Και η κυβέρνηση αντίθετη στην εξαγορά της Τράπεζας Κύπρου από το Lone Star
Μεγαλύτερος μέτοχος της Τράπεζας Κύπρου είναι η Lamesa Investments Limited με ποσοστό 9,27% ,που ανήκει στον Ρώσο επιχειρηματία Victor Vekselberg (Renova)
Του Λεύκου Χρήστου*
Οι τρεις προτάσεις του αμερικανικού επενδυτικού ταμείου Lone Star που υποβλήθηκαν διαδοχικά για να εξαγοράσει την Τράπεζα Κύπρου, με την τελευταία στο €1,51 ανά μετοχή, φαίνεται να μην βρήκαν μόνο τον τοίχο της άρνησης του ΔΣ της μεγαλύτερης εγχώριας τράπεζας.
Πληροφορίες της StockWatch που επιβεβαιώθηκαν από στελέχη αρμόδιων υπηρεσιών, αναφέρουν ότι περιέπεσε σε κάποια φάση στην αντίληψη ανώτερων αξιωματούχων του κράτους το ενδιαφέρον του αμερικανικού επενδυτικού ταμείου που είχε εκδηλωθεί από τον περασμένο Μάιο.
Ανώτατη αρμόδια πηγή επεσήμανε ότι το κράτος δεν τήρησε στάση απλού θεατή, όταν έγινε κοινωνός των εξελίξεων από πηγές εκτός Κύπρου.
Σημείωσε ότι αξιολογείται το ενδιαφέρον του αμερικανικού επενδυτικού ταμείου.
Άφησε ξεκάθαρα να εννοηθεί ότι η κυβέρνηση ταυτίζεται με τις αποφάσεις του ΔΣ της Τράπεζας Κύπρου καθώς, όπως εξήγησε, το ενδιαφέρον του επενδυτικού ταμείου για εξαγορά της μεγαλύτερης συστημικής τράπεζας της χώρας δεν αποτελεί μόνο ένα τραπεζικό deal.
Αποκάλυψε ότι εδώ και αρκετό καιρό και πριν εκδηλωθεί το ενδιαφέρον του αμερικανικού επενδυτικού ταμείου, ξεκίνησε η ετοιμασία νομοσχεδίου που αναφέρεται στον περί της θέσπισης πλαισίου για έλεγχο των άμεσων ξένων επενδύσεων, νόμος του 2022, το οποίο αναμένεται να κατατεθεί σύντομα από το ΥΠΟΙΚ στη Βουλή για ψήφιση.
Το εν λόγω ν/σ, το οποίο κατέχει η StockWatch, είναι εναρμονιστικό του σχετικού κανονισμού που θέσπισε η ΕΕ και αφορά στο πλαίσιο ελέγχου των άμεσων ξένων επενδύσεων εντός των κρατών μελών.
Ήδη, ο νόμος αυτός εφαρμόζεται από την πλειονότητα των κρατών μελών της ΕΕ από το 2019.
Παρέχει το δικαίωμα στις κυβερνήσεις να αξιολογούν κατά πόσον μια άμεση ξένη επένδυση είναι πιθανό να θίξει την ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη της Κυπριακής Δημοκρατίας και κατά πόσο η επιχείρηση στην οποία προγραμματίζεται ή έχει πραγματοποιηθεί η άμεση ξένη επένδυση, δραστηριοποιείται σε ιδιαίτερα ευαίσθητους τομείς, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και ειδικότερα τα συστημικά πιστωτικά ιδρύματα.
«Είναι στη βάση αυτού του κανονισμού της ΕΕ και του επικείμενου ν/σ που θα κατατεθεί στη Βουλή, που ενήργησαν οι αρμόδιες υπηρεσίες του κράτους και εκφράζουν άποψη» τόνισε στη StockWatch ανώτατος αξιωματούχος ο οποίος θέλησε να κρατήσει την ανωνυμία του.
«Επιθετικό» το ενδιαφέρον του Lone Star
Γίνεται αντιληπτό ότι η δημοσιοποίηση του ενδιαφέροντος του αμερικανικού επενδυτικού ταμείου για εξαγορά της Τρ. Κύπρου, προσδίδει νέο ενδιαφέρον στις εξελίξεις.
Εκτιμάται από αναλυτές ότι η διοίκηση του Lone Star με τη δημοσιοποίηση του ενδιαφέροντος του αναμένει σχετικές αντιδράσεις από μετόχους της BOCH, που θα ήθελαν να πωλήσουν πακέτα.
Η διοίκηση της τράπεζας γνωρίζει ότι η πρόταση ενδιαφέροντος προέρχεται από ένα πολύ δυνατό fund το οποίο έχει επενδύσει σε αξιόπιστες τράπεζες, όπως είναι η Γερμανική IKB Deutsche και η πορτογαλική Novo Banco.
