«Ο ρωσικός ρατσισμός είναι πολύ βάναυσος»
Το αφήγημα που προωθεί το Κρεμλίνο παρουσιάζει τη Ρωσία σαν μια διαχρονικά αντιαποικιοκρατική δύναμη, που υπερασπίζεται τους πιο αδύναμους λαούς απέναντι στη δυτική ηγεμονία. Τι λένε, όμως, όσοι μεγάλωσαν στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες;
Της Κατερίνας Οικονομάκου*
«Οι άνθρωποι έκαναν την επιλογή τους, μια ξεκάθαρη επιλογή», δήλωσε ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν στις 30 ΣεπτεμβρίουWith Bluster and Threats, Putin Casts the West as the Enemy | The New York Times, ανακοινώνοντας σε κλίμα εορταστικό στην αίθουσα του Αγίου Γεωργίου στο Κρεμλίνο, την προσάρτηση από τη Ρωσία του Ντονέτσκ, του Λουχάνσκ, της Χερσώνας και της Ζαπορίζιας, μετά τα στημένα δημοψηφίσματα στις ουκρανικές περιοχές. «Θέλω οι αρχές του Κιέβου και τα πραγματικά αφεντικά τους στη Δύση να με ακούσουν, ώστε να το θυμούνται. Οι άνθρωποι που ζουν στο Λουχάνσκ, στο Ντονέτσκ, στη Χερσώνα και στην Ζαπορίζια γίνονται πολίτες μας. Για πάντα».
Ο ηγέτης που ξεκίνησε τον πρώτο αποικιακό πόλεμο του 21ου αιώνα, έκανε εκείνη την ημέρα μια ομιλία με την οποία κατήγγειλε τη «νεοαποικιοκρατική πολιτική» της Δύσης: «Η Δύση είναι έτοιμη να περάσει όλες τις γραμμές για να διατηρήσει το νεοαποικιακό σύστημα που της επιτρέπει να παραμείνει παράσιτο, να ληστεύει τον κόσμο χάρη στη δύναμη του δολαρίου και τη δικτατορία της τεχνολογίας της και να αποσπά φόρο τιμής από την ανθρωπότητα, βασίζοντας την άδικη ευημερία της στο ενοίκιο του ηγεμόνα», είπε. «Αν η Ρωσία είναι πρόθυμη να υπομείνει οικονομικές κυρώσεις με σκοπό την υπεράσπιση των ανυπεράσπιστων, τότε θα σταθούμε στο πλευρό των καταπιεσμένων λαών του κόσμου».
Η ομιλία του Πούτιν στην πραγματικότητα περιγράφει το αφήγημα που το Κρεμλίνο προωθεί –κυρίως στην αφρικανική ήπειρο, τη Νότια Αμερική αλλά και τις λιγότερο πλούσιες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου– προκειμένου να παρουσιάσει τη Ρωσία σαν μια διαχρονικά αντιαποικιοκρατική και αντικαπιταλιστική δύναμη, που ήταν πάντα πρόθυμη να θυσιάσει την ευημερία της για να κάνει τον κόσμο πιο δίκαιο: «Αξίζει να υπενθυμίσουμε στη Δύση ότι ξεκίνησε την αποικιοκρατική της πολιτική ήδη από τον Μεσαίωνα και στη συνέχεια ακολούθησε το παγκόσμιο δουλεμπόριο, η γενοκτονία ινδιάνικων φυλών στην Αμερική, η λεηλασία της Ινδίας, της Αφρικής, οι πόλεμοι της Αγγλίας και της Γαλλίας κατά της Κίνας, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να ανοίξει τα λιμάνια της για το εμπόριο οπίου», είπε ο ρώσος πρόεδρος.
Και μέσα σε όλα, αναφέρθηκε και στην έννοια της ρωσοφοβίαςRussophobia· ένα ακόμη εργαλείο που επιστρατεύει η ρωσική προπαγάνδα στην προσπάθεια να απαξιώσει τις κριτικές φωνές: «Τονίζω ότι ένας από τους λόγους για τη μακραίωνη ρωσοφοβία, την απροκάλυπτη κακία αυτών των δυτικών ελίτ προς τη Ρωσία, είναι ακριβώς ότι δεν επιτρέψαμε να μας ληστέψουν κατά την περίοδο των αποικιοκρατικών κατακτήσεων».
