«Ελπίζω ότι το μήνυμα του Πάπα θα ληφθεί υπόψη», δήλωσε η πρέσβης της Γερμανίας στην Κύπρο
Στον γερμανικό ιστότοπο της πύλης ενημέρωσης του Βατικανού δημοσιεύεται συνέντευξη της Πρέσβεως της Γερμανίας στην Κύπρο, Anke Schlimm, την οποία παραχώρησε στη δημοσιογράφο Christine Seuss με αφορμή την επίσκεψη του Πάπα στην Κύπρο. Όπως τονίζεται στην εισαγωγή της συνέντευξης, η κα Schlimm που είναι επίσης καθολική «εκφράζει την ελπίδα ότι η επίσκεψη του Πάπα στη χώρα θα ανοίξει νέες πόρτες για διάλογο μεταξύ των αρχών του βορρά και του νότου». Ερωτηθείσα για τον αντίκτυπο της επίσκεψης του Πάπα στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης διαίρεσης του νησιού και της κατάστασης με τους μετανάστες, η κα Schlimm απαντά: «Η άφιξη και η επίσκεψη του Πάπα προσελκύει μεγάλη προσοχή στην Κύπρο. Στην πραγματικότητα, η Κύπρος είναι το τελευταίο διαιρεμένο νησί στην Ευρώπη. Η Λευκωσία, η πρωτεύουσα, είναι επίσης διαιρεμένη σε έναν ελληνοκυπριακό νότο και έναν τουρκοκυπριακό βορρά. Το κυπριακό πρόβλημα, η διαίρεση του νησιού, είναι το κυρίαρχο θέμα εδώ. Από την τουρκική εισβολή του 1974, έχουν γίνει πολλές προσπάθειες να προωθηθούν οι συνομιλίες μεταξύ των δύο πλευρών με στόχο την επανένωση του νησιού. Πολλοί γενικοί γραμματείς του ΟΗΕ έχουν προσπαθήσει να επιτύχουν αυτό το δρόμο της κατανόησης και της επανένωσης του νησιού, που δυστυχώς δεν έχει πετύχει μέχρι σήμερα. Και αυτή τη στιγμή βλέπουμε ότι οι ανανεωμένες προσπάθειες για την επανάληψη των συνομιλιών έχουν καταλήξει σε αδιέξοδο. Και γι’ αυτό πιστεύω ότι όλες οι προσεγγίσεις και όλες οι προσπάθειες για κατανόηση μεταξύ του ελληνοκυπριακού νότου και του τουρκοκυπριακού βορρά μπορούν να βοηθήσουν στην προώθηση της διαδικασίας με στόχο την επανένωση. Εμείς, ως ομοσπονδιακή κυβέρνηση υποστηρίζουμε πολλά προγράμματα για την προώθηση της κατανόησης και, όπως λέμε, των μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης μεταξύ του νότου και του βορρά. Ένα από αυτά ονομάζεται Imagine, το οποίο συγκεντρώνει παιδιά, νέους και εκπαιδευτικούς και από τις δύο εθνοτικές ομάδες σε εργαστήρια. Αυτό μου θυμίζει πάντα λίγο το γαλλογερμανικό έργο συμφιλίωσης και τις συναντήσεις μεταξύ των νέων στη Γερμανία και τη Γαλλία, το οποίο είναι ακριβώς αυτό που γίνεται εδώ στο νησί. Δυστυχώς, αυτό έχει γίνει πιο δύσκολο λόγω της πανδημίας τις τελευταίες εβδομάδες και μήνες. Αλλά όλα τα σχέδια, όλα τα μέτρα που εξυπηρετούν την κατανόηση, τη συνάντηση μεταξύ των δύο τμημάτων των νησιών, είναι πολύ σημαντικά κατά την άποψή μου. Και ακριβώς σε αυτή την κατάσταση ο Πάπας έρχεται με το πολύ σαφές και ακουστό μήνυμά του, την απαίτηση για διάλογο. Αυτό είναι ένα από τα κύρια μηνύματά του που ακούγεται πολύ έντονα εδώ και νομίζω ότι αυτή η έκκληση, αυτή η δέσμευση για διάλογο είναι πολύ σημαντική παρά τις δυσκολίες, παρά το αδιέξοδο, παρά την ενίοτε φαινομενικά απελπιστική κατάσταση.» Στην ερώτηση, για το πώς γίνεται δεκτό το μήνυμα του Πάπα από τις αρχές στην Κύπρο και αν η επίσκεψη μπορεί να συμβάλει στην