Απόστολος Παύλος : Ο Ρωμαίος, ο Ιουδαίος, ο Έλληνας
Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΚΑΡΑΒΙΤΗ
Επίτιμου Καθηγητού Αρχαίας Ιστορίας στο Bridgewater State College της Βοστώνης (ΗΠΑ) και Οφφικιάλου του Οικουμενικού Πατριαρχείου
Υπήρξαν άνδρες οι οποίοι άφησαν ανεξίτηλα ίχνη στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού, είτε με τις πράξεις τους είτε με το λόγο τους, και αυτοί οι άνδρες έχουν χαρακτηρισθεί ως «ήρωες». Ο Απόστολος Παύλος ανήκει σε αυτή την κατηγορία των ανθρώπων. Κοντός, θαρραλέος και νευρώδης τύπος με κάποιου είδους φυσικό ελάττωμα, ο Παύλος κατάφερε – παρ’ όλα αυτά – να αλλάξει την ρότα της ιστορίας με το κήρυγμα και τη γραφίδα του. Ευλόγως λοιπόν η Χριστιανική Εκκλησία πανηγυρίζει την μνήμη του. Είναι εν τούτοις αληθές ότι πέρα από τις Επιστολές του, τις αναφορές σ’ αυτόν στις Πράξεις των Αποστόλων και κάποιες μάλλον αόριστες περιγραφές λόγων Πατέρων της πρώτης Εκκλησίας, γνωρίζουμε πολύ λίγα γι’ αυτόν. Έγραψε στα ελληνικά, σ’ ένα τρόπο προσιδιάζοντα στην προσωπικότητά του, αλλά η ιδιοσυγκρασία και σκέψη του ήταν βασικά Ιουδαϊκή. Αυτό είναι που μερικές φορές καθιστά την κατανόηση της σκέψης του δύσκολη.
Οι Επιστολές του Παύλου, ανεξάρτητα από τα δυσνόητα σημεία κατά περίπτωση, αποτελούν κυριολεκτικά την πιο πολύτιμη πηγή πληροφοριών σχετικά με τη ζωή του, την προσωπικότητά του και τον τρόπο σκέψης του. Οι Πράξεις των Αποστόλων, που επίσης ασχολούνται με την πορεία του Παύλου, είναι ένα έργο κατά τι κατώτερο, ως ιστορική πηγή, από τις Επιστολές του Παύλου. Για χάρη, ωστόσο, της ιστορικής ισορροπίας θα πρέπει να υπογραμμισθεί το γεγονός ότι ο σκοπός των Πράξεων ήταν να παρουσιάσουν μια γενική εικόνα της πρώτης Εκκλησίας, είκοσι περίπου χρόνια μετά τον θάνατο του Παύλου, και όχι απαραίτητα μια βιογραφία του.
Ο Παύλος γεννήθηκε στην Διασπορά, στην πόλη της Ταρσού, γύρω στους χρόνους του Ιησού. Γιος Ιουδαίου εμπόρου, τεχνίτη του υφάσματος για σκηνές και χαλιά, ο οποίος κατείχε τη Ρωμαϊκή υπηκοότητα, ο Παύλος έμαθε την τέχνη του πατέρα του και κληρονόμησε από αυτόν την Ρωμαϊκή υπηκοότητα. Η Ιουδαϊκή κοινότητα της Ταρσού, στην οποία ο Παύλος μεγάλωσε, χαιρόταν πραγματικά τα κοινά προνόμια που είχαν παραχωρηθεί σ’ αυτήν από την Ρωμαϊκή εξουσία.
Η Ταρσός ήταν ένα ζηλευτό κέντρο του ελληνικού πολιτισμού στη νοτιοανατολική Ανατολία, στην επαρχία της Κιλικίας, με διακεκριμένες φιλοσοφικές σχολές. Ο Παύλος φαίνεται πως είχε μια στέρεη μόρφωση στα νομικά και γερές βάσεις στην εθνική κουλτούρα. Η ευκολία του στην ελληνική γλώσσα μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τα ελληνικά πρέπει να ήταν η γλώσσα που μιλούσε στο σπίτι, αν και αναμφίβολα ήξερε και Αραμαϊκά. Ως συνέπεια της μέσης τάξεως της Ιουδαϊκής οικογένειάς του, απολάμβανε κάποιας οικονομικής άνεσης. Μια ιστορία μας λέγει ότι πήγε στην Ιερουσαλήμ να σπουδάσει το Νόμο με την καθοδήγηση του Φαρισαίου Γαμαλιήλ, αν και η πληροφορία δεν θεωρείται ιστορικά αξιόπιστη.
Ο Παύλος είχε το προνόμιο του ανθρώπου με πολλά προσόντα. Ήταν Ιουδαίος την καταγωγή, είχε ελληνική παιδεία και απολάμβανε ταυτόχρονα και την Ρωμαϊκή υπηκοότητα. Έτσι έκανε χρήση του τριπλού αυτού πλεονεκτήματος. Αλλά, πάνω απ’ όλα, ο Παύλος ήταν ένας νευρώδης και δραστήριος Ιουδαίος, ο οποίος αμέσως σχεδόν μετά τον θάνατο του Ιησού, άρχισε να αντιστρατεύεται τους Ιουδαίους οπαδούς του Χριστού. Σ’ αυτά τα πρώτα χρόνια, ένας νεαρός διάκονος της χριστιανικής κοινότητας με το όνομα Στέφανος βρήκε τον θάνατο από τα χέρια αγανακτισμένων Ιουδαίων της Ιερουσαλήμ. Ότι ο Παύλος ήταν παρών στην Ιερουσαλήμ σ’ αυτό το γεγονός είναι αμφίβολο. Αυτό που λέει ο ίδιος για τον εαυτό του είναι ότι συμμετείχε ενεργά στις διώξεις των ετεροδόξων (δηλ. των χριστιανών) από τις Ιουδαϊκές αρχές.
Το δικαίωμα της διώξεως χριστιανών στην Ιουδαία αλλά και πέραν αυτής φαίνεται να είχε παραχωρηθεί στο Ιουδαϊκό Συμβούλιο της Ιερουσαλήμ από τους Ρωμαίους. Ίσως μάλιστα αντίστοιχες Ιουδαϊκές κοινότητες και πέραν της Ιουδαίας να απολάμβαναν το ίδιο προνόμιο. Επιφορτισμένος με κάποια παρόμοια πειθαρχική αποστολή μια μέρα αναχώρησε για τη Δαμασκό. Καθ’ οδόν προς τη Δαμασκό ο Παύλος διηγείται ότι είδε εκείνο το εκτυφλωτικό όραμα, στο οποίο ο Ιησούς τον επισκέφθηκε και το οποίο έγινε η αφορμή για την μεταβολή της στάσης του έναντι του Ιησού και των οπαδών του.
Κατά την περίοδο του γεγονότος αυτού είχε ήδη αρχίσει η σχηματοποίηση δύο διαφορετικών ομάδων στην εξελισσόμενη χριστιανική κοινότητα. Η μία απ’ αυτές ήθελε να περιορίσει τη νέα πίστη στους Ιουδαίους ή Ιουδαΐζοντες, ενώ η άλλη έδειχνε πρόθυμη να συμπεριλάβει στους κόλπους της και εθνικούς, που δεν ακολουθούσαν πιστά όλες τις διατάξεις του Νόμου. Η ομάδα που ευνοούσε την πρώτη τάση, υποστηριζόταν, αρχικά, από τους αρχηγούς της κοινότητας της Ιερουσαλήμ. Αρχηγός της ήταν ο Ιάκωβος, ο αδελφός του Ιησού, ο οποίος είχε ήδη υποκαταστήσει τον Πέτρο στην ηγεσία της Εκκλησίας της Ιερουσαλήμ.
