Η επόμενη μέρα βρίσκει την Γαλλία τριχοτομημένη
Του Στέφανου Νικήτα*
Ποιος θα πίστευε πριν μερικά χρόνια ότι τα άλλοτε ιστορικά κόμματα των Σοσιαλιστών και των γκωλικών Ρεπουμπλικάνων ότι έκλεισε ο ιστορικός του κύκλος σε εθνικό επίπεδο, αφήνοντας τη Γαλλία μεταξύ ενός απολίτικου κινήματος (En Marche) με μοναδικό ατού την ισχυρή προσωπικότητα του Εμανουέλ Μακρόν και από την άλλη, μια σειρά από κόμματα, που επενδύουν στην ψήφο αντίδρασης.
Ποιος θα πίστευε ότι ο Εμανουέλ Μακρόν που κατάφερε να εισάγει το 2017 έναν «τρίτο δρόμο» αλά γαλλικά και ένα «πειστικό» αφήγημα για μια οιονεί επανίδρυση της Γαλλικής Δημοκρατίας, αναβαπτισμένης σε έναν οικονομικό φιλελευθερισμό που όπως φάνηκε επικεντρώθηκε στην «απελευθέρωση» της αγοράς εργασίας έχει μεγάλες πιθανότητες να επανεκλέγει γιατί το αντίπαλο δέος είναι ξανά η Μαρίν Λεπέν και όχι κάποιος άλλος υποψήφιος που θα είχε πρόγραμμα και δε θα ήταν λαϊκιστής.
Ποιος θα πίστευε ότι ο Ζαν Λυκ Μελανσόν θα πέτυχενε ένα τόσο εντυπωσιακό αποτέλεσμα. Αύξησε το ποσοστό του σχεδόν στο 22% και βρέθηκε λίγο πίσω από την Μαρίν Λεπέν, παρότι αυτή τη φορά το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα δεν τον υποστήριξε, επιλέγοντας να κατεβάσει την «κομματική» υποψηφιότητα του Φαμπιέν Ρουσέλ, που πήρε 2,3%.
Ποιος θα πίστευε ότι η ακροδεξιά στη Γαλλία θα εξακολουθούσε να ενισχύεται και με έναν τρόπο να «κανονικοποιείται» ορίζοντας την ατζέντα της δημόσιας συζήτησης σε θέματα όπως η μετανάστευση ή οι πολιτικές ασφάλειας.
Ο δεύτερος γύρος, λοιπόν, είναι εξαιρετικά δύσκολος για τον Μακρόν γιατί αυτή τη φορά τόσο οι κληρονόμοι της γκωλικής παράδοσης όσο και της σοσιαλιστικής εμφανίζονται εξαιρετικά απομειωμένοι. Η Βαλερί Πεκρές πήρε μόλις 4,8%, την ώρα που ο Φρανσουά Φιγιόν είχε πάρει 20%, ενώ η Αν Ινταλγκό των Σοσιαλιστών έπεσε κάτω από το 2%, την ώρα που ο Μπενουά Χαμόν είχε καταφέρει να πάρει 6,36%.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι η γαλλική κοινωνία είναι περισσότερο διαιρεμένη, περισσότερο οργισμένη και περισσότερο συγκρουσιακή και με ανοιχτά ερωτήματα για την κατεύθυνση που πρέπει να πάρει.