αποκατάσταση των παγωμένων σχέσεων, η Πρέσβης της Γερμανίας επισημαίνει: «Ελπίζω πολύ ότι το μήνυμά του λαμβάνεται υπόψη. Γιατί αυτό που έχω βιώσει τις τελευταίες εβδομάδες είναι δυστυχώς μια σκλήρυνση και από τις δύο πλευρές. Τελευταία, οι συναντήσεις μεταξύ του Ελληνοκύπριου Προέδρου, του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Γκουτέρες και του ηγέτη της εθνοτικής ομάδας στο βορρά δεν οδήγησαν σε κανένα αποτέλεσμα. Δεν μπόρεσαν καν να συμφωνήσουν στην επανάληψη των συνομιλιών. Αλλά αυτό που είναι ακόμη δυνατό – τα Ηνωμένα Έθνη το έχουν πει αυτό με σαφήνεια και το υποστηρίζουμε επίσης – είναι μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης μεταξύ των Ελληνοκυπρίων στο νότο και των Τουρκοκυπρίων στο βορρά. Και πιστεύω ότι αυτή ακριβώς είναι η κατεύθυνση της έκκλησης του Πάπα, παρά τις αντιξοότητες, παρά τον φόβο που αισθάνονται εδώ από τους Τουρκοκύπριους στο βορρά και την Τουρκία, η οποία συνεχίζει να έχει στρατεύματα στο βορρά, να συνεχίσουμε σε αυτό το δρόμο του διαλόγου και της “προσπάθειας”. Νομίζω ότι αυτό είναι ένα σημαντικό μήνυμα και ελπίζω πολύ ότι οι αρχές εδώ και ο Πρόεδρος Αναστασιάδης ως οικοδεσπότης του Πάπα θα ακούσουν αυτό το μήνυμα και θα το λάβουν υπόψη τους.» Ερωτηθείσα στη συνέχεια για το θέμα της μετανάστευσης, η κα Schlimm τονίζει ότι αποτελεί δύσκολο θέμα για την Κύπρο και μεγάλη πρόκληση.
Συνεχίζει ακόμη σχετικά η Γερμανίδα Πρέσβης: «Η Κύπρος αντιμετωπίζει ένα κύμα παράνομης μετανάστευσης και αναζητά στήριξη για την αντιμετώπιση του προβλήματος της παράνομης μετανάστευσης. Τα στοιχεία που δημοσίευσε η κυπριακή κυβέρνηση είναι πράγματι δραματικά. Η κυβέρνηση εκτιμά ότι κάθε μήνα φτάνουν στην Κύπρο έως και 2.000 παράνομοι μετανάστες, κυρίως είτε από τη Συρία είτε από αφρικανικές χώρες, ιδίως τη Νιγηρία και τη ΛΔ Κονγκό. Οι περισσότεροι από αυτούς φτάνουν στον κυπριακό βορρά αεροπορικώς μέσω Τουρκίας και στη συνέχεια, σύμφωνα με τα ευρήματά μας, μεταφέρονται στο νότο από οργανωμένους διακινητές μέσω της λεγόμενης Πράσινης Γραμμής, της διαχωριστικής γραμμής, επειδή δεν είναι επίσημο σύνορο. Το αποτέλεσμα εδώ στην Κύπρο είναι ότι οι προσφυγικοί καταυλισμοί είναι υπερπλήρεις. Υπάρχει ένας καταυλισμός προσφύγων που έχει σχεδιαστεί για 600 πρόσφυγες και αυτή τη στιγμή βρίσκονται εκεί 2000. Η κυπριακή κυβέρνηση ζητά μεγαλύτερη στήριξη από την ΕΕ και άλλες χώρες της ΕΕ. Και αυτό που παρατηρώ εδώ είναι ότι, εκτός από την έκκληση για στήριξη, το γενικότερο κλίμα δυστυχώς κινείται προς μια κατεύθυνση όπου το ζήτημα της εγκληματικότητας, το ζήτημα του βαθμού στον οποίο οι μετανάστες αποτελούν βάρος για τα κοινωνικά συστήματα, γίνεται όλο και πιο διαδεδομένο στον πληθυσμό, και στη δημόσια συζήτηση. Υπάρχουν επίσης δημοσιεύματα ή δηλώσεις της κυβέρνησης ότι υπάρχουν πάρα πολλά παιδιά με μεταναστευτικό υπόβαθρο στα σχολεία. Και εδώ πάλι πιστεύω ότι το μήνυμα του Πάπα, ο οποίος λέει ότι πρέπει να συναντήσουμε αυτούς τους ανθρώπους ανθρώπινα, ως ανθρώπινα όντα, είναι πολύ, πολύ σημαντικό εδώ. (…)»