμεινε μετέωρη και φανταχτερή η τελική φράση «η επιλογή χριστιανικής ταυτότητας πρέπει να είναι ελεύθερη». Έτσι δημιουργήθηκε μια εντελώς αντεστραμμένη εικόνα, που κρατά αιώνες: Η Εκκλησία σήμερα επαίρεται ότι εξέδωσε έναν κανόνα – συνηγορία ελευθερίας, ενώ, αντιθέτως, πρόκειται για θραύσμα κειμένου της με το οποίο είχε στραφεί κατά της ελευθερίας αυτής!
Το ενδιαφέρον όμως δεν σταματά εδώ. Ανέκυψαν οξέα ερωτήματα περί του τι συνιστά παράδοση και με ποια κριτήρια θα κριθεί ό,τι έρχεται από το παρελθόν. Οι συντάκτες του «Πηδαλίου» (και κυρίως ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης) δεν είχαν υπόψη τους την ιστορική συνάφεια που προεξέθεσα, είχαν όμως την τόλμη να παρατηρήσουν ότι τα νομοθετήματα που επέτασσαν την αναγκαστική ένωση των Δονατιστών με την Εκκλησία δεν συνάδουν με το αυθεντικό ήθος του Χριστιανισμού και τον σεβασμό στην ελευθερία. Έτσι, λοιπόν, υπέθεσαν ότι ο 108ος κανόνας διατυπώθηκε ακριβώς για να θεραπεύσει ένα ολίσθημα (την υιοθέτηση του εξαναγκασμού εκ μέρους της Εκκλησίας) και να διατρανώσει την πάγια προσήλωση της Εκκλησίας στο ιδεώδες της ελευθερίας.
Έτσι κατέδειξαν πως ό,τι έρχεται από το παρελθόν δεν αποτελεί συλλήβδην κάτι ιερό• τα πάντα (ρυθμίσεις, πράξεις, απόψεις) οφείλουν να υπόκεινται στη βάσανο των μειζόνων κριτηρίων της πίστης, με πνεύμα μετάνοιας και αυτοκριτικής όπου και όποτε χρειαστεί. Ο Νικόδημος μάλιστα διώχθηκε για την πεποίθησή του αυτή, ότι δεν είναι θεοπαράδοτα όλα τα πατροπαράδοτα.
*Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους