Η Θεία Λειτουργία της Πεντηκοστής από τον Κιέβου & πάσης Ουκρανίας Επιφάνιο (Βίντεο)
Η περικαλλής Μονή του Αγίου Αρχαγγέλου Μιχαήλ, βρίσκεται στο κέντρο του Κιέβου, μαζί με τα όσα κτήρια περικλείονται στη μάντρα της.
Η Μονή με τον χρυσότρουλο ναό της, στο άλλο άκρο της μεγάλης πλατείας, όπου βρίσκεται -βορειοανατολικά- ο Ναός της του Θεού Σοφίας, αποτελεί την Καθέδρα της επίσημης Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας, υπό τον Προκαθήμενό της, Μακ. Μητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ουκρανίας , Επιφάνιο.
Η ιστορία του Καθολικού της Μονής ανάγεται στον Μεσαίωνα, αν και η σύγχρονη μορφή του είναι σε ουκρανικό μπαρόκ του 18ου αιώνα. Το εσωτερικό είναι εντελώς βυζαντινό. Στην Μονή λειτουργεί η Θεολογική Ακαδημία της Εκκλησίας Ουκρανίας.
Ο αρχικός καθεδρικός κατεδαφίστηκε από τις Σοβιετικές αρχές το 1934, αλλά ανακατασκευάστηκε και άνοιξε το 1999, μετά την ουκρανική ανεξαρτησία το 1991. Ο χώρος αποτέλεσε το νέο διοικητικό κέντρο της τότε Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ουκρανίας, το οποίο βρισκόταν στο Χάρκοβο. Πριν την κατεδάφισή του (8 Ιουνίου-9 Ιουλίου 1934), η κατασκευή μελετήθηκε προσεκτικά από τους Μοβτσανίβσκι και Χοντσάρεφ της Ουκρανικής Ακαδημίας Επιστημών. Οι ντόπιοι ιστορικοί, αρχαιολόγοι και αρχιτέκτονες συμφώνησαν στην κατεδάφιση, αν και διστακτικά. Μόνο ένας καθηγητής, ο Μίκολα Μακαρένκο, αρνήθηκε να υπογράψει την πράξη της κατεδάφισης. Αργότερα πέθανε σε σοβιετική φυλακή.
Στις 26 Ιουνίου 1934, άρχισε η απομάκρυνση των βυζαντινών ψηφιδωτών του 12ου αιώνα. Το έργο ανέλαβε το τμήμα ψηφιδωτών της Ακαδημίας Καλών Τεχνών του Λένινγκραντ. Οι ειδικοί αναγκάστηκαν να εργαστούν βιαστικά, λόγω της επικείμενης κατεδάφισης και δεν κατάφεραν να ολοκληρώσουν το έργο τους.
Τα ψηφιδωτά που παρέμειναν, συνολικής έκτασης 45 τετραγωνικών μέτρων, μοιράστηκαν στο μουσείο Ερμιτάζ, τη Πινακοθήκη Τρετιακόφ και το Κρατικό Ρωσικό Μουσείο. Τα υπόλοιπα μωσαϊκά τοποθετήθηκαν στον δεύτερο όροφο του καθεδρικού της αγίας Σοφίας, και δεν ήταν προσβάσιμα στους επισκέπτες. Αυτά που παρέμειναν στο Κίεβο, κλάπηκαν από τους Ναζί κατά τη διάρκεια του Β΄ΠΠ και μεταφέρθηκαν στη Γερμανία. Μετά το τέλος του πολέμου, πέρασαν στην κατοχή των Αμερικάνων και επέστρεψαν στη Μόσχα.
Το του 1936, ο ναός και το κωδωνοστάσιο ανατινάχτηκαν με τη χρήση δυναμίτη.
Μετά την ανεξαρτησία της Ουκρανίας το 1991, η κατεδάφιση του μοναστηριού κρίθηκε ως έγκλημα και άρχισαν να ακούγονται φωνές, οι οποίες ζητούσαν τη πλήρη ανοικοδόμηση του μοναστηριού ως σημαντικού τμήματος της πολιτιστικής κληρονομιάς των Ουκρανών. Αυτά τα σχέδια εγκρίθηκαν και η ανακατασκευή έλαβε χώρα τη περίοδο 1997-1998.
Με την υποστήριξη των αρχών της πόλης του Κιέβου, ο αρχιτέκτονας Γ. Λοσίτσκι και άλλοι αποκατέστησαν το δυτικό τμήμα των πέτρινων τειχών. Το κωδωνοστάσιο αποκαταστάθηκε και έγινε παρατηρητήριο. Αντί για το παλιό ρολόι, τοποθετήθηκε ηλεκτρονικό με δείκτες και καμπάνες (συνολικά 40), οι οποίες ηχούν στις μελωδίες διάσημων Ουκρανών συνθετών. Το καθολικό ανακατασκευάστηκε τελευταίο και διακοσμήθηκε με ξύλινες μπαρόκ εικόνες, αντίγραφα των ψηφιδωτών και τοιχογραφιών και νεότερα έργα Ουκρανών καλλιτεχνών.
Το νέο καθολικό του αγίου Μιχαήλ με τους χρυσούς τρούλους άνοιξε επισήμως τις 30 Μαΐου 1999. Όμως, η εσωτερική διακόσμηση, τα ψηφιδωτά και οι τοιχογραφίες ολοκληρώθηκαν τις 28 Μαΐου 2000. Τα παρεκκλήσια αφιερωμένα στις Αγίες Βαρβάρα και Αικατερίνη καθαγιάστηκαν το 2001. Στα επόμενα χρόνια, 18 από τα 29 πρωτότυπα ψηφιδωτά επέστρεψαν από τη Μόσχα μετά μακρές συζητήσεις ανάμεσα στις ουκρανικές και ρωσικές αρχές.