Η Μητέρα Εκκλησία στην Δημοκρατία Βόρειας Μακεδονίας
Του Μητροπολίτη Αρκαλοχωρίου Ανδρέα Νανάκη,
Καθηγητή της Θεολογικής Α.Π.Θ.
To Οικουμενικό Πατριαρχείο, ως η Μητέρα Εκκλησία, τον 19ο και 20ό αιώνα, με τη δημιουργία και τη συνοριακή οριοθέτηση των εθνικών κρατών στα Βαλκάνια, δημιούργησε με Πατριαρχικούς και Συνοδικούς Τόμους, αυτοκέφαλες Εκκλησίες (Ελλάδα, Σερβία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Αλβανία). Οι αυτοκέφαλες αυτές Εκκλησίες, περιελάμβαναν την επικράτεια της συγκεκριμένης εθνοκρατικής οντότητας. Εάν προέκυπτε διεύρυνση των κρατικών ορίων, η Μητέρα Εκκλησία εκχωρούσε και πάλι στην αυτοκέφαλη Εκκλησία την εκκλησιαστική δικαιοδοσία των νέων περιοχών, που προστίθεντο στα κρατικά όρια, όπως έγινε με τα Ιόνια νησιά το 1866 και με τη Θεσσαλία το 1882 εις τα καθ’ ημάς.
Η δημιουργία και η αναγνώριση ενός νέου κράτους, από την εκκλησιαστική δικαιοδοσία του Τόμου της αυτοκέφαλης Εκκλησίας, που το Οικουμενικό Πατριαρχείο δημιούργησε, αναγνώρισε και εκχώρησε, και αναφέρομαι στη Βόρεια Μακεδονία, επαναφέρει την επικράτεια του νέου κράτους εις την κανονική δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου.Στην Μητέρα Εκκλησία, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, επανέρχεται η πνευματική και κανονική ευθύνη της διευθέτησης των εκκλησιαστικών πραγμάτων του νέου ανεξάρτητου κράτους.
Το αυτό ισχύει και όταν ένα κράτος, που έχει Τόμο αυτοκεφαλίας, για οποιονδήποτε λόγο παύει να υπάρχει. Και στην περίπτωση αυτή η γεωγραφική επικράτεια του κράτους, επανέρχεται στην Μητέρα Εκκλησία, η οποία του είχε εκχωρήσει τις περιοχές αυτές και δημιούργησε γι’ αυτό το κράτος, το συγκεκριμένο αυτοκέφαλο.
Η έκδοση του Τόμου για τη δημιουργία των εθνικών αυτοκέφαλων Εκκλησιών, αποτελεί εκκλησιαστικό γεγονός και πράξη, όμως δεν ολοκληρώνεται μονομερώς. Χορηγείται με τη σύμφωνη γνώμη ή τη συναίνεση της ανώτατης πολιτικής εξουσίας εκάστου εθνικού κράτους. Αυτονόητο τυγχάνει ότι, όπως η πολιτική εξουσία της Σερβίας δεν νομιμοποιείται αυτοβούλως να παρεμβαίνει στα του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας, για τον ίδιο λόγο και η Εκκλησία της Σερβίας δεν έχει κανονικά δικαιώματα, ούτε εκκλησιαστική δικαιοδοσία στην επικράτεια του διεθνώς αναγνωρισμένου νέου αυτού κράτους, που είναι το στερνοπαίδι των βαλκανικών κρατών. «Και εγένετο ταυτότητα και κράτος εθνικό», (27-1-2019) έγραψα μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Συνεπώς, στο πλαίσιο της κανονικής του μέριμνας και ευθύνης, το Οικουμενικό Πατριαρχείο δέχθηκε «εις ευχαριστιακήν κοινωνίαν την Ιεραρχίαν, τον κλήρον και τον λαόν της υπό τον Αρχιεπίσκοπον κ. Στέφανον Εκκλησίας ταύτης, θεραπεύουσα την πληγήν του σχίσματος, και επιχέουσα εις το τραύμα των εκείσε αδελφών ημών Ορθοδόξων «έλαιον και οίνον». Προς τούτο εκδίδεται και η σχετική Πατριαρχική και Συνοδική Πράξις… Αναγνωρίζει ως όνομα της Εκκλησίας ταύτης το «Αχρίδος» (νοουμένης της περιοχής της δικαιοδοσίας αυτής μόνον εντός των ορίων της επικρατείας του κράτους της Βορείου Μακεδονίας)», και τούτο διότι η Αρχιεπισκοπή Αχριδών είχε στους αιώνες των αυτοκρατοριών επεκταθεί και σε εδάφη των σημερινών επικρατειών, Βουλγαρίας, Σερβίας και Ελλάδας.
*Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους