Μνήμη πτέραρχου Νίκου Στάππα

Μνήμη πτέραρχου Νίκου Στάππα

Του Σεραφείμ Μηχιώτη*

«Αισθάνομαι υπερήφανος δι’ όσα έπραξα και επί πλέον διότι απομακρύνομαι, των τάξεων της Αεροπορίας- εις την οποίαν αφιέρωσα τά καλύτερα χρόνια της ζωής μου- όχι δι’ άλλον λόγον αλλά μόνον διότι επραξα το καθήκον μου ως ‘Αξιωματικός και ως Έλλην. Θλίβομαι μόνον διότι η Ηγεσία της Αεροπορίας, εις την περίπτωσίν μου με αφήκεν έρμαιον εις τα χείρας των βασανιστών μου, νίπτουσα τας χείρας της ως άλλος Πόντιος Πιλάτος….»

ΠΤΕΡΑΡΧΟΣ ΝΙΚΟΣ ΣΤΑΠΠΑΣ (1937-2011)

Εννέα χρόνια κλείνουν σήμερα ( 14 Ιουνίου) από το θάνατο του εμβληματικού Πτεράρχου Νίκου Στάππα, του Επιτίμου Αρχηγού ΓΕΑ, οραματικού Αεροπόρου, αλλά και του ψυχωμένου Δημοκράτη από τα δύσκολα χρόνια της Απριλιανής δικτατορίας, με την αντιδικτατορική δράση μέσα από τις τάξεις του Κινήματος του Ναυτικού, συνεπεία της οποίας και απετάχθη.

Στις 14 Ιουνίου 2011, σαν σήμερα, ο Πτέραρχος Νίκος Σπάππας άφησε την τελευταία του πνοή στο 251 ΓΝΑ, νικημένος στην τελευταία από τις μάχες με τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε.

Ήταν σκληρό καρύδι. Δεν λύγισε στα κολαστήρια της χούντας, υπερασπίσθηκε ευόρκως τα καθήκοντά του ως Αξιωματικός της ΠΑ, τίμησε την στολή που φορούσε.

Χθες, χάρις στη βοήθεια της συζύγου του, Καίτης Στάππα, είχα την δυνατότητα να κοινοποιήσω το ημερολόγιο Του, από την κράτηση στα κολαστήρια της χούντας. Από την περιγραφή Του προκύπτει ανάγλυφα ο εσμός των ανθρωπόμορφων κτηνών, που είχαν «αποστολή» να λυγίσουν ελεύθερους ανθρώπους-αγωνιστές γιά τη Δημοκρατία, πλην ανεπιτυχώς, όποια μέσα κι αν μετήλθον….Ο Νίκος Στάππας πέρασε από μία τέτοια «δοκιμασία», υπό την ορολογία των δεσμοφυλάκων του, αλλά και δοκιμασία γιά τον ίδιο, όρθιος από κάθε άποψη.

Συμπληρώνοντας και ολοκληρώνοντας την χθεσινή μου ανάρτηση τιμής στο πρόσωπό Του, παραθέτω σήμερα το κείμενο του απολογητικού Του υπομνήματος προς το Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο της ΠΑ, από το οποίο και απετάχθη.

Έχω την γνώμη, ότι, από όσα κατέθεσε γραπτώς ο τότε Επισμηναγός(Ι) Νίκος Στάππας, στη συνεδρίαση της ΠΠΣ της 29ης Σεπτεμβρίου 1973, σκιαγραφείται με τον πιό σαφή τρόπο, η διάσταση του πατριωτισμού στην επιβαλλόμενη αντίληψη του καθήκοντος γιά τον Αξιωματικό, γιά τον ένστολο γενικότερα, στην κατεύθυνση υπεράσπισης της Πατρίδας και βεβαίως του Δημοκρατικού Πολιτεύματος, εάν αυτό καταλυθεί από επίορκους ενστόλους, όπως με τη δικτατορία των Απριλιανών.

