CARMINA HOMINIBUS
«Ἡ τύφλα στά μάτια εἶναι σπάνιο, στήν τέχνη σύνηθες» A. Schmidt
Του Μητροπολίτη
πρώην Χαλκηδόνος
Αθανασίου*
Ὡς γνωστόν εἰς τήν οὕτω καλουμένην “κορωνίδα” τῆς Δημιουργίας, τό μυστηριῶδες ἐτοῦτο κατασκεύασμα, ἀποδίδονται οἱ τίτλοι: Sapiens, Faber, Ludens, Erectus, Empathicus, Oeconomicus, Technologicus, Deus, ἀλλά καί Pecus (ὡς ἀπεκάλει ὁ διαπρεπής φιλόλογος καί ποιητής Δ. Παπακωνσταντίνου “ἐνίους” εἰς τήν Μ. Γ. Σχολήν χαριεντιζόμενος).
Συγχρόνως ὅμως καί ἕτεροι κολακευτικοί ἤ κνήθοντες τήν ἀκοήν χαρακτηρισμοί, ὡς λεβεντάνθρωποι, ὀμορφάνθρωποι, “φορηταί βιβλιοθῆκαι”, ὡς ὁ Ἡλιουπόλεως Γεννάδιος, ὑπεράνθρωποι, ἀλλά καί ἀπάνθρωποι, μισητικοί (Μπακιρτζῆς) δοξομανεῖς, “τελεβίζια-μανεῖς”, γλαυκόμορφοι κ.ἄ.
Ἐδῶ θά ἀσχοληθῶμεν μόνον μέ τούς ὑπερανθρώπους, τουτέστιν τούς καλλιτέχνας, τούς “ἀνωνύμους τούτους (πολλάκις) ἐκτελεστάς τοῦ γενικῶς ἰσχύοντος” (Hauser). Διότι οὗτοι, καίτοι οὐχί σπανίως sui generis, τυγχάνουν ἀνώτεροι τῶν ἄλλων, ἀνήκοντες εἰς μίαν διαφορετικήν σφαῖραν τῆς Δημιουργίας, τῆς φαντασίας καί βιωτῆς. Ἀπευθύνονται εἰς τά ὄμματα, τά ὦτα καί λοιπά ὄργανα τοῦ ἀνθρώπου, καί δή οὐχί μόνον εἰς τόν νοῦν ἀλλά καί εἰς τήν καρδίαν, ὁδηγοῦντες τούς ἀνθρώπους πλησιέστερον ἀλλήλων, τούς χαροποιοῦν, ἐμβάλλουν εἰς στοχασμούς, προβληματίζουν, χρησιμοποιοῦντες ποικίλας ἐκφραστικάς γλώσσας εἰς τά κοσμικά καί τά θρησκευτικά των ἔργα μέ διαφορετικούς ρυθμολογικούς χαρακτῆρας, ὅπως εἰς τόν εὐρωπαϊκόν χῶρον κατά τήν ἀρχαιότητα, τόν μεσαίωνα καί τούς νεωτέρους χρόνους. Παραδείγματα συνιστοῦν ἡ κλασσική τεχνοτροπία, ἡ βυζαντινή, ἡ ρωμανική, ἡ γοτθική, τῆς ἀναγεννήσεως, τοῦ Barock, καί τῶν νεωτάτων χρόνων, μέχρι τῆς μοντέρνας καί μεταμοντέρνας ἐποχῆς, ὡς τοῦ ρεαλισμοῦ, τοῦ ἰμπρεσιονισμοῦ, τοῦ ἐξπρεσιονισμοῦ, τοῦ συμβολισμοῦ, τῆς κηλιδογραφίας (taschismus), τοῦ ναϊβισμοῦ, τοῦ κονστρουκτιβισμοῦ, τῆς art nouveau, τῆς ἀφαιρέσεως, τοῦ σουρεαλισμοῦ, τοῦ ψυχεδελισμοῦ, τοῦ hyperviedism κ.ἄ.
Ἰδοῦ δέ μερικά παγκοσμίου φήμης ὀνόματα εἰς τόν τομέα τῆς ζωγραφικῆς: τά universalgenie DaVinci, Michelangelo, Raphael, Dürer, Velasquez, Tizian, Goya, El Greco κ.ἄ. Ἀπό τόν κόσμον δέ τῆς μουσικῆς τούς: Lanza, Del Monaco, Domingo, Pavarotti, Callas κ.ἄ.
