Από τον παράδεισο του 1955 στη κόλαση του 1974
Του Γιώργου Κουμουλλή*
Είχα την ευλογία να γεννηθώ πριν το 1955, δηλαδή πριν την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ που είναι ένα από τα σημαντικότερα ορόσημα στη νεότερη ιστορία της Κύπρου. Το θεωρώ ευλογία διότι πριν το 1955 Ε/κ και Τ/κ ζούσαν ειρηνικά και αδελφικά. H κοινωνική αλληλεγγύη ήταν τότε η βασική συνισταμένη της κυπριακής κοινωνίας και συναρτάτο με την άμεση και γενικευμένη αμοιβαιότητα. Η πατρίδα μας ήταν, χωρίς υπερβολή, ένας παράδεισος. Φυσικά, βάσει των οικονομικών στατιστικών το βιοτικό επίπεδο εκείνης της εποχής, σε σύγκριση με το δικό μας σήμερα, ήταν πολύ πιο χαμηλό αλλά σπεύδω να προσθέσω ότι η ευτυχία είναι δύσκολο να οριστεί, καθώς διαφορετικοί άνθρωποι μπορεί να έχουν πολύ διαφορετικές έννοιες της ευτυχίας και επομένως δεν υπάρχει επιστημονική μέθοδος συσχέτισης ευτυχίας και οικονομικής ευμάρειας. Ενώ οι καλές συνθήκες ζωής σίγουρα συμβάλλουν στην ευτυχία, οι άνθρωποι σε φτωχές χώρες συχνά εκφράζουν ένα εκπληκτικά υψηλό επίπεδο ευτυχίας στις δημοσκοπήσεις. Για μερικούς ανθρώπους, η εκπλήρωση της εργασίας και των κοινωνικών σχέσεων πιθανότατα προσθέτει περισσότερα στην ευτυχία από το να είναι σε θέση να απολαμβάνουν προϊόντα πολυτελείας για τα οποία ούτως ή άλλως δεν νιώθουν την έλλειψη τους. Πιο συγκεκριμένα, η ευτυχία εξαρτάται περισσότερο από την ψυχική κατάσταση ενός ατόμου παρά από την εκπλήρωση των επιθυμιών και την συσσώρευση αγαθών, ιδίως πολυτελών αγαθών. Οι πατεράδες μας και οι παππούδες δεν είχαν κλιματιζόμενα σπίτια αλλά δεν δυσφορούσαν επειδή δεν είχαν αυτή την πολυτέλεια και έτσι δεν επιδρούσε αρνητικά στη ψυχική τους κατάσταση αυτή η έλλειψη πολυτελών αγαθών. Εν ολίγοις, σε αντίθεση με μας που έχουμε προ πολλού ενταχθεί στην καταναλωτική κοινωνία, οι παππούδες μας ήταν ικανοποιημένοι με τα αγαθά που παρήγαγαν. Πάνω από όλα, δεν είχαν το άγχος της αβεβαιότητας του μέλλοντος. Απεναντίας είχαν ψυχική γαλήνη. Δεν ανησυχούσαν, όπως ανησυχούμε εμείς, για το αύριο. Η σκέψη τι θα απογίνονταν σε 10, 20, 50 χρόνια δεν τους απασχολούσε καθόλου. Αναντίλεκτα, αυτό συνέβαλε η σιγουριά που απέπνεε η Βρετανική Αυτοκρατορία. Έτσι και τολμούσε μια χώρα να γλυκοκοιτάξει τη Κύπρο, το φλερτ της θα σκορπούσε στους 5 ανέμους με το πρώτο βρυχηθμό του Βρετανικού λέοντα.
Είχα επίσης την ευλογία να γεννηθώ σε ένα μικτό χωριό, τα Πάνω Λεύκαρα. Σε όλα τα μικτά χωριά, Έλληνες και Τούρκοι ζούσαν αρμονικά και μάθαιναν από μικρή ηλικία να σέβονται και να αποδέχονται τη διαφορετικότητα. Στους γάμους, τα βαφτίσια και στις κηδείες συμμετείχε όλο το χωριό. Τα δε βράδια στους καφενέδες συναντιόντουσαν Έλληνες και Τούρκοι να παίξουν τάβλι, χαρτιά, μπιλιάρδο ή απλώς να κουβεντιάσουν.