Η περίοδος αυτή του πρωτεϊκού Χριστιανισμού είναι πολύ ενδιαφέρουσα, γιατί πέρα απ’ αυτές τις εξελισσόμενες τάσεις παραμένει άγνωστη η ιστορία του Παύλου για τα δέκα χρόνια μετά την προσέλευσή του στο Χριστιανισμό. Μαθαίνουμε ότι μετά την βάπτισή του μετέβη για ένα χρονικό διάστημα στην Αραβία. Τί έκανε όμως μετά την επιστροφή του από την Αραβία; Πιθανότατα να ασχολήθηκε με ιεραποστολή, κυρίως ανάμεσα σε Ιουδαίους προσήλυτους (Ιουδαΐζοντες Χριστιανούς) στη Συρία και στην πατρίδα του την Κιλικία, παρ’ όλο που η έδρα του φαίνεται πως ήταν η Αντιόχεια. Έπειτα, περίπου το 45 μ.Χ., ο Παύλος και ο Βαρνάβας ξεκίνησαν το ιεραποστολικό τους έργο, με την διστακτική υποστήριξη του Ιακώβου και του Πέτρου, κηρύττοντας στις Ιουδαϊκές συναγωγές. Αυτή η τακτική αποδείχτηκε ανεπιτυχής.
Παύλος και Βαρνάβας , έργο Πρωτοπρεσβυτέρου Βασιλείου Καλλιακμάνη, Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Οι Ιουδαίοι της διασποράς ξενίστηκαν από τις νεωτεριστικές ιδέες που εισήγαγε ο Παύλος και άρχισαν να προβάλλουν πεισματική αντίδραση. Αυτή τους η αντίδραση έκανε τον Παύλο να στραφεί, όλο και περισσότερο, προς τους εθνικούς.
Στο μεταξύ, νέα προβλήματα εμφανίστηκαν στην ιεραποστολική πορεία των Αποστόλων. Ήταν απαραίτητη η περιτομή για τους μη Ιουδαίους που ασπάζονταν τον Χριστιανισμό; Πολλοί προσήλυτοι έδειχναν απρόθυμοι να υποστούν την περιτομή και η άρνησή τους δημιουργούσε σοβαρές δυσκολίες στην Ιεροσολυμητική κοινότητα. Ο Παύλος τελικά αποφάσισε να μην πιέσει τους προσηλύτους να υποβάλλονται σε περιτομή. Έπρεπε οι νεοφώτιστοι να εφαρμόζουν τις διατάξεις του Νόμου τις σχετιζόμενες με τροφικές απαγορεύσεις; Διαφωνίες ανεφύησαν στην αποστολική κοινότητα που αφορούσαν σ’ αυτό το σημείο. Και πάλι ο Παύλος απέκλινε προς την φιλελευθεροποίηση του θέματος. Στο μεταξύ διάστημα ο Παύλος πραγματοποίησε το δεύτερο και τρίτο ταξίδι στην Ασία και την Ελλάδα, και στη συνέχεια επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ. Όταν έφτασε στην Ιερουσαλήμ, κατηγορήθηκε από μερικούς συμπατριώτες του για παραβάσεις του Ιουδαϊκού νόμου, και κατέληξε στην Ρώμη να δικαστεί ως Ρωμαίος πολίτης από το αυτοκρατορικό δικαστήριο. Το περιπετειώδες ταξίδι του προς τη Ρώμη περιγράφεται στις Πράξεις των Αποστόλων. Με την άφιξή του στη Ρώμη τα ίχνη του χάνονται. Ίσως πέθανε στους διωγμούς του 64 μ.Χ. εναντίον των Χριστιανών ή αμέσως μετά.