Καί τώρα ἐρχόμεθα εἰς ἕνα genie ἐξ αὐτῶν, τό ὁποῖον ἐκοιμήθη πρό 500 ἐτῶν, καί ἐτιμᾶτο ὑπό τῶν συγχρόνων του ὡς “Θεός τῆς τέχνης”.
Σήμερον θεωρεῖται ὡς εἷς ἀνυπέρβλητος καλλιτέχνης τῆς ἀνθρωπότητος καί εἷς τῶν σπουδαιοτέρων ἐκπροσώπων τῆς ἰταλικῆς ἀναγεννήσεως. Καί τοῦτο διά πολλούς σχετίζεται μέ τά περίφημα ἔργα του, ὅπως τήν “Σχολήν τῶν Ἀθηνῶν” στό Ἀποστολικό Ἀνάκτορο τοῦ Βατικανοῦ.
Ὁ Raphael εἰργάζετο διά δύο συνεχόμενους Πάπας καί εἶχε λάβει εἰς τήν ζωήν του πλείστας ὅσας διακρίσεις.
Ὁ Raphael, ὁ Michelangelo καί ὁ DaVinci θεωροῦνται ὡς ἡ τριαστρία τῆς σημαντικῆς αὐτῆς ἐποχῆς τῆς Ἱστορίας τῆς Τέχνης, καθότι ἐξέφρασαν τό θεϊκόν εἰς τήν τέχνην. Συγχρόνως ὅμως ἐπαρουσίασαν τά ἰδεώδη τῆς ὡραιότητος τοῦ οὑμανισμοῦ, ὅπερ νέον.
Ἡ εἰδική ἐπί τοῦ καλλιτέχνου Α. Cerboni Baiardi ἐξέδωσεν ἐσχάτως συλλογικόν βιβλίον, ὅπου συνεργάζονται διαπρεπεῖς ἐπιστήμονες, ὑπό τόν τίτλον: Raffael: Leben und Werk eines Genies. Εἰς αὐτό οὖτοι ἐρευνοῦν κυρίως τά ἀναρίθμητα πορτραῖτα αὐτοῦ εἰς τό Βατικανόν (Wölfflin), διότι ὁ Raphael κατά τά 37 ἔτη τοῦ βίου του συνέβαλε βασικῶς εἰς τήν ἐξέλιξιν τῆς προσωπογραφίας.
Παρά ὅμως αὐτά, ὑπάρχουν καί συνθέσεις ἐκ τῆς ἀρχαίας, βιβλικῆς καί τῆς συγχρόνου του ἱστορίας.
Περιγράφει εἰς τό ἔργον της τήν προέλευσιν τοῦ “Μύθου” τοῦ Raphael τουθ’ ὅπερ πρωτίστως ὤφειλε εἰς τήν ἀναπαραγωγήν τῶν ἔργων του ὑπό ἄλλων καλλιτεχνῶν μέ τό τότε μέσον τῆς χαλκογραφίας.
Ὁ Raphael ἦτο γνωστός ὡς ἄνθρωπος τῆς κοινωνικότητος, γενικῶς ἀγαπητός, λίαν ἐρωτευμένος καί συμπαθής. Μέ τήν κοινωνικήν του εὐκολίαν καί φιλικήν προσωπικότητα ἐκέρδισε τήν ἀποδοχήν καί ἔκαμε καριέραν1.
Ἡ γλυκύτης καί ἀπαλότης (souplesse) ἦτο ἕν βασικόν γνώρισμα, ὡς τοῦ Tizian, τό ὁποῖον διακατεῖχεν ὁλόκληρον τό ἔργον του εἰς τάς μορφάς, τάς καμπύλας γραμμάς, τήν ἔκφρασιν, τά χρώματα καί τάς συνθέσεις του, τουθ’ ὅπερ προσέδιδεν εἰς αὐτά μᾶλλον ἕνα “θηλυπρεπή”, χαρακτῆρα, ἐν ἀντιθέσει πρός τήν ρωμαλαιότητα καί ἀνδροπρέπειαν τοῦ Michelangelo, ὤν πλησιέστερος πρός τόν DaVinci, καίτοι ἄγνωστον ἐάν πρός ἅπαντα. Ἴσως ὅμως, τό βιοτικόν τοῦτο ρεῦμα, τό διάχυτον καί τότε, ἰδίως εἰς τούς καλλιτέχνας καί πηγάζον ἐκ τῆς ἰδιοσυγκρασίας του, νά συνέβαλεν εἰς τά ἐξαίσια δημιουργήματά του.
* * *
- N. Gopray, “Spiritueller Glanrz der Kunst,” Publik Forum ἀριθμ. 21 (2020) 56.
*Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους