«Μάσκες και βαρύτητα κορονοϊού»
Του Δ. Κωνσταντακόπουλου*
Οι μάσκες δεν είναι μόνο χρήσιμες για την αποτροπή της μετάδοσης του κορονοϊού. Η χρήση τους αμβλύνει και την βαρύτητα της νόσου, εάν τυχόν προσβληθεί κάποιος που τις φοράει.
Aυτό τουλάχιστον υποστηρίζει η Monica Gandhi, καθηγήτρια Ιατρικής, στο τμήμα HIV, Μολυσματικών Ασθενειών και Παγκόσμιας Ιατρικής του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Σαν Φραντσίσκο, σε άρθρο της που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση The Conversation.
Οι μάσκες μειώνουν αποτελεσματικά τη διασπορά του ιού στο περιβάλλον τυχόν προσβληθέντων ατόμων όταν βήξουν ή μιλήσουν. Αποτρέπουν έτσι να υπάρξουν περισσότερα κρούσματα αλλά κάνουν και κάτι άλλο, υποστηρίζει η Αμερικανίδα πανεπιστημιακός. Μειώνουν τη βαρύτητα της νόσου όσων προσβληθούν ή ευνοούν άλλοι να παραμείνουν ασυμπτωματικοί.
Αυτό συμβαίνει γιατί είναι η δόση του ιού που προσβάλλει έναν άνθρωπο που καθορίζει τη βαρύτητα της νόσου. Από τη στιγμή που ένας αναπνευστικός ιός εισέρχεται στον οργανισμό, αρχίζει αμέσως να μεταβάλλει τα κύτταρα που συναντά σε «μηχανές» αναπαραγωγής του. Σε απάντηση, ο οργανισμός κινητοποιεί το ανοσοποιητικό του σύστημα για να διακόψει αυτή τη διαδικασία. Αν η δόση του ιού (inoculum virale) είναι πολύ μεγάλη, τότε αυτός μπορεί να ξεπεράσει την ανοσολογική αντίδραση και να καταλάβει μεγάλο αριθμό κυττάρων, με αποτέλεσμα ο οργανισμός να πάθει σημαντικές ζημιές και το πρόσωπο που μολύνθηκε να αρρωστήσει βαριά.
Αν, από την άλλη, η αρχική ποσότητα του ιού είναι μικρή το ανοσοποιητικό σύστημα μπορεί να αναχαιτίσει τον ιό και, σε αυτή την περίπτωση, το πρόσωπο παρουσιάζει λιγότερα ή και κανένα σύμπτωμα.
Η σύνδεση της βαρύτητας της ασθένειας με την ποσότητα του ιού έχει γίνει εδώ και έναν αιώνα και έχει επιβεβαιωθεί από πολλά πειράματα σε ζώα. Το 2015 δοκιμάστηκε και επί ανθρώπων εθελοντών, στους οποίους δόθηκε μη θανατηφόρος ιός γρίπης. Τον περασμένο Ιούλιο δημοσιεύτηκαν τα αποτελέσματα πειράματος σε χάμστερ που εξετέθησαν στον κορονοϊό SARS-COV-2 και επιβεβαίωσαν τη συσχέτιση της βαρύτητας της ασθένειας με την ποσότητα του ιού στον οποίο εξετέθησαν.
Οι μάσκες δεν μπορούν να σταματήσουν κατά 100% τους ιούς, μπορούν όμως να μειώσουν την ποσότητα των ιών που μπαίνουν στη μύτη και το στόμα τουλάχιστον κατά 80%. Προτού εισέλθουν στον οργανισμό, τα μολυσματικά σωματίδια παγιδεύονται στους ιστούς των μασκών (και αυτός είναι ο λόγος που γίνεται σύσταση για το πλύσιμο των υφασμάτινων μασκών μετά από κάθε χρήση).
Τα παραπάνω συμπεράσματα επιβεβαιώθηκαν πρόσφατα με νέα πειράματα σε χάμστερ στα οποία διοχετεύθηκε αέρας που περνούσε από μάσκες και αέρας που δεν περνούσε. Το αποτέλεσμα του πειράματος ήταν ότι τα χάμστερ που ανέπνεαν μέσω μάσκας δεν αρρώστησαν ή αρρώστησαν ελαφρότερα από τον κορονοϊό.
Υπέρ των παραπάνω συμπερασμάτων συνηγορούν και άλλες παρατηρήσεις. Ενώ το γενικό ποσοστό των ασυμπτωματικών μεταξύ των κρουσμάτων υπολογίζεται από τις αμερικανικές αρχές και άλλες μελέτες σε 40%, όταν μοιράστηκαν μάσκες στους επιβαίνοντες στο αυστραλιανό κρουαζιερόπλοιο Greg Mortimer, μετά από εντοπισμό ενός κρούσματος, το 81% των προσβληθέντων παρέμεινε ασυμπτωματικό. Ανάλογες διαπιστώσεις έγιναν σε εργοστάσια του Αρκάνσας και του Όρεγκον.
Δεν υφίσταται καμιά αμφιβολία, υπογραμμίζει η Αμερικανίδα καθηγήτρια, ότι η γενικευμένη χρήση μάσκας επιβραδύνει τη διάδοση του ιού και προστατεύει όσους τις φοράνε.
*ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ/ Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων τους