Η ισότητα των φύλων στα κυπριακά ΜΜΕ
Του Γιώργου Φράγκου
Προέδρου της Ένωσης Συντακτών Κύπρου*
Η ισότητα των φύλων στο ευρύτερο κοινωνικό γίγνεσθαι της Κύπρου πέρασε από χίλια μύρια κύματα. Αυτό είναι τοις πάσι γνωστό. Σήμερα αυτή η ισότητα δεν διάγει και τις καλύτερες των ημερών της. Αρκεί μόνο να ειπωθεί ότι την τελευταία δεκαετία, κυρίως λόγω οικονομικής κρίσης αλλά και λόγω της πανδημίας του κορωνοϊου, οι εργασιακές σχέσεις έχουν αποσαρθρωθεί και τα εργασιακά δικαιώματα έχουν δραματικά συρρικνωθεί. Απότοκο της νέας δυσχερούς τάξης πραγμάτων στο εργασιακό τοπίο είναι και η οπισθοδρόμηση που παρατηρείται στα θέματα της ισότητας των φύλων μέσα στην αγορά εργασίας. Όποτε διανύουμε μια κρίση, εκείνοι που πλήττονται περισσότερο είναι δυστυχώς οι πιο ευάλωτοι και στην προκειμένη περίπτωση οι γυναίκες. Έχω την πεποίθηση ότι το γυναικείο φύλο έχει πληγεί περισσότερο από ότι το αντρικό, σε σχέση με τα δεινά που μαστίζουν την εποχή μας και πρωτίστως τον κόσμο της μισθωτής εργασίας.
Προτού αναφερθώ στη θέση της γυναίκας στο δημοσιογραφικό επιχειρείν, θ΄ αναφερθώ στη θέση της γυναίκας στο δημοσιογραφικό συνδικαλίζεσθαι. Κατά τρίτο λόγο θα επιχειρήσω να δώσω το στίγμα των θεματικών των κυπριακών ΜΜΕ και κατά πόσο αυτές αγγίζουν, ως οφείλουν, τα ζητήματα που αφορούν την ισότητα των φύλων.
Στο δημοσιογραφικό συνδικαλίζεσθαι υπάρχουν λαμπρά παραδείγματα γυναικείας ανέλιξης, πλην όμως αποτελούν την εξαίρεση και όχι τον κανόνα. Παρά το γεγονός ότι υπάρχει αδιάλειπτη γυναικεία παρουσία σε όλα τα διοικητικά συμβούλια της Ένωσης Συντακτών Κύπρου, από την ίδρυση της οργάνωσης το 1959 μέχρι και τις μέρες μας, μόνο επτά γυναίκες δημοσιογράφοι κατέλαβαν θέση ανώτερου αξιωματούχου. Και από αυτές καμία δεν αναδείχθηκε Πρόεδρος της συντεχνίας. Μόνο μία αναδείχθηκε Αντιπρόεδρος, η Λένια Καρατζιά, που παραμένει στη θέση για τέσσερις συνεχόμενες θητείες ως τις μέρες μας. Από εκεί και πέρα οι υπόλοιπες έξι γυναίκες αξιωματούχοι της ΕΣΚ περιορίστηκαν στη θέση της Γενικής Γραμματέως. Και αυτές κατά χρονολογική σειρά είναι η Μαρούλα Βιολάρη (1959-1961), που είναι και ιδρυτικό μέλος της οργάνωσης, η Αντρούλα Ταραμουντά (1990-1992), η Έλλη Κοτζιαμάνη (1995-1997), η Αντρούλλα Γεωργιάδου (2007-2010), η Μαρία Φράγκου (2010-2016) και η Ραλλή Παπαγεωργίου (2019-2022) που διανύει τη θητεία της την παρούσα περίοδο.
Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός ότι την περίοδο 2007-2010 τέσσερα από τα εννέα μέλη του Δ.Σ. της ΕΣΚ ήταν γυναίκες, ενώ την τρέχουσα περίοδο 2019-2022 τρία από τα επτά μέλη του νυν Δ.Σ. της ΕΣΚ είναι γυναίκες. Αξίζει ακόμη να σημειωθεί ότι η Ένωση Συντακτών Κύπρου έχει εκλεγμένο μέλος στην Επιτροπή Ισότητας Φύλου της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων. Πλην όμως αυτός είναι άντρας και είναι ο Χρίστος Χριστοφίδης!