Αυτό ακριβώς το αφήγημα, ότι είναι αντιαποικιακή δύναμη, είναι ένα μέσο ήπιας ισχύοςSoft power που επινοήθηκε και διαδόθηκε αρχικά από την ΕΣΣΔ, λέει στο inside story η ιστορικός Μποτακόζ ΚασιμπέκοβαDr. Botakoz Kassymbekova | Universitaet Basel, επισημαίνοντας ότι τότε είχε και μεγάλη επιτυχία, καθώς εκμεταλλεύτηκε τη δικαιολογημένη δυσαρέσκεια πολλών αφρικανικών κρατών απέναντι στις ΗΠΑ. Πολλές χώρες με εμπειρία της δυτικής αποικιοκρατίας έβλεπαν με συμπάθεια την ΕΣΣΔ, ακριβώς επειδή παρουσιάζονταν ως το αντίπαλο δέος στις ΗΠΑ και γενικώς τη Δύση.
Και σήμερα; «Ο Πούτιν γνωρίζει ότι το αντιδυτικό αίσθημα είναι ακόμη ζωντανό και το εκμεταλλεύεται, ακόμη και στην ΕΕ όπου η Ρωσία έχει χρηματοδοτήσει συγκεκριμένες πολιτικές ομάδες. Στην Ευρώπη αυτό το έκανε με επιτυχία πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Αλλά όχι πια. Γι’ αυτό τώρα η ρωσική προπαγάνδα στοχεύει ξεκάθαρα τις χώρες του Παγκόσμιου Νότου», σημειώνει η κ. Κασιμπέκοβα.
Η ιστορικός από το Καζακστάν, η οποία ζει κι εργάζεται εδώ και πολλά χρόνια στην Ευρώπη, λέει ότι μετά τον Φεβρουάριο, στις ΗΠΑ και στη Δυτική Ευρώπη παρατηρεί κανείς πως υπάρχει πλέον αναγνώριση του αποικιοκρατικού χαρακτήρα της Ρωσίας. «Ακόμη και πολλοί συνάδελφοί μου οι οποίοι ερευνούσαν επί χρόνια τη Ρωσία, μελετούσαν αρχεία και ταξίδευαν εκεί συχνά, έτειναν να παραβλέπουν αυτήν την πλευρά, απέφευγαν να μιλήσουν για τον ρωσικό ιμπεριαλισμό», παρόλο που η Ρωσική Αυτοκρατορία και στη συνέχεια, με λίγο διαφορετικά σύνορα, η ΕΣΣΔ κυβερνούσαν πάνω από το ένα έκτο της επιφάνειας του πλανήτη. Τώρα όλο και περισσότεροι ακούνε με ξαφνικό ενδιαφέρον τους συναδέλφους τους από τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, λέει η Κασιμπέκοβα.
«Η Ρωσία άρχισε να επεκτείνεται στο ΚαζακστάνRussian conquest of Central Asia στα τέλη του 18ου αιώνα και ήδη στις αρχές του 19ου είχε προσαρτήσει μέρος του. Το 1865 προσαρτήθηκε και το νότιο Καζακστάν. Μιλάμε για βίαιες πολεμικές επιχειρήσεις», λέει η Κασιμπέκοβα, η οποία θέλει ωστόσο να σταθεί στην περίοδο της υποχρεωτικής κολεκτιβοποίησης και του λιμού. «Είμαι βέβαιη ότι γνωρίζετε πλέον το ουκρανικό ΧολοντομόρHolomodor, αλλά ίσως δεν ξέρετε ότι την ίδια εποχή και για τον ίδιο λόγο, αφανίστηκε το 40% των ΚαζάκωνThe Kazakh Famine: The Beginnings of Sedentarization | Sciences Po Mass Violence and Resistance – Research Network. Κι ότι όταν οι Καζάκοι προσπαθούσαν να διαφύγουν στην Κίνα, για να γλιτώσουν από την πείνα, οι ρώσοι στρατιώτες τους πυροβολούσαν στα σύνορα – πυροβολούσαν αδιακρίτως, μεγάλους και παιδιά, αυτή την εντολή είχαν. Ελάχιστοι τα κατάφεραν».
