Ένα χρόνο μετά την σύναψη της Ελληνο-Αιγυπτιακής Συμφωνίας για οριοθέτηση ΑΟΖ
Μια εκτίμηση της συμφωνίας και των ελληνο-αιγυπτιακών σχέσεων
Της Ηλέκτρας Νησίδου*
Πριν από ένα χρόνο, στις 6 Αυγούστου 2020, υπεγράφη στο Κάιρο η Ελληνο-Αιγυπτιακή Συμφωνία για (μερική) οριοθέτηση ΑΟΖ. Η κίνηση αυτή αποτέλεσε το δεύτερο βήμα του ελληνικού κράτους στην προσπάθειά του για οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών του. Δύο μήνες μετά την σύναψη της Ελληνο-Ιταλικής Συμφωνίας (9/6/2020).
Η Συμφωνία με την Αίγυπτο ήρθε να αναχαιτίσει το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο, το οποίο αν και παράνομο, επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί ως εφαλτήριο για τις εξορμήσεις της Τουρκίας στη Νότια και Ανατολική Μεσόγειο.
Η φιλοδυτική κυβέρνηση του Καΐρου, η οποία σταθερά από την «Αραβική Άνοιξη» αποτελεί κύριο πολέμιο του ισλαμισμού και ιδίως της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στην Μέση Ανατολή, φάνηκε αρκετά πρόθυμη να συνθηκολογήσει με την Ελλάδα αλλά και να την υπερασπιστεί ανοιχτά απέναντι στις τουρκικές επιδιώξεις.
Πέραν του κλίματος «καλής γειτονίας» το οποίο επιλέγει να διατηρήσει η Αίγυπτος με την Ελλάδα και εν γένει με την Δύση, η κίνηση αυτή έρχεται ως απότοκος των τουρκοαιγυτπιακών αντιπαραθέσεων αναφορικά με τον ισλαμισμό, αλλά και με το παιχνίδι της Τουρκίας στην Λιβύη. Πρόκειται για μια αντιπαράθεση πολλών διαστάσεων.
Η Αίγυπτος υποστήριζε την κυβέρνηση Χαφτάρ στην Λιβύη, ενώ την τελευταία δεκαετία καταδιώκει τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και επί πλέον η ενεργειακή πολιτική της στηρίζεται ως επί το πλείστον στο αέριο, αγαθό το οποίο η Τουρκία προσπαθεί να μονοπωλήσει στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Τι προβλέπει η Ελληνοαιγυπτιακή Συμφωνία
Στο προοίμιο της συμφωνίας αναφέρεται η κοινή επιθυμία Ελλάδας και Αιγύπτου για συμβολή στην σταθερότητα της περιοχής βάσει της καλής πίστης και σύμφωνα πάντα με το Διεθνές Δίκαιο, καθώς και για ενίσχυση των μεταξύ τους δεσμών στο πλαίσιο της καλής γειτονίας των κρατών, καθώς και ο λόγος σύναψης της συμφωνίας, ο οποίος συνδέεται άμεσα με την αναγκαιότητα των κρατών για οριοθέτηση ΑΟΖ.
Το προοίμιο ακολουθούν πέντε (5) άρθρα, εκ των οποίων τα σημαντικότερα είναι το πρώτο και το δεύτερο.
Συγκεκριμένα, στο πρώτο άρθρο συναντάμε την οριοθετούμενη περιοχή, καθώς πρόκειται για μερική οριοθέτηση ΑΟΖ και όχι καθολική. Η οριοθετική γραμμή ξεκινά στο σημείο Α (ανατολικά) και εκτείνεται μέχρι το σημείο Ε (δυτικά), τα οποία σημεία Α και Ε είναι δεσμευτικά και οριστικά. Και σύμφωνα με την τέταρτη παράγραφο του ίδιου άρθρου μπορούν να αναθεωρηθούν μόνο με νέα συμφωνία.