Ο Παύλος αποδείχθηκε μια εκρηκτική προσωπικότητα. Μετέτρεψε τον αρχικό του ζήλο για την πατρώα θρησκεία σε κήρυγμα για την αποκαλυφθείσα πίστη. «Θα ήταν δυστυχία για μένα να μη μπορώ να διδάσκω», γράφει στους Κορινθίους. Διακαιόταν συνεχώς από τον πόθο να μεταδίδει τον ζήλο του αυτό στους άλλους. «Κήρυξον τον λόγον», είπε στον Τιμόθεο, «επίστηθι ευκαίρως ακαίρως, έλεγξον, επιτίμησον, παρακάλεσον, εν πάση μακροθυμία και διδαχή» (Β΄ Τιμ. 4.2). Είτε ο ίδιος ο Παύλος έγραψε αυτή την επιστολή είτε όχι, το ύφος της πάντως αντιπροσωπεύει την φιλοσοφία του και τις επιτεύξεις του που απλώνονται σε μια τεράστια γεωγραφική έκταση της εποχής εκείνης, που οι δυσκολίες και οι κίνδυνοι που περιέκλειε εντυπωσιάζουν ακόμη και σήμερα όσους την έχουν διανύσει.
Οδηγούμενος από πεποίθηση και πίστη στην αλήθεια που τον κινούσε, όπλισε τον εαυτό του με θάρρος και επιμονή, που χρειάστηκαν για να φέρει εις πέρας μια σχεδόν απίστευτη αποστολή, ενάντια σε ανείπωτους κινδύνους και δυσχέρειες. Εκείνοι που στις μέρες μας έχουν καλύψει την περιοχή που κάλυψε ο Παύλος, αλλά με τη βοήθεια των σύγχρονων μεταφορικών μέσων, ομολογούν τις δυσκολίες και τους βαρείς κινδύνους αυτού του εγχειρήματος. Πώς ο Παύλος διήνυσε ακόμη μεγαλύτερες αποστάσεις χωρίς σημαντική βοήθεια και τις ανέσεις των σύγχρονων μέσων μεταφοράς, στην πύρινη ζέστη του καλοκαιριού και στο εξουθενωτικό σκληρό κρύο του χειμώνα, είναι κάτι που πολλοί το θαυμάζουν. Μερικές φορές ο ίδιος δειλιάζει αναλογιζόμενος τις ανυπέρβλητες δυσκολίες: «καγώ εν ασθενεία και εν φόβω και εν τρόμω πολλώ εγενόμην προς υμάς» (Α΄ Κορ. 2.3) Παρ’ όλα αυτά συνέχισε πάντοτε το έργο του, διωκόμενος πολλές φορές και συχνά υποκείμενος σε βίαιες μανιοκαταθλιπτικές εναλλαγές της διάθεσής του: «Ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος» (Ρωμ. 7.24).
Όταν ο Νίτσε χαρακτήρισε τον Παύλο ως ένα βασανισμένο, νοσηρό και ιδιόρρυθμο άνθρωπο, αποκρουστικό στον εαυτό του και στους άλλους, σίγουρα εκφραζόταν και έντονα και λανθασμένα. Ο Παύλος πραγματικά βασανιζόταν από ένα συνεχές αίσθημα ανεπάρκειας, επειδή είχε αποτύχει να καταφέρει αυτά που ήθελε να κάνει και γιατί είχε αγωνιωδώς στερηθεί την τελειότητα που επιθυμούσε. Μερικές απ’ τις ατέλειες του έργου του σίγουρα τον ενοχλούσαν: η διαφωνία μεταξύ των Χριστιανών, η αντίθεση των άλλων Αποστόλων, ο Ιουδαϊκός Χριστιανισμός, ο οποίος βασιζόταν στον ίδιο κώδικα του Νόμου που είχε απορρίψει ως άχρηστο. Θα πρέπει να είχαν υπάρξει και πολλά άλλα πράγματα τα οποία δεν γνωρίζουμε σήμερα, αφού είμαστε τόσο απομακρυσμένοι από τις δυναμικές της εποχής του Παύλου.