Η Κασιμπέκοβα λέει ότι την περίοδο της ΕΣΣΔ ήταν απαγορευμένη κάθε αναφορά στον λιμό. Στα τέλη της δεκαετίας του ’70 υπήρξαν κάποιοι φοιτητές που επιχείρησαν να ανοίξουν τη συζήτηση, αλλά κατέληξαν στη φυλακή. «Ήταν πολύ επικίνδυνο θέμα, κανείς δεν το άγγιζε. Φανταστείτε ότι μεγαλώνοντας στο Καζακστάν δεν είχα ιδέα. Παρόλο που η γιαγιά μου μεγάλωσε σε ορφανοτροφείο εξαιτίας ακριβώς του λιμού». Ζητάω από την καζάκα ιστορικό να μου εξηγήσει πώς βίωσε η οικογένειά της τη σοβιετική αποικιοκρατία. «Η γιαγιά μου ήταν η μόνη από μια μεγάλη οικογένεια που επιβίωσε από την πείνα. Το 60% των παιδιών που είχαν οδηγηθεί στα ορφανοτροφεία πέθαναν τελικά κι αυτά στον λιμό. Είχαν φτιάξει ολόκληρα νεκροταφεία παιδιών. Η γιαγιά μου ήταν τυχερή».
Αλλά εκείνα τα τυχερά παιδιά έγιναν υποχρεωτικά Ρωσάκια, παρατηρεί η ιστορικός, διότι τους απαγορευόταν σε εκείνα τα ορφανοτροφεία να μιλούν τη μητρική γλώσσα τους. «Στο μεταξύ, μετά τον λιμό, στο Καζακστάν μετοίκησαν μαζικά ρώσοι βοσκοί. Το αποτέλεσμα ήταν να φτάσουν οι Καζάκοι να είναι μειοψηφία στην πατρίδα τους. Το ίδιο συνέβη και στο Τατζικιστάν. Με άλλα λόγια ολόκληροι ντόπιοι πληθυσμοί αφανίστηκαν και τα εδάφη κατέλαβαν Ρώσοι, που στάλθηκαν εκεί για να σιγουρέψουν τις ρωσικές κτήσεις», λέει η Κασιμπέκοβα, η οποία επισημαίνει ότι αυτή ήταν μια στρατηγική, που είχε πρώτη εφαρμόσει η Μεγάλη Αικατερίνη.
«Στους χάρτες που χρησιμοποιούσαν στη Ρωσική Αυτοκρατορία για την εκπαίδευση των αξιωματικών, οι περιοχές όπου πάνω από το 50% των κατοίκων ήταν Ρώσοι περιγράφονταν ως «αξιόπιστες», ενώ όπου η αναλογία ήταν υπέρ των ντόπιων, λέγονταν «αναξιόπιστες περιοχές». Εκεί έστελναν περισσότερο στρατό. Όταν, λοιπόν, ο Πούτιν λέει ότι «πρέπει να υπερασπιστούμε τους Ρώσους που ζουν σε αυτές τις περιοχές», συνεχίζει μια παλιά ρωσική αυτοκρατορική τακτική, παρατηρεί η Κασιμπέκοβα. Κι αμέσως μετά, θα μου θυμίσει ότι αυτό το επιχείρημα –της παρουσίας Ρώσων στις διάφορες σοβιετικές δημοκρατίες– είχε χρησιμοποιήσει το 1989 και ο Γκορμπατσόφ στις συζητήσεις του με τον αμερικανό πρόεδρο Μπους, όταν είχαν αρχίσει να ακούγονται οι φωνές υπέρ της ανεξαρτητοποίησης στη Βαλτική.
