48 χρόνια από τον θάνατο του Γιώργου Σεφέρη

48 χρόνια από τον θάνατο του Γιώργου Σεφέρη

Συμπληρώθηκαν χθες, 20.9.2019, 48 χρόνια από τον θάνατο του γεννημένου στην Σμύρνη νομπελίτσα ποιητή, Γιώργου Σεφέρη. Ο ποιητής , που το  πραγματικό του όνομα ήταν Γιώργος Σεφερειάδης υπήρξε από τους σημαντικούς διπλωμάτες της Ελλάδος και διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην πορεία του Κυπριακού.

 

Από την θέση αυτή κατέγραψε την διαφωνία του στις Συμφωνίες Ζυρίχης -Λονδίνου του 1959. Είχε επισκεφτεί αρκετές φορές την Κύπρο και συνδέθηκε ιδιαίτερα με τον κορυφαίο ζωγράφο της , τον αείμνηστο Αδαμάντιο Διαμαντή.

Ο Γεώργιος Σεφεριάδης, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 29 Φεβρουαρίου του 1900 στη Σμύρνη. Ήταν το μεγαλύτερο παιδί του Στυλιανού Σεφεριάδη (1873-1951) – δικηγόρου, σημαντικού κοινωνικού παράγοντα της Σμύρνης και ανθρώπου με λογοτεχνικές ανησυχίες – και της Δέσποινας Τενεκίδη με καταγωγή από τη Νάξο. Το ζευγάρι είχε άλλα δυο παιδιά, τον Άγγελο (1905-1950) και την Ιωάννα (1902-2000), σύζυγο του φιλόσοφου και πολιτικού Κωνσταντίνου Τσάτσου.

Ο Σεφέρης ξεκίνησε τις εγκύκλιες σπουδές του το 1906 στη Σμύρνη και τις ολοκλήρωσε το 1918 στην Αθήνα, όπου είχε εγκατασταθεί η οικογένειά του από το 1914. Στη συνέχεια γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σορβόνης, από την οποία αποφοίτησε με διδακτορικό το 1924. Τα χρόνια παραμονής του στο Παρίσι ήταν καθοριστικά για τη διαμόρφωση της ποιητικής του φυσιογνωμίας. Ήταν η εποχή που το κίνημα του μοντερνισμού βρισκόταν στην ακμή του.
Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα διορίστηκε υπάλληλος του Υπουργείου Εξωτερικών (1926), αρχίζοντας έτσι μια λαμπρή καριέρα στο διπλωματικό σώμα, που κορυφώθηκε το 1957, με την τοποθέτησή του ως πρεσβευτή της Ελλάδας στη Μεγάλη Βρετανία. Παρέμεινε στο Λονδίνο έως το 1962, οπότε και συνταξιοδοτήθηκε.

Στα ελληνικά γράμματα ο Γιώργος Σεφέρης εμφανίστηκε το 1931, με την ποιητική συλλογή «Στροφή», η οποία από την πρώτη στιγμή της κυκλοφορίας της προκάλεσε το ενδιαφέρον της λογοτεχνικής κοινότητας της Αθήνας, με θετικές και αρνητικές αντιδράσεις.