Μέχρι και τις παρυφές του 1990, παραδοσιακά, με βάση και το μητρώο μελών της ΕΣΚ, οι γυναίκες δημοσιογράφοι αποτελούσαν περίπου το 20-25% του συνόλου των επαγγελματιών του κλάδου μας. Με την έλευση της ιδιωτικής ραδιοφωνίας και τηλεόρασης και πολύ περισσότερο με την ανάπτυξη των διαδικτυακών ΜΜΕ το ποσοστό των γυναικών στον κλάδο άρχισε να αυξάνεται. Σήμερα, με βάση πάντα το μητρώο μελών της ΕΣΚ, οι γυναίκες δημοσιογράφοι φτάνουν το 35% του συνόλου. Ωστόσο, επειδή ο βαθμός συνδικαλιστικής ενεργοποίησης των γυναικών είναι δυστυχώς χαμηλότερος από τον αντίστοιχο των ανδρών, πιστεύω ότι συνολικά οι γυναίκες στον επαγγελματικό μας κλάδο θα πρέπει ήδη να ξεπερνούν αισθητά το 40%.
Ώρα όμως να περάσουμε στο δημοσιογραφικό επιχειρείν και τη θέση της γυναίκας σε αυτό. Και δεν κομίζω γλαύκαν εις Αθήνας αν πω ότι επιτελικοί ρόλοι στις γυναίκες δημοσιογράφους δύσκολα ανατίθενται. Χωρίς καμία τάση μηδενισμού ή ισοπέδωσης, είναι βάσιμο να λεχθεί ότι εκδότριες, διευθύντριες σύνταξης και αρχισυντάκτριες ήταν σπάνιον έως ανύπαρκτον είδος τον 19ου αιώνα, υπήρξαν μόνο κατ’ εξαίρεση και πολύ σπανίως στον 20ο αιώνα, ενώ τώρα αρχές του 21ου αιώνα αριθμούν κάποιες δεκάδες. Το γεγονός ωστόσο, δεν αντικατοπτρίζει την πραγματική αναλογία του διαφυλικού συσχετισμού μέσα στη δημοσιογραφική κοινότητα. Σήμερα απαντώνται μερικές μονάδες διευθυντριών σύνταξης και ένα-δύο δεκάδες αρχισυντακτριών κυρίως σε επιμέρους ΜΜΕ μεγάλων δημοσιογραφικών οργανισμών όπως ιστοσελίδες, περιοδικά, ένθετα έντυπα σε εφημερίδες κλπ. Ασφαλώς, η απόσταση που απομένει να διανυθεί είναι ακόμα μεγάλη και θα απαιτηθεί χρόνος για αυτό.
Τέλος, αφού η ανισότητα των φύλων διαπιστώνεται σε όλους τους άλλους τομείς και παραμέτρους, πως να μην διαπιστωθεί και σε ό,τι αφορά τη θεματογραφία του δημοσιογραφικού προϊόντος! Οι γυναικείες θεματικές στην ειδησεογραφία και το ρεπορτάζ, στην ανάλυση και τις εκπομπές γνώμης πασιφανώς ατονούν. Οι γυναικείες θεματικές συνήθως αναδεικνύονται συγκυριακά, συμβολικά ή και επετειακά με αφορμή διάφορες ημερομηνίες. Ή ακόμη χειρότερα οι γυναικείες θεματικές έχουν να κάμουν κυρίως με το ανάλαφρο «life style» και τις υποθέσεις του αστυνομικού δελτίου και του κοινού ποινικού κώδικα. Αυτό, εκ προοιμίου, παράγει στερεότυπα που καλό θα ήταν να αποφευχθούν. Πλην όμως, όχι μόνο δεν αποφεύγονται αλλά και επαναλαμβάνονται εμμονικά.
Το όλο πρόβλημα είναι απτό, ορατό, μεγάλο, δύσκολο, δισεπίλυτο και πολύπλευρο. Αφού το αναγνωρίζουμε, αφού γνωρίζουμε όλες τις διαστάσεις και τις παραμέτρους του, νομοτελειακά, θα συνεχίσουμε να κάνουμε βήματα προς την επίλυσή του. Εκείνο που σήμερα χρειάζεται περαιτέρω είναι βούληση για την επιτάχυνση αυτών των βημάτων.
*Αποσπάσματα από παρέμβαση που έγινε σε
σχετική εκδήλωση την οποία διοργάνωσε
το Μεσογειακό Ινστιτούτο Μελετών Φύλου
στις 21 Οκτωβρίου 2021 στη Λευκωσία