Να προσθέσω, μόνον, ότι αυτή η κορυφαία διάσταση της εγρήγορσης γιά την υπεράσπιση του Δημοκρατικού Πολιτεύματος της χώρας πρέπει να αποτελεί μόνιμη υποθήκη γιά τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας. Δεν αποτελεί «λεπτομέρεια» και απαιτεί τη διαπαιδαγώγηση που περικλείει η «συνειδητή πειθαρχία» στη καθημερινή λειτουργία τους, ως κόρη οφθαλμού.

Στο πνεύμα των προηγουμένων, ανακαλώ στην μνήμη μου ομιλία του Πτεράρχου Νίκου Στάππα στους Ικάρους IV, που επρόκειτο να ορκισθούν Ανθυποσμηναγοί της ΠΑ στις αρχές Ιουνίου του 1989, όπου μού έκανε την τιμή να με καλέσει να την παρακολουθήσω, στο τότε αμφιθέατρο της ΣΙ. Θέλω να πιστεύω ότι οι τότε νέοι Αξιωματικοί της ΠΑ θα ανατρέχουν και σήμερα σε αυτήν, αναζητώντας θετικά πρότυπα ζωής και αξίες.

Ο Πτέραρχος Νίκος Στάππας, της 29ης Σειράς Ιπταμένων της ΣΙ, επανήλθε στις τάξεις της ΠΑ τον Ιανουάριο το 1975, με το βαθμό του Αντισμηνάρχου(Ι). Διετέλεσε ως Αντιπτέραρχος(Ι) Αρχηγός ΓΕΑ την περίοδο Δεκέμβριος 1986-Ιούλιος 1989 και προηγουμένως Αρχηγός Τακτικής Αεροπορίας και στο βαθμό του Υποπτεράρχου (Ι) ως Υπαρχηγός ΓΕΑ.Ανάλογες θέσεις ευθύνης κατείχε και στους προηγούμενους βαθμούς του Ταξιάρχου(Ι) και του Σμηνάρχου(Ι). Παραιτήθηκε στις 10 Ιουλίου 1989.

Η κηδεία Του έγινε την Πέμπτη 16 Ιουνίου 2011, από τον Άγιο Νικόλαο Πευκακίων. Ο ίδιος είχε επιλέξει τη «δωρεά σώματος» μετά θάνατον, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Στα στεφάνια που είχαν σταλεί στην εξόδιο ακολουθία, θυμάμαι να είχα ξεχωρίσει τότε αυτά του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας Κάρολου Παπούλια και του Πτεράρχου Νίκου Κουρή «Στο παλληκάρι Νίκο Στάππα»

ΑΙΩΝΙΑ Η ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ!

 

Μία φωτογραφία αρχείου της 12ης Ιουλίου 1989 με την ιστορία της: Οι Αρχηγοί ΓΕΝ και ΓΕΑ, Αντιναύαρχος Λεων. Βασιλικόπουλος και Αντιπτέραρχος Νίκος Στάππας, τελούντες υπό παραίτηση, στο Α/Δ Ελληνικού, γιά την προπομπή του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας, Χρ. Σαρτζετάκη, αναχωρούντος στη Γαλλία γιά επίσημη επίσκεψη.

****************

ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΕΝΩΠΙΟΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΟΥ

ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΝ 29-09-73

Kύριε Πρόεδρε, Κύριοι,

Κατά, την απολογίαν μου ενώπιον σας θα αναφερθώ πρώτον εις τους λόγους οι οποίοι με οδήγησαν vα συμμετάσχω εις την κίνησιν του Ναυτικού -διότι πράγματι δεν αρνούμαι ότι είχα κάποιαν συμμετοχήν εις την κίνησιν αυτήν- δεύτερον εις την έκτασιν της συμμετοχής μου εις την κίνησιν και εις τους λόγους δια τους οποίους η κατάθεσίς μου ενώπιον του προανακριτού της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης δεν αποδίδει την πραγματι­κότητα και τέλος εις ορισμένα σημεία του κατηγορητηρίου τα οποία δεν αποδέχομαι.