Ρωτάω την Κασιμπέκοβα πόσο πετυχημένη ήταν η διαδικασία αφομοίωσης και «εκρωσισμού» των Καζάκων την περίοδο της ΕΣΣΔ. Πολύ πετυχημένη, μου απαντάει, και μιλάει ακόμη και από προσωπική εμπειρία, καθώς και η ίδια πήγε σε ρωσόφωνο σχολείο. Δεν θα μπορούσε να κάνει κι αλλιώς, γιατί σχεδόν όλα τα σχολεία έκαναν τα μαθήματα στα ρωσικά. «Οι περισσότεροι Καζάκοι στα αστικά κέντρα δεν γνώριζαν την μητρική τους γλώσσα. Στην επαρχία ήταν αλλιώς, αλλά κανείς δεν ασχολιόταν με τον κόσμο στα χωριά». Όποιος ήθελε να σπουδάσει και να ακολουθήσει ένα κερδοφόρο, ή υψηλού κύρους επάγγελμα, έπρεπε να μιλάει ρωσικά. Μέχρι και σχετικά πρόσφατα, η χρήση της καζακικής γλώσσας ήταν ένδειξη χαμηλής μόρφωσης και κοινωνικής κατωτερότητας, μου λέει η ιστορικός.
Αυτό που περιγράφει ακούγεται σαν κοινωνικός ρατσισμός, της λέω. «Απολύτως· σκεφτείτε ότι οι οικογένειες ήθελαν να μιλούν τα παιδιά τους ρωσικά ώστε να μπορούν να πηγαίνουν στο πανεπιστήμιο. Αυτό έχει αλλάξει διότι δόθηκαν μαζικά υποτροφίες για σπουδές στα καλύτερα δυτικά πανεπιστήμια υπό την προϋπόθεση ότι ο υπότροφος γνωρίζει καζακικά. Έτσι, καθώς επιστρέφουν στη συνέχεια αυτοί οι άνθρωποι στο Καζακστάν και υπάρχει πλέον μια τάξη μορφωμένων επαγγελματιών που μιλάει καζακικά, αρχίζει να αλλάζει και το στάτους της γλώσσας».
Η Κασιμπέκοβα, όμως, θέλει να σταθεί στο θέμα του ρωσικού ρατσισμού εναντίον των κατοίκων στις σοβιετικές αποικίες, διότι η εμπειρία της μεταξύ των Ευρωπαίων δείχνει ότι δεν έχουμε ιδέα – «επί ΕΣΣΔ, οι Ρώσοι αποκαλούσαν τους Καζάκους πρόβατα. Ξέρετε, ο ρωσικός ρατσισμός είναι πολύ βάναυσος. Εγώ ντρεπόμουν που ήμουν Καζάκα. Και δεν αποτελούσα εξαίρεση. Σας περιγράφω μια εμπειρία πολύ κοινή για τους Καζάκους, τους Γιακούτιους, τους Μπουριάτες, τους Τσετσένους, τους Γεωργιανούς. Ο σοβιετικός ρατσισμός ήταν παντού. Ήταν κοινωνικό στίγμα να μην είναι κανείς Ρώσος. Ήταν οδυνηρό να είμαστε αυτοί που είμαστε», λέει.
Οι Καζάκοι είναι παραδοσιακά νομάδες. Αυτή η φωτογραφία της 2ης Ιουνίου 2012 δείχνει καζάκους νομάδες να βόσκουν τα ζώα τους μαζί με το καραβάνι τους σε μια πεδιάδα στο Αλτάι της δυτικής Κίνας. [STR/AFP]
Ο ρατσισμός της ρωσικής κοινωνίας, ειδικά απέναντι στους ανθρώπους που προέρχονται από τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας, είναι μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα, συμφωνεί και ο ρώσος πολιτικός φιλόσοφος Γκρεγκ Γιούντιν«Στην Ευρώπη δεν έχετε συνειδητοποιήσει το μέγεθος του κινδύνου». «Είναι μια ηγεμονική ρωσική ματιά, που απανθρωποποιεί. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι οι περισσότεροι Ρώσοι θα αντιμετώπιζαν τους Τατζίκους, τους Ουζμπέκους ή τους Κιργίζιους σαν φυλετικά κατώτερους, αυτή είναι η αλήθεια», λέει και παρατηρεί ότι σήμερα βλέπει κανείς να εκδηλώνεται ένα κύμα αντίδρασης σε αυτές τις χώρες, καθώς οι πολίτες τους θυμίζουν στους Ρώσους που καταφεύγουν εκεί για να γλιτώσουν την επιστράτευση, πώς τους φέρονταν εκείνοι στο παρελθόν. «Κι αυτή είναι μόνο η αρχή μιας διαδικασίας αποαποικιοποίησης, που νομίζω ότι είναι απολύτως απαραίτητη».