Παρ’ όλα αυτά, αμέσως μετά το θάνατό του ο Χριστιανισμός που κήρυξε άρχισε να θριαμβεύει. Ο εθνικός Χριστιανισμός του επικράτησε, ενώ ο Ιουδαϊκός Χριστιανισμός απέτυχε. Σύμφωνα με τον Κλήμεντα Ρώμης (περίπου 100 μ.Χ.), ο Παύλος αναδείχθηκε ως ο θείος Απόστολος (το σκεύος της εκλογής), επειδή μοχθούσε αδιάκοπα, και στο τέλος έγινε το μεγαλύτερο παράδειγμα αντοχής (Ι Κλημ. Κορ. 65). Ο Ιγνάτιος Αντιοχείας αναγνώρισε τον Παύλο ως μια προσωπικότητα στην οποία οφειλόταν υπακοή. Στις αρχές του δεύτερου αιώνα οι Μαρκιωνίτες, οι οποίοι μετέφεραν με ακρότητα την θεωρία του Παύλου περί της απαξίας του Νόμου στην Χριστιανική εποχή, είδαν τον Παύλο να κάθεται στον ουρανό στα δεξιά του Χριστού.
Πολλοί από τους Πατέρες του δεύτερου αιώνα, με αφορμή τον αιρετικό Μαρκίωνα, ερμήνευσαν προσεκτικά τις ιδέες του Παύλου περί του Νόμου, αποφεύγοντας, ταυτόχρονα, τις υπερβολές των θεωριών του Μαρκίωνα. Τον ίδιο αιώνα οι διαφωνίες του Παύλου με τον Πέτρο είχαν ξεχαστεί και οι δύο Απόστολοι είχαν τοποθετηθεί μαζί στη συνείδηση της Εκκλησίας. Η Εκκλησία της Ρώμης σύντομα τοποθέτησε τον Παύλο κάτω από τον Πέτρο, τον οποίο θεωρούσε ως Απόστολο-αυθεντία.
Χίλια πεντακόσια χρόνια αργότερα, ο Μαρτίνος Λούθηρος ανακατασκεύασε με πάθος την διδασκαλία του θείου Αποστόλου περί πίστεως και χάριτος, ξεκινώντας με αυτήν την Μεταρρύθμιση στο όνομα της πίστης του Παύλου. Αυτή η Μεταρρύθμιση έμελλε να διασπάσει την ενότητα της Δυτικής Εκκλησίας. Έτσι, η νεοανακαλυφθείσα πίστη, κατάτμησε έτι περισσότερο αυτό που ο Παύλος με ζήλο επεδίωξε να διατηρήσει ενωμένο στο όνομα του Χριστού (δηλ. το σώμα του Χριστού, την Εκκλησία).
Η επιρροή του Παύλου στην πορεία της θρησκευτικής ιστορίας είναι τεράστια. Ο Παύλος άνοιξε διάπλατα την πόρτα στον Χριστιανισμό μειώνοντας στο ελάχιστο τη σημασία του Νόμου, μετά την έλευση του Χριστού, απεξαρτώντας το Χριστιανισμό από την αναγκαιότητα της περιτομής και των τροφικών απαγορεύσεων για όσους δεν ήσαν Ιουδαίοι, καθώς θεωρούσε αυτές τις πρακτικές εμπόδιο στην πίστη. Η αποκοπή από τον Ιουδαϊκό Νόμο άνοιξε τον δρόμο στον Παύλο να επικεντρώσει όλη του την προσοχή στην λυτρωτική δύναμη της Σταύρωσης, κάτι που επίσης βοήθησε στην εξάπλωση του Χριστιανισμού στα έθνη. Τώρα, δεν χρειαζόταν κάποιος να μένει πιστός στις Ιουδαϊκές διατάξεις για να γίνει χριστιανός. Το αποτέλεσμα ήταν ότι ο Χριστιανισμός απλώθηκε σταθερά στα μεσαία και κατώτερα στρώματα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και σύντομα, χιλιάδες και εκατομμύρια άνθρωποι, τον έκαναν θρησκεία τους.
Πριν από το τέλος του 3ου μ.Χ. αιώνα υπήρχαν περισσότεροι χριστιανοί απ’ ότι Ιουδαίοι στην αυτοκρατορία, και η διαδικασία που είχε ξεκινήσει με τον Παύλο δεν επρόκειτο να ανακοπεί. Σχεδόν αποκλειστικά, ο θρησκευτικός ζήλος του Παύλου είχε αλλάξει την πορεία του Χριστιανισμού και μέσω αυτού την πορεία της Ιστορίας. Στο δυτικό αλλά και στο ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας η χριστιανική θρησκεία έγινε ο ενωτικός παράγων, παρά τις κατά καιρούς βίαιες εκρήξεις. Μέχρι την εμφάνιση του Μωάμεθ ολόκληρη η λεκάνη της Μεσογείου ήταν ενωμένη για μια ακόμη φορά, υπό τη σημαία του Χριστιανισμού.
Καλώς ή κακώς, οι ιδέες του Παύλου συνδέθηκαν με την κοσμική αλλά και την θρησκευτική ιστορία, σχεδόν συνεχώς από την εποχή του. Χάρη στο ζήλο του, τη ζωή του και τις Επιστολές του, άφησε ανεξίτηλο το αχνάρι του στην ανθρωπότητα. Σαν τον Λένιν στην σύγχρονη ιστορία, ο οποίος πίστευε με πάθος σε μια ιδέα και φλεγόταν από τον πόθο να την μεταβάλει σε πράξη (τούτο μου το ρήμα αφορά στην ψυχολογία του ανδρός), έτσι και ο Παύλος φλεγόταν από την επιθυμία του να διαδώσει το μήνυμα του Ιησού, σκεπτόμενος συνεχώς, όλο το εικοσιτετράωρο (είτε ήταν ξύπνιος είτε κοιμόταν), πιθανούς τρόπους για την πραγμάτωσή του. Το αποτέλεσμα είναι ότι σχεδόν ποτέ κανείς δεν άλλαξε την πορεία της ιστορίας τόσο πολύ όσο αυτός. Όπως τονίζει και ο Michael Grant, συγκρινόμενα με τα κατορθώματα του Παύλου, όλα τα καταπληκτικά που έχουν επιτύχει ο Μ. Αλέξανδρος, ο Ιούλιος Καίσαρας, και ο Ναπολέων, φαντάζουν ισχνά και λίγα.
Υπάρχουν εκείνοι που έπαιξαν μεγάλο και βαθιά σημαντικό ρόλο στην ιστορία της εποχής τους, αλλά δεν ασκούν πλέον ζωτικό και άμεσο ενδιαφέρον στη σύγχρονη ζωή. Υπάρχουν ακόμη εκείνοι των οποίων η επιρροή δεν σταμάτησε να είναι αισθητή κατά τη διάρκεια των επόμενων εποχών: αυτοί που συνεχίζουν να ασκούν μια μεταμορφωτική δύναμη στη ζωή των ανθρώπων ακόμη και σήμερα. Ο Παύλος ανήκει σ’ αυτή τη δεύτερη κατηγορία. Είναι μια από εκείνες τις εξαιρετικές προσωπικότητες που έζησαν χιλιάδες χρόνια πριν, αλλά εξακολουθούν να μας αφορούν και σήμερα, λόγω της διαρκούς επικαιρότητάς τους.
Ημέρα της εορτής του Αποστόλου Παύλου έχει καθοριστεί η 29η Ιουνίου. Τιμάται μαζί με τον ισάξια γνωστό, αλλά ιστορικά υποδεέστερο Απόστολο Πέτρο. Όμως η μνήμη τους δεν γιορτάζεται τόσο εξαιρετικά όσο θα έπρεπε, με εξαίρεση του Βατικανού στον Πέτρο, για προφανείς λόγους. Παρ’ όλα αυτά, η ξεχωριστή θέση του Παύλου στην ιστορία του Δυτικού κόσμου είναι τέτοια που ένας λαμπρός εορτασμός της μνήμης του θα φαινόταν επιβεβλημένος, ανάλογος της σημασίας του στην ιστορία του χριστιανικού κόσμου.
Μετάφραση από τα Αγγλικά
Παναγιώτης Αντ. Ανδριόπουλος