Και έρχομαι, είς τους λόγους οι οποίοι με ώθησαν να συνδράμω την κίνησιν του Ναυτικού. Από της 21ης Απριλίου 1967, όταν μία ομάς αξιωματικών κατέλαβεν πραξικοπηματικώς την Αρχήν- διότι περί πραξικο­πήματος επρόκειτο και οχι περί επαναστάσεως – και κατήργησε τις συνταγματικες ελευθερίες του Ελληνικού Λαού, εθεώρησα καθήκον μου ότι έπρεπε να αντιταχθώ εις την δημιουργηθείσαν εκτροπήν. Η θέσις μου αύτη έναντι της δημιουργηθείσης έκτοτε καταστάσεως ήτο απόρροια αφ’ ενός μεν των υγιών δημοκρατικών μου πεποιθήοεων, αφ’ έτέρου δε της ιδιότητος μου ως άξιωματιπού, ο οποίος είχεν ορκισθή πίστιν εις την Πατρίδα και το Σύνταγμα.

Καθ΄όλην την εξαετίαν της Στρατιωτικής Διακυβερνήσεως της Χώρας διακατεχόμην από αισθήματα ενοχής και κρίσεις συνειδήσεως, διότι σιωπηρώς ανεχόμην μίαν κατάστασιν την οποίαν δεν εθεώρουν νόμιμον και το σπουδαιότερσν διότι είχα αθετήσει τον όρκον τον οποίον είχα δώσει όταν εξερχόμην της Σχολής Ικάρων· Το αίσθημα αυτό ενοχής ενέτεινεν το γεγονός ότι οι κρατούντες συνεχώς επανελάμβανον ότι την «Επανάστασιν» την έκαναν οι Ένοπλοι Δυνάμεις, εις τας οποίας ανήκον και εγώ, και ούτω μού απεδίδοντο πράξεις εις τας οποίας ούτε συμμετείχον, ούτε επιθυμούσα να συμμετέχω. Λόγοι συνεπώς αρχών και ηθικού χρέους με ώθησαν να συμμετάσχω είς την κίνησιν του Ναυτικού.

Υπό των ανωτέρω αρχών και αισθημάτων ενεφορούμην όταν με προσήγγισε ô Αντιπλοίαρχος Παπαδόγκωνας και μού ωμίλησε περί της μελετώ­μενης κινήσεως εις το Ναυτικόν. O εν λόγω Αντιπλοίαμχος μού εζήτησεν όπως ενημερώσω και άλλους Αξιωματικούς της Αεροπορίας, ώστε τα αερο­σκάφη να μη βάλλουν ευθέως κατά των  πλοίων, εις περίπτωσιν κατά την οποίαν τους εδίδετο τοιαύτη διαταγή, διατεθή δε ει δυνατόν καί αεροσκάφος δια την ρίψιν προκηρύξεων.

Πράγματι ενημέρωσα επί της κινήσεως τον Αντισμήναρχον Άποστολάκην, ο οποίος ήλθεν εις απ’ ευθείας επαφήν με τον Αντιπλοίαρχον Παπαδόγκωνα, παραλλήλως δε ενημέρωσα και τον Σμήναρχον ε.α. Βαγιακάκον ο οποίος, ως μού ειπεν έβολιδοσκόπησεν τόν Αντισμήναρχον Χριστάκον, ωμιλών εις αυτόν αορίστως, χωρίς νά τον ενημερώση επί της κινήσεως. Μετά του Σμηνάρχου Κοκκινίδη ουδεμίαν επαφήν είχον καί ουδέποτε συνεζήτησα μετ’ αυτού περί της κινήσεως. Μόνον έδωσα τό τηλέφωνον του σπιτιού του εις τον Αντιπλοίαρχον Παπαδόγκωνα, όταν αυτός μού το εζήτησεν.

Αυτή ήτο εν γενικαίς γραμμαίς η συμμετοχή μου εις την κίνησιν, όσον δε αφορά την κατάθεσίν μου ενώπιον τον προανακριτού αυτή αποτελεί συρραφήν επιμέρους «προκαταρκτικών καταθέσεων», οι οποίαι ελήφθησαν υπό συνθήκας πρωτοφανών ψυχολογικών πιέσεων, ηθικών εξευτελισμών καί ανήκουστων σωματικών βανιστηρίων εις τα οποία ωχριά καί αυτός ακόμη ο σκοτεινός Μεσαίωνας. Κατά συνέπειαν η κατάθεσίς μου αυτή δεν δύναται νά ληφθή υπ’ όψιν.