Σύμφωνα και με την Κασιμπέκοβα, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει επιδράσει σαν καταλύτης σε αυτήν την αναπόφευκτη –αν και καθυστερημένη– διαδικασία αποαποικιοποίησης, επιταχύνοντάς την δραματικά. Μαζί με την αποαποικιοποίηση έρχεται και το τέλος αυτής που η Κασιμπέκοβα ονομάζει «αυτοκρατορική αθωότητα των Ρώσων» – δηλαδή τον τρόπο που έχει μάθει να βλέπει τον εαυτό της και τη χώρα η ρωσική κοινωνία.
«Ο ρωσικός ιμπεριαλισμός βασίζεται στην ιδέα της θυσίας. Είναι μέρος της εθνικής ταυτότητας, αυτή η αντίληψη ότι θυσιάζονται για χάρη άλλων, ότι είναι αλτρουιστές που σώζουν τους καθυστερημένους λαούς από τη μοίρα τους. Οι Ρώσοι έχει χρειαστεί να διαχειριστούν πολλή δυστυχία: καταπίεση, βία, φτώχεια. Και καταφέρνουν να τα διαχειρίζονται μπαίνοντας στη θέση του μάρτυρα που θυσιάζεται, που αυτή είναι η μοίρα του», εξηγεί.
Με προκαλεί να αναλογιστώ τη ρωσική λογοτεχνία και το ρωσικό σινεμά. «Στα πιο διάσημα και δημοφιλή έργα, ο ήρωας παραπέμπει στον Ιησού Χριστό. Είναι ένα μοτίβο βαθιά ριζωμένο στη ρωσική κουλτούρα». Είναι, λοιπόν, πολύ δύσκολο και επώδυνο γι’ αυτούς να ακούσουν ότι όχι, δεν θυσιάζονται για κανέναν, αντιθέτως έχουν πλουτίσει σε βάρος των αποικιών τους, παρατηρεί με ένα πικρό γέλιο η Κασιμπέκοβα.
Ελάχιστοι ρώσοι διανοούμενοι, ακόμη και μεταξύ των πιο φιλελεύθερων, έχουν ασχοληθεί με τον ρωσικό ιμπεριαλισμό και το κόστος του στους λαούς των σοβιετικών αποικιών. Η συζήτηση άνοιξε τα τελευταία χρόνια, συνεχίζει η ιστορικός, αλλά ήταν και παραμένει πολύ συχνό να καταγγέλλεται κάθε απόπειρα ανάλυσης του φαινομένου σε σχέση με τη σύγχρονη ρωσική επιθετικότητα ως ρωσοφοβία. «Η χρήση του όρου έγινε εξαιρετικά συχνή μετά την προσάρτηση της Κριμαίας», επισημαίνει.