Άλλωστε, δεν μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι το ενδιαφέρον του αμερικανικού επενδυτικού ταμείου είναι τυχαίο για τον εγχώριο τραπεζικό τομέα καθώς, όπως έγραψε χθες και προχθές η StockWatch είχε ενδιαφερθεί ανεπιτυχώς να συμμετέχει το 2018 στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Ελληνικής Τράπεζας.
Μεγάλο το στοίχημα της Τρ. Κύπρου προς τους μετόχους
Στην ανακοίνωση της Τράπεζας Κύπρου την περασμένη Παρασκευή περιλαμβάνεται μία ενδιαφέρουσα αναφορά που δημιουργεί εύλογες προσδοκίες προς τους μετόχους της και γενικότερα προς το επενδυτικό κοινό.
Σημειώνεται στην ανακοίνωση: «H απόφαση για απόρριψη της πρότασης του επενδυτικού ταμείου, που ήταν ομόφωνη, λήφθηκε υπόψη και το γεγονός ότι το ΔΣ προσβλέπει στην ικανότητά του και στις προοπτικές του συγκροτήματος να υλοποιήσει τους στρατηγικούς του στόχους, παρέχοντας ισχυρές αποδόσεις για τους μετόχους μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα».
Παράγοντες της αγοράς που μίλησαν στη StockWatch εκλαμβάνουν την επισήμανση αυτή ότι η διοίκηση πιθανόν να κρατά άσους στο μανίκι που θα μεταφραστούν ενδεχομένως, βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα, σε καλύτερες αποδόσεις σε σχέση με αυτό το οποίο προτείνει το αμερικανικό επενδυτικό ταμείο.
Το γεγονός είναι ότι το ΔΣ της τράπεζας έχει απορρίψει τις προτάσεις του fund καθώς τις θεωρεί χαμηλές, σύμφωνα με τα θεμελιώδη στοιχεία του συγκροτήματος και γενικότερα της οικονομίας και τις προοπτικές χώρας.
Επίσημα η Τράπεζα Κύπρου δεν επιθυμεί να πει περισσότερα από ότι έχει αναφέρει στην ανακοίνωση της την περασμένη Παρασκευή προς τις εποπτικές αρχές.
Ανώτατη πηγή της τράπεζας παρέπεμψε τη StockWatch στη σχετική της ανακοίνωση, όταν κλήθηκε να σχολιάσει την έντονη προτροπή της διοίκησης προς τους μετόχους της, να μην προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια στο παρόν στάδιο, υπονοώντας μάλλον να αποφύγουν την πώληση των μετοχών τους.
Η Τράπεζα Κύπρου έχει προσλάβει ως συμβούλους την Goldman Sachs και την HSBC για να κρίνουν το δίκαιο και εύλογο του προσφερόμενου τιμήματος και φαίνεται ότι έχει απορρίψει τις προτάσεις βάσει των γνωμοδοτήσεων των δύο συμβούλων της.
Η εγχώρια εποπτική αρχή δεν έχει ακόμη προβεί σε οποιαδήποτε δημόσια δήλωση επί των σημαντικών αυτών εξελίξεων από αφορούν στο μεγαλύτερο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα της χώρας.
Σημειώνεται ότι μεγαλύτερος μέτοχος της Τράπεζας Κύπρου είναι η Lamesa Investments Limited με ποσοστό 9,27% που ανήκει στον Ρώσο επιχειρηματία Victor Vekselberg (Renova), ο οποίος ήταν εκ των μεγαλοκαταθετών της τράπεζας το 2013 και σήμερα ο εν λόγω επενδυτής βρίσκεται στη λίστα των κυρώσεων.
Άλλοι μεγάλοι μέτοχοι είναι μεταξύ άλλων η CarVal Investors 8,57%, Senvest Group 7,11%, η Caius Capital LLP 6,95%, European Bank for Reconstruction and Development (EBRD) 5,2%, Cyprus Popular Bank Public Co Ltd, 4,81%, Eaton Vance, 4,08% Management Osome 3,03% Investments Limited TD Asset Management 2,98%.
Σύμφωνα με κάποια δημοσιεύματα, φημολογείται, ότι οι επόπτες στη Φρανκφούρτη και στις Βρυξέλλες θα αντιμετώπιζαν θετικά ενδεχόμενη έξοδο των ρωσικών κεφαλαίων από την κυπριακή τράπεζα.
Η Τράπεζα Κύπρου έχει δείκτη συνολικής κεφαλαιακής επάρκειας 20,3% και CET1 15,2% .
Διαθέτει υψηλή, σε σχέση με τις εγχώριες τράπεζες, κεφαλαιακή επάρκεια και πλεονάζουσα ρευστότητα, LDR 296%.
Το υπόλοιπο χορηγήσεων μετά από προβλέψεις ανερχόταν σε €10,4 δισ. και οι καταθέσεις σε €17,7 δισ.