Διά νά σχηματίσετε μίαν αμυδράν εικόνα των συνθηκών υπό τάς ο­ποίας ελήφθησαν αι «προκαταρτικαί» αυταί καταθέσεις σάς αναφέρω μόνον τα εξής:

Επί επτά ημέρος με επέταξαν είς ενα κελί εις το οποίον δεν υπήρχεν τίποτε άλλο πάρα μόνον οι τέσσαρες τοίχοι και τό δάπεδον, μού αφήρεσαν την στολήν καί μού έδωσαν στολήν φαντάρου μέχρις ότου μού στείλουν από το σπίτι μου πολιτικά ρούχα, το νερό μού εδίδετο με το δελτίον, το φαγητό ήταν απαίσιο καί δεν με άφηναν ούτε στιγμή νά κοιμηθώ, έστω και εις τό δάπεδον του σκοτεινού μου κελιού.

Παράλληλα oι γογγυσμοί καί οι επικλήσεις προς βοήθειαν και αι άπειλαί συνα­δέλφων του Στρατού οι οποίοι είχον αναλάβει τό έργον της «προκαταρκτικής» προανακρίσεως, εν συνδυασμώ με τάς μακράς καί επίπονους ανακρίσεις καί πάσης φύσεως άλλας ψυχολογικάς πιέσεις, συνέθετον ενα περιβάλλον κολάσεως.

Αφού αι δι’ αυτού του τρόπου ληφθείσαι καταθέσεις δεν ικανο­ποίησαν τους προανακριτάς μου, την εβδόμην ημέραν μετεφέρθην εις ειδικόν θάλαμον, χωρίς παράθυρον καί με διέταξαν νά σταθώ είς στάσιν προσοχής ένα μέτρο πρό του τοίχου. Εμπρός μου υπήρχεν ενα μικρό τραπέζι, μολύβι καί χαρτί, με εφύλασσον δε δυο εικοσάχρονοι ανώνυμοι αλήτες, οι οποίοι ενηλάσσοντο ανά δίωρον. Τους αποκαλώ δε ανωνύμους «αλήτας» διότι ούτοι έχοντες επίγνωσιν των ανομιών τας οποίας διέπραττον δεν άνεφερον ποτέ, ούτε είς τάς μεταξύ των συνο­μιλίας, τά ονόματα των.

Ούτοι, ως αντελήφθην άπό τάς μεταξύ των συζητήσεις, ήσαν δεκανείς της Ε.Σ.Α., οι οποίοι με διέτασσαν νά μένω ακίνητος εις στάσιν προσοχής, με ενέπαιζαν, με εξύβριζαν καί εις πάσαν κίνησίν μου με εκτυπούσαν μέχρις αίματος με γκλόμπς, χρησιμοποιούντες συγ­χρόνως τά πόδια τους καί τίς γροθιές τους. Εκάστη «βάρδια» έπρεπε κατά μέσον όρον νά ασκηθή επάνω μου είς το καράτε, τα γρονθοκοπήματα, το κλωτσοσκούφι καί τά συναφή ευγενή αθλήματα, δύο ή τρείς φοράς, ο εστί μεθερμηνευομένον 40 με 50 ξυλοδαρμούς το 24ωρον. Τούτο προφανώς εξηρτάτο άπό τάς διαθέσεις των καί τάς σχετικός διαταγάς τάς οποίας είχον λάβει. Εκτός όμως των ανωτέρω οι οποίοι εξετέλουν « διατεταγμένην υπηρεσίαν», υπήρχον και οι έκτακτοι εθελοντές, κυρίως περί τάς μεταμεσονύκτιους ώρας, ότε δύσθυμοι ή μεθυσμένοι επέστρεφον από την βραδυνήν των έξοδον, δια να ξεσπάσουν επάνω μου.

