Χρ. Στυλιανίδης : Όσα μας έμαθε η νίκη κατά του Έμπολα

Χρ. Στυλιανίδης : Όσα μας έμαθε η νίκη κατά του Έμπολα

“Θα πρέπει να πορευτούμε συλλογικά ως Ευρωπαίοι, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο, βάζοντας στο περιθώριο πολιτικές διαφορές και σκοπιμότητες”.

Της Ελένης Βαρβιτσιώτη*

 

Πριν από περίπου πέντε χρόνια, η παγκόσμια υγεία κινδύνευε από άλλη μία επιδημία, αυτή του Έμπολα. Παρόλο που τα θύματα του θανατηφόρου αυτού ιού έφτασαν σχεδόν τις 12.000, ο Εμπολα δεν κατάφερε να περάσει τα ευρωπαϊκά σύνορα και παρέμεινε κυρίως στις χώρες της Δυτ. Αφρικής, απ’ όπου είχε ξεσπάσει. Ο λόγος; Η συντονισμένη προσπάθεια Ευρωπαίων και Αμερικανών πολιτικών και επιστημόνων. Ο άνθρωπος που ανέλαβε τη διαχείριση της επιδημίας εκ μέρους της Ε.Ε., ο τότε επίτροπος για την Ανθρωπιστική Βοήθεια και τη Διαχείριση Κρίσεων, Κύπριος, Χρήστος Στυλιανίδης μιλάει στην «Κ» για το πώς κατάφεραν και αντιμετώπισαν αποτελεσματικά τη χειρότερη επιδημία του Εμπολα.
Ηταν Σεπτέμβριος του 2014 στις Βρυξέλλες και οι υποψήφιοι για την Επιτροπή Γιούνκερ περνούσαν από ακροάσεις και καλούνταν να απαντήσουν σε εξονυχιστικές ερωτήσεις από ευρωβουλευτές πριν αναλάβουν το χαρτοφυλάκιό τους. Οταν ο κ. Στυλιανίδης ρωτήθηκε τι θα έκανε για να αντιμετωπίσει τον Εμπολα, η επιδημία ήδη μετρούσε 4.000 κρούσματα, με τον αριθμό να διπλασιάζεται κάθε μήνα. «Αν θέλουμε να αποφύγουμε πανδημία, πρέπει να αντιμετωπίσουμε τον ιό από εκεί που ξεκίνησε και όχι από τα γραφεία μας στις Βρυξέλλες», απάντησε χωρίς δεύτερη σκέψη ο Κύπριος πολιτικός και δεσμεύθηκε ότι αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του θα επισκεπτόταν τις πληγείσες χώρες. Λίγες ημέρες αργότερα και πριν ακόμη αναλάβει επίσημα το χαρτοφυλάκιό του, ο κ. Στυλιανίδης διορίζεται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή συντονιστής για την καταπολέμηση του Εμπολα. «Η κατάσταση επιδεινωνόταν και υπήρχε ανησυχία πως ο ιός μπορούσε να απειλήσει ακόμη και την Ευρώπη», λέει στην «Κ» ο ίδιος. Και δυστυχώς, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, που ήταν ο συντονιστής για τη μεγάλη αυτή κρίση, βρισκόταν υπό κατάρρευση. «Κυκλοφορούσε τότε ένα τρομακτικό σενάριο για πανδημία και γινόταν λόγος για 30 έως 40 εκατομμύρια νεκρούς!» θυμάται ο κ. Στυλιανίδης, αφού ο Εμπολα είναι πολύ πιο φονικός ιός από τον κορονοϊό, με θνητότητα πέραν του 60%.