Αυτή την ειδυλλιακή εικόνα της Κύπρου έμελλε να καταστρέψει ο μαξιμαλιστικός αγώνας για Ένωση και δη με ένοπλα μέσα. Όταν μιλάμε για τις αρνητικές συνέπειες του αγώνα της ΕΟΚΑ, ελάχιστα λέγονται για την καταστροφή της φιλίας Ε/κ και Τ/κ. Αναλογίζομαι πόσο διαφορετική θα ήταν η Κύπρος σήμερα αν Ε/κ και Τ/κ μαζί απαιτούσαμε, όπως όλες οι αποικίες, ανεξαρτησία και όχι Ένωση που ήταν ένας ανέφικτος στόχος. Ήμασταν, βέβαια, τότε όλοι υπέρ της Ένωσης αφού γαλουχηθήκαμε στα στήθη της ευρύστερνης αλλά κοντόφθαλμης Εθναρχίας. Ούτε καν γνωρίζαμε ή πιστεύαμε ότι η αριστερή κυβέρνηση που εξελέγη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο ΗΒ θα μας παραχωρούσε την ανεξαρτησία όπως το απέδειξε με τη Διασκεπτική του 1948. Άλλωστε ο τότε Υπουργός Εξωτερικών του ΗΒ, Ernest Bevin, διαλαλούσε συνεχώς ότι ήταν σχήμα οξύμωρο μια αριστερή κυβέρνηση να υποστηρίζει την αποικιοκρατία (Βλ. F. Williams, “ Ernest Bevin: Portrait of a Great Englishman”).
Στα Λεύκαρα οι πρώτες βόμβες της ΕΟΚΑ πάγωσαν την ατμόσφαιρα. Οι Τ/κ σταμάτησαν να έρχονται στα Ε/κ καφενεία κι αυτό, βέβαια συνέβη σ΄όλα τα μικτά χωριά. Όταν δε το 1958 η ΕΟΚΑ άνοιξε μέτωπο εναντίον των Τ/κ η φιλία είχε καταστραφεί πλήρως. Τον τερματισμό της φιλίας διαδέχθηκε ένα συναίσθημα έντονης εχθρότητας. Το τι επακολούθησε στο χωριό μου στις 2 Ιανουαρίου 1964, δηλαδή λίγες μέρες μετά την έναρξη των δικοινοτικών συγκρούσεων, συνοψίζει τη τραγωδία που εκτυλίχθηκε σε πολλά άλλα μέρη της Κύπρου. Τo πρωί εκείνης της ημέρας οι Τ/κ πήγαν κανονικά στις δουλειές τους. Γύρω στο μεσημέρι διαδόθηκε ότι θα πήγαιναν οι ομάδες των Σαμψών και Λυσσαρίδη για να σφάξουν τους Τούρκους του χωριού. Προ του φάσματος του κατακρεουργήματος τους έφυγαν όλοι οι Τ/κ (γύρω στους 500) μέχρι το σούρουπο και πήγανε στη Κοφίνου. Σχεδόν αμέσως πλάκωσαν «πατριώτες» λεηλάτες και λαφυραγωγοί που άρπαξαν, διαγούμισαν και βανδάλισαν όλα τα Τ/κ σπίτια. Αυτό ήταν το δραματικό τέλος της πολυαιώνιας παρουσίας των Τ/κ στα Λεύκαρα. Η καταστροφή συντελέστηκε σε λίγες μόνο ώρες. Παρόμοιες εφιαλτικές εμπειρίες είχαν, φυσικά, και Ε/κ από πολλά χωριά το 1974.
Ο Πικάσο, επηρεασμένος από την καταστροφή της Γκουέρνικα, δημιούργησε μια αινιγματική σύνθεση, με ακρωτηριασμένες μορφές ανθρώπων και ζώων σε μαύρο, άσπρο και γκρίζο. Αυτή η τεράστια σύνθεση αποτελεί φόρο τιμής στη μικρή πόλη που βομβαρδίστηκε ανελέητα από τις δυνάμεις του φασισμού. Αν ζούσε ο διάσημος ζωγράφος στη Κύπρο θα εμπνεόταν ένα άλλο αριστούργημα. Πιθανότατα θα ζωγράφιζε ένα αιμοσταγές τέρας που θα αντιπροσώπευε τον φασισμό να κυνηγά εν μέσω πτωμάτων την Κύπρο που είναι στο χείλος του γκρεμού και γαντζώνεται από κάποια αδύνατα κλαδιά για να μην πέσει στην άβυσσο….
*Ο Γιώργος Κουμουλλής είναι Οικονομολόγος, κοινωνικός επιστήμονας./ Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους
ΠΗΓΗ : Εφημερίδα “ΠΟΛΙΤΗΣ” 13/3/2021