Νερό μου έδιδετο μισό ποτήρι τό μεσημέρι και μισό το βράδυ. Αρκεί να σάς είπω ότι η δίψα μου ήτο τοιαύτη, ώστε ηναγκάσθην vα πιω νερό από την λεκάνην της τουαλέττας. Τούτο δε το επλήρωσα και με έναν άγριον ξυλοδαρμόν, διότι τό «παράπτωμά μου» υπέπεσεν εις την αντίληψιν του αγρύπνου φρουρού μου, ο οποίος με παρηκολούθει ακόμη και μέσα εις την τουαλέττα.

Η ακινησία μου διέκοπτετο μόνον όταν επρόκειτο κάτι νά γράψω, φυσικά όρθιος, και όταν μετέβαινα τρεις φοράς τό 24ωρον τροχάδην εις την τουαλέτταν, όπου κατά την διαδρομήν ο μεν φρουρός μου με εκτυπούσε με τό γκλομπ, οι δε καθήμενοι εις τό προαυλίου αλήτες-κυρίως κατά τάς βραδυνάς ώρας- εις την κυριολεξίαν με ελυτζάριζαν.

Αυτό τό αίσχος -δοκιμασία άκουσα να το ονομάζουν εις την Ε.Σ.Α- εκράτησε τρεις ημέρες καί τρεις νύκτες. Συγκεκριμένως από τας μεσημβρινάς ώρας του Σαββάτου (9 Ιουνίου) μέχρι τάς μεταμεσονύκτιους ώρας της Δευτέρας (11 Ιουνίου).

Παρά την γραπτήν μου έκκλησιν προς τόν Διοικητήν των Ειδικών , Ανακριτικών Τμημάτων, Ταγματάρχην Χατζηζήσην, ότι είμαι Αξιωματικός εν ενεργεία και ότι τους αξιωματικούς τους φυλακίζουν, τους εκτελούν, αλλά δεν τους εξευτελίζουν ουδεμίαν απάντησιν έλαβον. Αυτά προφανώς δεν τον ενδιέφεραν, όπως δεν τον ενδιέφερε εάν εξερχόμην ανάπηρος ή ακόμη και νεκρός από την Ε.Σ.Α., ως και ο ίδιος μου είχεν είπη. Αυτό το οποίον τον ενδιέφερε, ως μου είχε τονίσει, ήταν μόνον η «αλήθεια».

Εννοείται ότι και τό επόμενον δεκαήμερον μέχρι της 21ης Ιουνίου, ότε ελήφθη η οριστική μου κατάθεσις, δεν έλλειψαν οι φυσικοί ξυλοδαρμοί, αι ψυχολογικοί πιέσεις και αι απειλαί περί επαναλήψεως των βασανιστηρίων.

Αυταί ήσαν κύριε Πρόεδρε, κύριοι, αι συνθήκαι υπό τάς οποίας ελήφθη η κατάθεσις την οποίαν έχετε ενώπιον σας. Εξ όσων σάς ανέφερα δύνασθε να εξάγετε τα συμπεράσματά σας επί της αξιοπιστίας της και να αντιληφθήτε επίσης ότι, κατόπιν τέτοιων εξευτελισμών, δέν είναι δυνατόν να παραμείνω εις την Αεροπορίαν και να φέρω την στολήν του Αξιωματικού.

Και τώρα θά αναφερθώ εις εκείνα τα σημεία του κατηγορητήριου τα όποια δεν αποδέχομαι:

Α. Εις ένα σημείον αναφέρεται ότι συνεφωνήθη η διάπραξις

βιαιοπραγιών, πράγμα το οποίον είναι ανακριβές·

Β. Είς έτερον σημείον αναφέρεται ότι «δια τελεσιγράφου θα ηξιώναμεν την παραίτησιν της νομίμου Κυβερνήσεως, τόν σχηματισμόν ετέρας Κυβερνήσεως της εκλογής μας καί κατά προτίμησιν τοιαύτης υπό τόν τέως Πρωθυπουργόν Κ.Καραμανλήν, την μετάκλησιν του Βασιλέως Κωνσταντίνου και γενικώς θα εκβιάζαμε άρεστάς εις ημάς πολιτικές εξελίξεις»

Επ’ αυτού έχω νά αναφέρω τά εξής:

Πράγματι η κίνησις απεσκόπει εις την παραίτησιν της Κυβερνήσεως, η οποία όμως δεν ήτο νόμιμος αλλά παράνομος, διότι εγκατεστάθη εις την αρχήν πραξικοπηματικώς, παρά την θέλησιν της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων.