Και αυτό που είχε πει κατά τη διάρκεια των ακροάσεων έσπευσε αμέσως να κάνει με το που ανέλαβε. Ετσι, στα μέσα Νοεμβρίου ταξίδεψε σε Σιέρα Λεόνε, Γουινέα και από εκεί στη Λιβερία, τις τρεις χώρες που είχαν χτυπηθεί. «Δεν πήγαιναν ούτε αεροσυνοδοί ούτε γιατροί, κανένας δεν τολμούσε να ταξιδέψει εκεί. Η απομόνωση ήταν κάτι απίστευτο. Οι πτήσεις είχαν σχεδόν όλες απαγορευθεί», λέει στην «Κ». Ανακαλύπτει αμέσως ότι δύο ήταν οι βασικότεροι λόγοι της ραγδαίας μετάδοσης. Πρώτον, οι τρεις πληγείσες χώρες δεν συνεργάζονταν μεταξύ τους παρότι είχαν ανοιχτά σύνορα ανάμεσά τους, ενώ το ποτάμι που χώριζε τις δύο από αυτές το διέσχιζαν καθημερινά χιλιάδες άνθρωποι. Και δεύτερον, ο παραδοσιακός τρόπος ταφής, ο οποίος εφαρμοζόταν και για τα θύματα του Εμπολα.

 


Τα πράγματα, όμως, ήταν πιο περίπλοκα, καθώς μεγάλο μέρος του πληθυσμού πίστευε ότι ο ιός δεν υπήρχε και ότι ήταν μια διεθνής συνωμοσία. Επιπροσθέτως, εξαιτίας των παρατεταμένων πολέμων που είχαν βιώσει, οι χώρες αυτές δεν είχαν επενδύσει στα συστήματα υγείας, τα οποία κατέρρευσαν με τη μεγάλη εισροή των ασθενών από τον ιό. «Δεν μπορούσαν να τους απομονώσουν και αναμείγνυαν άλλους ασθενείς με εκείνους που είχαν προσβληθεί από τον ιό», εξηγεί ο κ. Στυλιανίδης, ο οποίος παρομοιάζει την τότε κατάσταση με ωρολογιακή βόμβα που κρατούσε στο χέρι του και έπρεπε να την απενεργοποιήσει προτού σκάσει.
Ο συντονιστής
Κάνοντας μια σειρά από πολιτικές επαφές, προέτρεψε τους αρχηγούς των τριών κρατών να αρχίσουν να συνεργάζονται μεταξύ τους. Το πιο σημαντικό βεβαίως ήταν να ενισχυθούν οι μονάδες περίθαλψης άμεσα με κινητά εργαστήρια και νοσοκομεία, τα οποία θα μπορούσαν να στείλουν η Ε.Ε., αλλά και οι ΗΠΑ. Με τον ρόλο του συντονιστή, ο κ. Στυλιανίδης μπορούσε να είναι σε συνεχή επικοινωνία με τους υπουργούς Εξωτερικών Γερμανίας, Γαλλίας, Αγγλίας, που είχαν τη μεγαλύτερη ανάμειξη στην αντιμετώπιση του ιού, τους υπουργούς Υγείας όλων των κρατών-μελών, αλλά και των ΗΠΑ, οι οποίες είχαν και αυτές διορίσει ένα συντονιστή για την αντιμετώπιση του ιού.
«Ο διορισμός ενός υπευθύνου ήταν ένα δραστικό και αναγκαίο μέτρο για να αυξήσει την αποτελεσματικότητα και την έγκυρη λήψη των αποφάσεων», τονίζει ο ίδιος. Ανάλογος ρόλος δεν υπάρχει μέχρι σήμερα στην παρούσα κρίση. «Tώρα η αντιμετώπιση της κρίσης του κορωνοϊού γίνεται κυρίως σε εθνικό επίπεδο», λέει. «Η αντιμετώπιση της κρίσης πιθανόν να ενισχυόταν με πιο ισχυρό ευρωπαϊκό συντονισμό. Η εμπειρία αυτή, όπως και οι προηγούμενες, αποδεικνύει ότι η ευρωπαϊκή ομπρέλα θα ενίσχυε τα κράτη-μέλη, αφού από μόνα τους έχουν τεράστιες δυσκολίες, με παράδειγμα την Ιταλία».
Πίσω στο 2014, ένα από τα βασικά προβλήματα που συνάντησε ο κ. Στυλιανίδης ήταν ότι το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό δεν μπορούσε και δεν έπρεπε να πάει στις χώρες αυτές, εάν δεν είχε τη δυνατότητα να επιστρέψει άμεσα πίσω σε περίπτωση που ασθενούσε. Οργανώθηκε η υπηρεσία MEDEVAC, με ειδικά εξοπλισμένα αεροπλάνα, τα οποία διαθέτουν εντατική μονάδα και θα μπορούσαν να επιστρέψουν άμεσα το ιατρικό προσωπικό στην Ε.Ε. σε περίπτωση ανάγκης. Παράλληλα με τη σύσταση της MEDEVAC μεταφέρονταν κινητά εργαστήρια και δημιουργούνταν κινητά νοσοκομεία με τη βοήθεια διεθνών οργανισμών και μεγάλων οργανώσεων όπως «Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα». Υπήρξε μεγάλη καθυστέρηση, πάνω από τέσσερις μήνες (το πρώτο κρούσμα εκδηλώθηκε στη Γουινέα στα τέλη Μαρτίου του 2014), στη διαχείριση της κρίσης. Με τον διορισμό του συντονιστή, ωστόσο, ελήφθησαν αποφάσεις χρηματοδότησης για επιτάχυνση των ερευνών για το εμβόλιο του Εμπολα και άλλα φάρμακα. Ενα από τα φάρμακα για τον Εμπολα εμφανίζεται ως μία από τις επιλογές για τους ασθενείς με κορωνοϊό.
«Ενιαίος χώρος»
«Λίγους μήνες αργότερα, τον Μάρτιο του 2015, πείσαμε τους αρχηγούς των τριών πληγέντων κρατών να έρθουν στις Βρυξέλλες, σε μια μεγάλη διεθνή διάσκεψη, και να συμφωνήσουν για να ενταθεί η συνεργασία μεταξύ τους, αλλά και ότι πλέον θα αντιμετωπίζονταν ως ενιαίος χώρος», λέει ο κ. Στυλιανίδης και τονίζει πόσο καθοριστική ήταν αυτή η συνεργασία για τη μείωση των κρουσμάτων. Και όντως, από τον Απρίλιο τα κρούσματα άρχισαν να μειώνονται αισθητά μέχρι που τον επόμενο Απρίλιο του 2016 ο Εμπολα είχε εξαλειφθεί στις τρεις χώρες.
Ο μηχανισμός rescEU
Από την εμπειρία του Εμπολα, και κυρίως τη δυσκολία που βίωσε για την κινητοποίηση ιατρικών ομάδων, ο κ. Στυλιανίδης συνειδητοποίησε την ανάγκη για τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Ιατρικού Σώματος. Στόχος ήταν η κινητοποίηση ιατρικών και υγειονομικών ομάδων για την αντιμετώπιση καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης, τόσο εντός όσο και εκτός της Ε.Ε. Και όντως, το σώμα αυτό συστήνεται το 2017, ενώ τρία χρόνια αργότερα ενισχύει την Πολιτική Προστασία της Ε.Ε. με τη δημιουργία του μηχανισμού rescEU.