Τα κύματα των Ρώσων που πλημμύρισαν τους τελευταίους μήνες τους δρόμους των πόλεων στο Καζακστάν και τη Γεωργία, έχουν προκαλέσει στους πολίτες τους έντονη ανησυχία. Σε ό,τι αφορά τους αντικαθεστωτικούς, οι οποίοι εγκατέλειψαν την πατρίδα τους εκδηλώνοντας την αντίθεσή τους με τον πόλεμο και τη μετατροπή της Ρωσίας σε φασιστικό κράτος, δεν σημειώθηκαν αρνητικές αντιδράσεις. Δεν ισχύει το ίδιο για το δεύτερο κύμα ρώσων φυγάδων, οι οποίοι πέρασαν τα σύνορα με τα γειτονικά τους κράτη για να αποφύγουν την επιστράτευση, τον περασμένο Σεπτέμβριο. Πολλοί από αυτούς δεν θέλουν μεν να βρεθούν στο μέτωπο, αλλά είναι ανοιχτά εναντίον των Ουκρανών, προκαλώντας οργή και εντάσεις στις χώρες υποδοχής τους. Κι αν αυτοί σχηματίσουν μια νέα ρωσική διασπορά; Και αν ισχυριστούν ότι είναι θύματα ρωσοφοβίας και αποφασίσει το Κρεμλίνο να τους προστατεύσει;
Μπορεί σε εμάς αυτοί οι φόβοι να φαίνονται υπερβολικοί, ωστόσο οι πολίτες των χωρών που υπήρξαν σοβιετικές αποικίες νιώθουν ότι τόσο το Κρεμλίνο, όσο και οι Ρώσοι, θεωρούν δεδομένο ότι βρίσκονται και οφείλουν να παραμείνουν στη σφαίρα της επιρροής τους – και να τους εξυπηρετούν ως τόπος διακοπών. Η Κασιμπέκοβα λέει ότι η ρωσική κυβέρνηση παρεμβαίνει συστηματικά, μέσω των πρεσβειών της, στα δημόσια πράγματα στις χώρες της Κεντρικής Ασίας. Όταν της ζητάω να μου φέρει ένα παράδειγμα, μου λέει ότι η πρεσβεία της Μόσχας στο Καζακστάν έστειλε στο υπουργείο Παιδείας ένα έγγραφο με επισημάνσεις σχετικά με λάθη που έπρεπε να διορθωθούν στα σχολικά εγχειρίδια της Ιστορίας. «Στο Κιργιστάν, επίσης, κατέφυγαν σε ανοιχτές απειλές όταν έμαθαν ότι σχεδιάζουν να αλλάξουν κάποιες σοβιετικές ονομασίες δρόμων. Τους είπε η πρεσβεία εκεί ότι “δεν θέλετε να έχετε τη μοίρα της Ουκρανίας”».
«Για τους περισσότερους από εμάς που έχουμε μελετήσει τη χώρα, η Ρωσία είναι μια επιθετική αυτοκρατορία. Έχοντας ξεπεράσει τους ομοίους της που εμφανίστηκαν και κατέρρευσαν σε δύο παγκόσμιους πολέμους, έχει άλλοτε επιδείξει και άλλοτε συγκαλύψει τις ιμπεριαλιστικές της προθέσεις. Αλλά αυτές οι προθέσεις έχουν επιβιώσει από όλες τις επαναστάσεις και τις μεταρρυθμίσεις», έγραφε τον περασμένο ΙούλιοBeat Your Enemy, But Read His Poets | The Moscow Times ο σημαντικός ρώσος ιστορικός Αλεξάντερ ΈτκιντAlexander Etkind. «Η Ρωσία προσπαθεί τώρα να πυροδοτήσει έναν νέο παγκόσμιο πόλεμο, και όσο πιο μακριά πάει ο πόλεμος, τόσο χειρότερη θα είναι η κατάρρευσή της. Ο πόλεμός της κατά της Ουκρανίας είναι παράλογος – δεν μπορεί να φέρει κανένα πολιτικό ή οικονομικό αποτέλεσμα στη Ρωσία. Το μόνο λογικό πλαίσιο για αυτόν τον πόλεμο είναι ο κλασικός ρωσικός ιμπεριαλισμός, αναμεμειγμένος με έναν ειδικό μετασοβιετικό ρεβανσισμό».
Αυτός ο πόλεμος θα μπορούσε να οδηγήσει και σε μια διαδικασία ρωσικής ενδοσκόπησης; Η Κασιμπέκοβα είναι επιφυλακτική. Όπως έχει επανειλημμένα γράψει, απαραίτητη προϋπόθεση θα ήταν να αποδεχτούν οι Ρώσοι την ευθύνη για το αποικιοκρατικό παρελθόν της πατρίδας τους και να επιτραπεί στα θύματα της ρωσικής και σοβιετικής αποικιοκρατίας –από τους Τσετσένους και τους Μπουριάτες μέχρι τους Ουκρανούς και τους Καζάκους– να πάρουν μέρος στη συζήτηση για την επεξεργασία του ρωσικού παρελθόντος. Και για την ώρα, αυτή η προοπτική δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα.
Πηγή: insidestory.gr