Εις ό,τι αφορά την επιβολήν «αρεστών είς ημάς πολιτικών εξελίξεων», η μόνη εξέλιξις εις την οποίαν απέβλεπεν η κίνησις ήτο να αφεθή ελεύθερος ο Ελληνικός Λαός νά εκφράση την θέλησίν του δι’ ελεύθερων καί αδιάβλητων εκλογών.

Γ. Τέλος, επί του σημείου εκείνου του κατηγορητηρίου εις το οποίον αναφέρεται ότι η συμμετοχή μου εις την κίνησιν «συνιστά  βαρύ παράκτωμα περί την υπηρεσίαν καί έτεινεν αμέσως ή εμμέσως εις την ανατροπήν του κρατούντος πολιτεύματος, του Κοινωνικού Καθεστώτος και την άμβλυνσιν του Εθνικού Φρονήματος των Ελλήνων», αναφέρω τα εξής:

Ως γνωστόν «Κρατούν Πολίτευμα» κατά την οποίαν εξεδηλώθη η κίνησις, ήτο η Βασιλευομένη Δημοκρατία, την οποίαν οι κρατούντες ανέτρεψαν. Συνεπώς, αυτοί είναι οι παρανομούντες, κατά τό κατηγορητηριον και όχι ήμείς.

Εάν διά του όρου «Kοινωνικόν Καθεστώς» το κατηγορητήριον εννοεί την δικτακτορίαν τότε πράγματι απέβλεπα εις την ανατροπήν ταύτης, αλλ’ αυτό δεν αποτελεί «Βαρύ παράπτωμα περί την υπηρεσίαν», αλλ’ επιτακτικόν καθήκον παντός Αξιωματικού.

Όσον δε αφορά «την άμβλυνσιν του Εθνικού Φρονήματος των Ελλήνων» ομολογώ ότι δεν δύναμαι να αντιληφθώ κατά ποίον τρόπον τό γεγονός ότι ωρισμένοι Αξιωματικοί, πιστοί είς τον όρκον των, εστράφησαν μιας ουχί νομίμου Κυβερνήσεως,συνέτεινεν εις την άμβλυνσιν του Εθνικού Φρονήματος των ‘Ελλήνων. Αντιθέτως πιστεύω ότι ή υποταγή των Αξιωματικών εις τό μετά την 21ην Απριλίου εγκαθιδρυθέν καθεστώς και η αθέτησις του όρκου των, συνέτεινεν καί συντείνει εις την άμβλυνσιν τον Εθνικού Φρονήματος των Ελλήνων.

 

 

Kύριε Πρόεδρε, κύριοι

Τελειώνοντας θα ήθελα vα δηλώσω ότι αισθάνομαι υπερήφανος δι’ όσα έπραξα και επί πλέον διότι απομακρύνομαι, των τάξεων της Αεροπορίας- εις την οποίαν αφιέρωσα τά καλύτερα χρόνια της ζωής μου- όχι δι’ άλλον λόγον αλλά μόνον διότι έπραξα το καθήκον μου ως ‘Αξιωματικός και ως Έλλην. Θλίβομαι μόνον διότι η Ηγεσία της Αεροπορίας, εις την περίπτωσίν μου με αφήκεν έρμαιον εις τα χείρας των βασανιστών μου, νίπτουσα τας χείρας της ως άλλος Πόντιος Πιλάτος.

Επισμηναγός(Ι) Νίκος Στάππας

Σεραφείμ Μηχιώτης είναι δημοσιογράφος και διαχειριστής του ιστολογίου sermichiotis.

Share this post