 

Πρόκειται για ένα επιπλέον «δίχτυ ασφαλείας» όταν τα επιχειρησιακά μέσα και οι πόροι των κρατών-μελών δεν επαρκούν για να αντιμετωπίσουν μια καταστροφή. Ο rescEU ενεργοποιήθηκε και πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε ότι θα διαθέτει πλέον ένα απόθεμα εξοπλισμού αξίας 50 εκατ. ευρώ, αναπνευστήρων και προστατευτικών μασκών, ώστε να βοηθήσει τις χώρες της Ε.Ε. στο πλαίσιο της πανδημίας, χρηματοδοτούμενο 90% από την Κομισιόν. «Η παγκόσμια συνεργασία υπό την αιγίδα του ΠΟΥ, ο αποτελεσματικός συντονισμός και η αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών-μελών είναι προϋπόθεση-κλειδί για να αντιμετωπίσουμε την κρίση αυτή», τονίζει στην «Κ» ο Χρήστος Στυλιανίδης. «Θα πρέπει να πορευτούμε συλλογικά ως Ευρωπαίοι, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο, βάζοντας στο περιθώριο πολιτικές διαφορές και σκοπιμότητες. Προχωράμε, όλοι μαζί, μόνο με βάση την επιστημονική τεκμηρίωση και με κύριο σκοπό να σώσουμε ζωές».

ΠΗΓΗ : Εφημερίδα “ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ” Αθηνών

Share this post