Όσον αφορά το δεύτερο άρθρο, αναφέρεται ότι:«Σε περίπτωση που υπάρχουν φυσικοί πόροι, συμπεριλαμβανομένης της λεκάνης υδρογονανθράκων, οι οποίοι εκτείνονται από την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη ενός Μέρους στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη του άλλου Μέρους, τα δύο Μέρη θα συνεργασθούν προκειμένου να επιτύχουν συμφωνία ως προς τους τρόπους εκμετάλλευσης αυτών των πόρων».
Σε αυτό το άρθρο, δηλαδή, τα δύο κράτη συναινούν στην συνεκμετάλλευση των φυσικών πόρων, οι οποίοι βρίσκονται στην περιοχή μεταξύ των ΑΟΖ τους όπως αυτές οριοθετήθηκαν στο προηγούμενο άρθρο της συμφωνίας.
Ενώ, στο τρίτο άρθρο, αναφέρεται η υποχρέωση των δύο Μερών για ειρηνική επίλυση των μεταξύ τους διαφορών, οι οποίες έγκεινται στην ερμηνεία ή την εφαρμογή της συμφωνίας αυτής, μέσω της διπλωματικής οδού.
Τέλος, το τέταρτο και το πέμπτο άρθρο αφορούν την φύση της συμφωνίας, τον τρόπο επικύρωσής της καθώς και όσα προβλέπονται προκειμένου να τεθεί σε ισχύ.
Απολογισμός της Ελληνοαιγυπτιακής Συμφωνίας
Είναι φανερό λοιπόν, πως η εν λόγω συμφωνία περιορίζεται σε εκείνη την θαλάσσια περιοχή μεταξύ των σημείων Α και Ε.
Η οριοθέτηση που συμφωνήθηκε και υπεγράφη τον Αύγουστο του 2020, αν και μερική, είναι επαρκής για την αποκοπή της τουρκικής ΑΟΖ από την λιβυκή, των οποίων η σύνδεση δεν φαίνεται σε κανέναν άλλο χάρτη πέραν εκείνου του Τουρκολιβυκού Μνημονίου.
Αυτό, σαφώς, αποτελεί το κύριο όφελος που αποκόμισε η Ελλάδα από την συγκεκριμένη συμφωνία. Επιπλέον, διασπώντας την «τουρκολιβυκή θαλάσσια περιοχή», το ελληνικό κράτος με την βοήθεια του αιγυπτιακού κατάφερε να ακυρώσει, στην πράξη, την ανεδαφική Τουρκολιβυκή Συμφωνία του 2019.
Επίσης, μέσω της συμφωνίας αυτής, η Ελλάδα κατοχυρώνει τα κυριαρχικά της δικαιώματα στην περιοχή, ενώ ισχυροποιείται η επίσημη θέση της, η οποία περιλαμβάνει το άρθρο 121 του όγδοου μέρους της Σύμβασης Δ.Θ., σύμφωνα με το οποίο τα νησιά δικαιούνται πλήρων θαλάσσιων ζωνών (μόνο οι βράχοι που δεν μπορούν να συντηρήσουν ανθρώπινη διαβίωση και οικονομική ζωή δεν δικαιούνται υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ).
Η οριοθέτηση της ΑΟΖ είναι αρκετά σημαντική υπόθεση για την Ελλάδα. Είναι μια αργή διαδικασία, η οποία μπορεί να διαρκέσει δεκαετίες για να ολοκληρωθεί. Παρόλα αυτά δεν παύει να είναι μια επωφελής τακτική για το ελληνικό κράτος.
Σαφώς σε σύγκριση με την συμφωνία που προηγήθηκε μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας, η Ελληνοαιγυπτιακή Συμφωνία είναι πολύ πιο συμφέρουσα. Ναι μεν αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο της συνεκμετάλλευσης των φυσικών πόρων της οριοθετημένης περιοχής, αλλά δημιουργεί μια αμφίδρομη, και μεγάλης αξίας σχέση μεταξύ δύο γειτονικών χωρών, ενώ παράλληλα ανακόπτει τις τουρκικές εξορμήσεις στην Νότια και Ανατολική Μεσόγειο.