Τα εν δικαίω και τα εν αδίκω της κυπριακής δημοσιογραφίας
Του Γιώργου Φράγκου,
προέδρου
Ένωσης Συντακτών Κύπρου
Με αφορμή τα αποκαλυπτικά ρεπορτάζ του Al Jazeera, λέχθηκαν πολλά, ουδόλως κολακευτικά, άλλα εν δικαίω και άλλα εν αδίκω, για την κυπριακή δημοσιογραφία. Πολλοί επαΐοντες, γνώστες αλλά και αδαείς, θέλησαν να επιτιμήσουν την κυπριακή δημοσιογραφία, το επίπεδο, την τόλμη και το ήθος των λειτουργών της. Λέχθηκαν πολλά, άλλα βάσιμα και άλλα αβάσιμα, τα πλείστα καλοπροαίρετα αλλά και κάποια κακοπροαίρετα. Ωστόσο, οι πιο πολλές τοποθετήσεις καταδείκνυαν και άγνοια της πλήρους εικόνας των πραγμάτων, των ρεαλιστικών δεδομένων, των συνθηκών υπό τις οποίες δραστηριοποιούνται οι Κύπριοι δημοσιογράφοι που εργοδοτούνται σε κυπριακά ΜΜΕ.
Τα δημοσιογραφικά επιτεύγματα του Al Jazeera θα ήταν εφικτά, εάν δεν είχαν προηγηθεί, χρόνια τώρα, συναφή δημοσιεύματα στον εγχώριο Τύπο; Από πού πήραν την σκυτάλη οι συνάδελφοι του Al Jazeera και προηγουμένως του Reuters, του B.B.C. της εφημερίδας Guardian; Ποιοι κατέδειξαν πρώτοι ότι το Κυπριακό Επενδυτικό Πρόγραμμα, μέσω του οποίου παραχωρούνταν ευρωπαϊκά διαβατήρια, ήταν διάτρητο και επισφαλές; Ποιοι ανέδειξαν πρώτοι τις παρασπονδίες, τα μαγειρέματα, τις αλχημείες του όλου συστήματος; Μα οι Κύπριοι δημοσιογράφοι ασφαλώς. Οι Κύπριοι δημοσιογράφοι παρήγαγαν το πρωτογενές υλικό που ανέδειξαν και διεύρυναν στη συνέχεια οι ξένοι συνάδελφοί τους.
Χωρίς καμιά απολογητική ή αμυντική διάθεση, ας δούμε τώρα και τις συνθήκες εργασίας αλλά και τις δυνατότητες διερεύνησης που έχουν οι ντόπιοι δημοσιογράφοι και οι δημοσιογράφοι των μεγάλων διεθνών ΜΜΕ.
Οι συγκρίσεις σε υποδομή, πόρους, εξοπλισμό και προσωπικό μόνο γέλωτα ή κατάθλιψη μπορούν να προκαλέσουν. Ο Κύπριος δημοσιογράφος, προκειμένου να διερευνήσει ένα θέμα, έχει στη διάθεσή του μια εργάσιμη μέρα, το πολύ μια εβδομάδα και υπό άριστες συνθήκες θα πλαισιωθεί από ένα φωτογράφο ή εικονολήπτη, αναλόγως της περίπτωσης. Στην περίπτωση του Al Jazeera είχαμε ένα επιτελείο δημοσιογράφων, εικονοληπτών, ηχοληπτών και άλλων, με βαν πλήρως εξοπλισμένα με την τελευταία λέξη της τεχνολογίας, απεριόριστους πόρους για μια έρευνα που διήρκησε πέραν του έτους. Ασφαλώς και το αποτέλεσμα δεν είναι το ίδιο.
Το τρίτο στοιχείο που έχει να κάμει με τη σύγκριση της κυπριακής και της διεθνούς δημοσιογραφίας αφορά το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία των ΜΜΕ στον τόπο μας και διεθνώς. Εμείς έχουμε ένα πασίδηλα αναχρονιστικό νομοθετικό πλαίσιο που θέτει όρια, φραγμούς και περιορισμούς ανήκουστους για τη σύγχρονη εποχή. Π.χ. στην Κύπρο τα επαρχιακή Δικαστήρια εκδίδουν απαγορευτικά διατάγματα που παρεμποδίζουν δημοσιεύματα! Πού αλλού στον κόσμο συμβαίνει αυτό; Ο δε νόμος περί λιβέλλου δένει τους δημοσιογράφους χειροπόδαρα.
Σε όλο αυτό το πλέγμα, που συνθέτει το μιντιακό τοπίο στην Κύπρο, θα πρέπει να προσθέσουμε και το πολύ μικρό μέγεθος της αγοράς, το οποίο καθιστά τους πάντες, δημοσιογράφους και επιχειρήσεις ΜΜΕ, ιδιαίτερα «ευάλωτους» και πολύ «προσεκτικούς».
Συνεπώς, όταν μιλούμε για την κυπριακή δημοσιογραφία, τα χάλια ή τα καμώματά της, πρέπει να έχουμε όλα τα δεδομένα υπόψη μας. Βέβαια ουδείς προφήτης εν τη αυτού πατρίδι, αλλά από αυτό μέχρι την πλήρη απαξίωση, την ισοπέδωση και τις αφοριστικές προσεγγίσεις υπάρχει μεγάλη απόσταση, που θα πρέπει να διανυθεί, προκειμένου να αποκτηθεί σφαιρική και αντικειμενική αντίληψη του όλου ζητήματος.