Οι θαυμαστές του -Γιώργος Θεοτοκάς, Γιώργος Κατσίμπαλης και Ανδρέας Καραντώνης- υποστήριξαν ότι η «Στροφή» εγκαινιάζει μια καινούργια εποχή για την ελληνική ποίηση, ενώ οι επικριτές του, όπως ο Άλκης Θρύλος και ο Τάκης Παπατσώνης, ισχυρίστηκαν ότι η ποίηση του Σεφέρη είναι σκοτεινή και εγκεφαλική, χωρίς πραγματικό συναίσθημα. Με την πάροδο του χρόνου, η «Στροφή» απέκτησε τεράστιο συμβολικό βάρος, επειδή θεωρήθηκε από την κριτική ότι έστρεψε την ελληνική ποίηση από την παραδοσιακή στη μοντέρνα γραφή. Ο Μοντερνισμός του Σεφέρη, παρατηρεί ο Γιώργος Θεοτοκάς, υπήρξε «ένας μοντερνισμός τολμηρός, αλλά που κρατούσε το νήμα της παράδοσης, με αίσθημα ευθύνης και με σεβασμό για τη γλώσσα».
Ο θόρυβος που δημιουργήθηκε, αλλά και το ειδικό βάρος των Κατσίμπαλη και Καραντώνη στα λογοτεχνικά πράγματα, τον βοήθησε να επιβληθεί ως ένας πολλά υποσχόμενος νέος ποιητής. Η καθιέρωση του Σεφέρη ως μείζονος ποιητή έγινε το 1935, με την ποιητική συλλογή «Μυθιστόρημα». Σ’ αυτό το έργο βλέπουμε πλήρως διαμορφωμένα τα σύμβολα που συνθέτουν την ποιητική μυθολογία του Σεφέρη: το «ταξίδι», οι «πέτρες», τα «μάρμαρα», τα «αγάλματα», η «θάλασσα», ο «Οδυσσέας» κ.ά.
Εκτός από το πλούσιο ποιητικό έργο του, ο Σεφέρης διακρίθηκε και στον δοκιμιακό λόγο, με μία σειρά ρηξικέλευθων κριτικών δοκιμίων, στα οποία τόνισε τη σημασία της ελληνικής παράδοσης και ανέδειξε το έργο περιθωριακών μορφών της, όπως του Γιάννη Μακρυγιάννη και του Θεόφιλου. Το μεταφραστικό του έργο είναι μικρό σε ποσότητα, αλλά σημαντικό. Μετέφρασε δύο έργα του αμερικανού ποιητή Τ.Σ. Έλιοτ («Έρημη Χώρα» και «Φονικό στην Εκκλησιά»), ενώ μετέφερε στη νέα ελληνική δύο έργα της Βίβλου («Άσμα Ασμάτων» και «Αποκάλυψη του Ιωάννη»). Ο Τ.Σ. Έλιοτ, ηγετική φυσιογνωμία της μοντερνιστικής ποίησης του 20ου αιώνα, ήταν ο ποιητής που τον επηρέασε όσο κανένας άλλος.
Από τη δεκαετία του ’50 το έργο του Σεφέρη μεταφράστηκε και εκτιμήθηκε στο εξωτερικό. Βραβεύτηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας τον Δεκέμβριο του 1963, «για το υπέροχο λυρικό ύφος του, που είναι εμπνευσμένο από ένα βαθύ αίσθημα για το ελληνικό πολιτιστικό ιδεώδες», όπως αναφέρεται στο σκεπτικό της Σουηδικής Ακαδημίας.

Στις αρχές Αυγούστου του 1971 ο Γιώργος Σεφέρης μπήκε στον « Ευαγγελισμό» και εγχειρίστηκε στον δωδεκαδάκτυλο. Απεβίωσε από μετεγχειρητικές επιπλοκές τα ξημερώματα της 20ης Σεπτεμβρίου του 1971. Η κηδεία του, δύο ημέρες αργότερα, ήταν πάνδημη και πήρε αντιδικτατορικό χαρακτήρα. Στη νεκρώσιμη πομπή προς το Α’ Νεκροταφείο, μπροστά στην Πύλη του Αδριανού, το πλήθος σταμάτησε την κυκλοφορία και άρχισε να τραγουδά το απαγορευμένο τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη σε στίχους Σεφέρη «Άρνηση» (¨Στο περιγιάλι το κρυφό¨, όπως είναι πιο γνωστό). Στις 23 Σεπτεμβρίου, δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Το Βήμα», το τελευταίο ποίημα του Γιώργου Σεφέρη «Επί Ασπαλάθων», που έγραψε στις 31 Μαρτίου 1971 και αποτελεί μία ακόμη καταγγελία κατά της δικτατορίας.
Αρκετοί συνθέτες έχουν ενσκήψει στο έργο του Σεφέρη και μελοποιήσει ποιήματά του, όπως οι Μίκης Θεοδωράκης, Νίκος Μαμαγκάκης, Μίλτος Πασχαλίδης, Αδελφοί Κατσιμίχα, Ηλίας Ανδριόπουλος, Δήμος Μούτσης, Αργύρης Μπακιρτζής, Δημήτρης Αγραφιώτης, Θεόδωρος Αντωνίου, Λεωνίδας Ζώρας, Θεόδωρος Καρυωτάκης, Περικλής Κούκος, Γιώργος Κουρουπός, Γεώργιος Πονηρίδης, Θάνος Μικρούτσικος και Τζον Τάβενερ.

Η δήλωση κατά της χούντας
Κατά τη διάρκεια της επτάχρονης δικτατορίας των συνταγματαρχών στην Ελλάδα έσπασε τη σιωπή του, στις 28 Μαρτίου του 1969, και στηλίτευσε το καθεστώς με την περίφημη δήλωσή του στο ραδιόφωνο του BBC, στην οποία προέβλεψε και την επερχόμενη καταστροφή της Κύπρου. « Ὅλοι πιὰ τὸ διδάχτηκαν καὶ τὸ ξέρουν πὼς στὶς δικτατορικὲς καταστάσεις ἡ ἀρχὴ μπορεῖ νὰ μοιάζει εὔκολη, ὅμως ἡ τραγωδία περιμένει ἀναπότρεπτη στὸ τέλος», είχε τονίσει χαρακτηριστικά.
Το πλήρες κείμενο της δήλωσης:
«Πάει καιρὸς ποὺ πῆρα τὴν ἀπόφαση νὰ κρατηθῶ ἔξω ἀπὸ τὰ πολιτικὰ τοῦ τόπου. Προσπάθησα ἄλλοτε νὰ τὸ ἐξηγήσω. Αὐτὸ δὲ σημαίνει διόλου πὼς μοῦ εἶναι ἀδιάφορη ἡ πολιτικὴ ζωή μας. Ἔτσι, ἀπὸ τὰ χρόνια ἐκεῖνα, ὡς τώρα τελευταῖα, ἔπαψα κατὰ κανόνα νὰ ἀγγίζω τέτοια θέματα· ἐξάλλου τὰ ὅσα δημοσίεψα ὡς τὶς ἀρχὲς τοῦ 1967 καὶ ἡ κατοπινὴ στάση μου – δὲν ἔχω δημοσιέψει τίποτα στὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τότε ποὺ φιμώθηκε ἡ ἐλευθερία – ἔδειχναν, μοῦ φαίνεται, ἀρκετὰ καθαρὰ τὴ σκέψη μου.
Μολαταῦτα, μῆνες τώρα, αἰσθάνομαι μέσα μου καὶ γύρω μου, ὁλοένα πιὸ ἐπιτακτικά, τὸ χρέος νὰ πῶ ἕνα λόγο γιὰ τὴ σημερινὴ κατάστασή μας. Μὲ ὅλη τὴ δυνατὴ συντομία, νὰ τί θὰ ἔλεγα:
Κλείνουν δυὸ χρόνια ποὺ μᾶς ἔχει ἐπιβληθεῖ ἕνα καθεστὼς ὁλωσδιόλου ἀντίθετο μὲ τὰ ἰδεώδη γιὰ τὰ ὁποῖα πολέμησε ὁ κόσμος μας καὶ τόσο περίλαμπρα ὁ λαός μας στὸν τελευταῖο παγκόσμιο πόλεμο. Εἶναι μία κατάσταση ὑποχρεωτικῆς νάρκης, ὅπου ὅσες πνευματικὲς ἀξίες κατορθώσαμε νὰ κρατήσουμε ζωντανές, μὲ πόνους καὶ μὲ κόπους, πᾶνε κι αὐτὲς νὰ καταποντιστοῦν μέσα στὰ ἑλώδη στεκούμενα νερά. Δὲ θὰ μοῦ ἦταν δύσκολο νὰ καταλάβω πῶς τέτοιες ζημιὲς δὲ λογαριάζουν πάρα πολὺ γιὰ ὁρισμένους ἀνθρώπους.
Δυστυχῶς δὲν πρόκειται μόνον γι᾿ αὐτὸ τὸν κίνδυνο. Ὅλοι πιὰ τὸ διδάχτηκαν καὶ τὸ ξέρουν πὼς στὶς δικτατορικὲς καταστάσεις ἡ ἀρχὴ μπορεῖ νὰ μοιάζει εὔκολη, ὅμως ἡ τραγωδία περιμένει ἀναπότρεπτη στὸ τέλος. Τὸ δράμα αὐτοῦ τοῦ τέλους μᾶς βασανίζει, συνειδητὰ ἢ ἀσυνείδητα, ὅπως στοὺς παμπάλαιους χοροὺς τοῦ Αἰσχύλου. Ὅσο μένει ἡ ἀνωμαλία, τόσο προχωρεῖ τὸ κακό.
Εἶμαι ἕνας ἄνθρωπος χωρὶς κανένα ἀπολύτως πολιτικὸ δεσμὸ καί, μπορῶ νὰ τὸ πῶ, μιλῶ χωρὶς φόβο καὶ χωρὶς πάθος. Βλέπω μπροστά μου τὸν γκρεμὸ ὅπου μᾶς ὁδηγεῖ ἡ καταπίεση ποὺ κάλυψε τὸν τόπο. Αὐτὴ ἡ ἀνωμαλία πρέπει νὰ σταματήσει. Εἶναι ἐθνικὴ ἐπιταγή.
Τώρα ξαναγυρίζω στὴ σιωπή μου. Παρακαλῶ τὸ Θεὸ νὰ μὴ μὲ φέρει ἄλλη φορὰ σὲ παρόμοια ἀνάγκη νὰ ξαναμιλήσω».

Με την ευκαιρία των 48 χρόνων από τον θάνατο του μεγάλου ποιητή διαβάστε πιο κάτω το χθεσινό  αφιέρωμα του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου, στο blog του “Ιδιωτική Οδός” με τίτλο : “Ο ΣΕΦΕΡΗΣ ΤΟΥ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ ΚΑΙ ΤΟ ΛΑΘΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ”.

Σήμερα, 20 Σεπτεμβρίου 2019, που συμπληρώνονται 48 χρόνια από το θάνατο του μεγάλου ποιητή μας Γιώργου Σεφέρη σκέφτηκα ένα μικρό αφιέρωμα στην ολοζώντανη πάντοτε μνήμη του.
Αρχικά τι έγραψε ο Μάνος Χατζιδάκις για τον Σεφέρη, με τον οποίο δεν συνεργάστηκε ποτέ. Την εκτίμησή του, όμως, στον ποιητή, την αποτυπώνει ο Χατζιδάκις στο περίφημο βιβλίο του Ο καθρέφτης και το μαχαίρι.
Στις φωτογραφίες που αποτελούν την προσωπική του μυθολογία υπάρχει κι αυτή του Σεφέρη και είναι αυτή – η κλασική – που αναδημοσιεύουμε εδώ. Στο τέλος του βιβλίου όπου ο Χατζιδάκις υπομνηματίζει τις φωτογραφίες του, γράφει για τον ποιητή (σ. 258-59):
«Ο Γιώργος Σεφέρης. Η Γερτρούδη Στάιν είχε πρωτομιλήσει για μένα στον Σεφέρη. Όταν επέστρεψε απ’ το Λονδίνο στην Αθήνα, θέλησε να με γνωρίσει, και τη συνάντηση ανέλαβε ο Κατσίμπαλης. Ένα δείπνο στο σπίτι της Αγγελικής Χατζημιχάλη. Μα ξέσπασε ο εμφύλιος -ήταν Δεκέμβριος του ’45 και η συνάντηση δεν έγινε. Βρέθηκα με τους ηττημένους και υποχωρούσα προς την Καστοριά μαζί με το στρατό του ΕΛΑΣ. Έτσι καθώς υποχωρούσαμε, διάβαζα με απορία το Μυθιστόρημα. Τέλος, τον γνώρισα το 1947. Θέλησα να μου εξηγήσει όλα τα σχετικά με την Έρημη χώρα. -Τι θέλετε να μάθετε; μου λέει. -Ποια είναι, τον ρωτώ. Μου απαντά: -Ο τόπος μας. Προσπαθείστε να τον γνωρίσετε. Δεν έχω άλλο να σας πω… Το επεισόδιο αυτό έγινε αφορμή να απομακρυνθώ τελείως απ’ το μεσοπόλεμο, να γνωρίσω όλες τις λεπτομέρειες του τόπου μου, να γίνω φίλος με τον Νίκο Χατζημιχάλη, το γιο της Αγγελικής, να διαβάσω τα απομνημονεύματα του Στρατηγού Μακρυγιάννη και να εκτιμήσω βαθιά τον Σεφέρη, χωρίς ποτέ να γίνουμε φίλοι».
Αυτά έγραφε ο Χατζιδάκις, ο οποίος παρ’ ότι δεν μελοποίησε ποτέ Σεφέρη, αφιέρωσε στον ποιητή στίχους που ο ίδιος απήγγειλε πάνω σε μουσική του Νότη Μαυρουδή. Μια από τις σπάνιες καταγραφές του ερμηνευτή Μάνου Χατζιδάκι, από το δίσκο «Παιδί της Γης» που κυκλοφόρησε το 1977, με βασική ερμηνεύτρια την Αρλέτα και τη συμμετοχή του Ηλία Λιούγκου. Στο δίσκο αυτό ο Μαυρουδής μελοποίησε Χατζιδάκι.
Ιδού οι στίχοι του Χατζιδάκι για τον Σεφέρη, από τις “Τρεις προσωπογραφίες” (Μυθολογία, εκδ. Ύψιλον, 1980, σ. 56):
“Από τη Μικρασία μετά την καταστροφή, ένας αστός ξεκίνησε με μια βαλίτσα αναμνήσεων στο χέρι, γύρισε χώρες μακρινές και πολιτείες άγνωστες, μάζεψε ακριβό υλικό και συνταγές, μέτρα, ρυθμούς και χρώματα, και τέλος γύρισε στη χώρα του, έχτισε με τα χέρια του σπίτι σημερινό κι ελληνικό, εμπήκε μέσα, κλείδωσε και από τότε πια κανείς δεν τον συνάντησε στην αγορά.”

 

Ο Μίκης Θεοδωράκης μελοποίησε, ως γνωστόν, Σεφέρη και δη “Τα Επιφάνια”. Τα τέσσερα τραγούδια των “Επιφανίων” συνέθεσε ο Θεοδωράκης στο Παρίσι το 1960 και το Φεβρουάριο του 1962 ηχογραφήθηκαν με την φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση και το αξεπέραστο δίδυμο των μπουζουκιών Κώστα Παπαδόπουλου-Λάκη Καρνέζη.
Όμως, “Τα Επιφάνια” τραγούδησε και ο χατζιδακικός Γιώργος Μούτσιος, σ’ ένα δισκάκι 45 στροφών. Η ενορχήστρωση του Κώστα Κλάββα, αλλά και η ερμηνεία του Μούτσιου είναι “χατζιδακική” θα λέγαμε. Σε αντίθεση με την πιο λαϊκή του Μ. Θεοδωράκη και του Γ. Μπιθικώτση.

 

 

Το ενδιαφέρον στοιχείο στο βιντεάκι που παραθέτουμε εδώ, είναι ότι στο πασίγνωστο τραγούδι “Άρνηση” (Στο περιγιάλι το κρυφό), ο Μούτσιος παραμένει Σεφερικός!

“Άρνηση” 
Σεφέρης Γιώργος

Στο περιγιάλι το κρυφό
κι άσπρο σαν περιστέρι
διψάσαμε το μεσημέρι·
μα το νερό γλυφό.

Πάνω στην άμμο την ξανθή
γράψαμε τ’ όνομά της·
ωραία που φύσηξεν ο μπάτης
και σβύστηκε η γραφή.

Mε τι καρδιά, με τι πνοή,
τι πόθους και τι πάθος,
πήραμε τη ζωή μας· λάθος!
κι αλλάξαμε ζωή.

Εξηγούμαι:
Στην τρίτη στροφή του ποιήματος ο ποιητής βάζει άνω τελεία στο “πήραμε τη ζωή μας” και ακολουθεί η λέξη “λάθος”.
Mε τι καρδιά, με τι πνοή,
τι πόθους και τι πάθος,
πήραμε τη ζωή μας· λάθος!
κι αλλάξαμε ζωή.
Έτσι το ήθελε ο ποιητής κι έτσι το διαβάζει ο ίδιος σε μια ανέκδοτη ηχογράφηση (Woodberry Poetry Room, 1952) που μπορείτε να ακούσετε εδώ, αλλά και σε ένα βιντεάκι που παραθέτουμε στη συνέχεια.
Ο Σεφέρης είχε τονίσει στον Θεοδωράκη να μη γίνει λάθος γιατί το νόημα αλλάζει, όμως στην ηχογράφηση με τον Μπιθικώτση γίνεται το λάθος στη λέξη “λάθος” κι ακούγονται όλες μαζί οι λέξεις, δίνοντας διαφορετικό αν μη και αντίθετο νόημα στο ποίημα απ’ αυτό που ήθελε ο ποιητής. Η εκτέλεση του Γιώργου Μούτσιου παρότι είναι η σωστή, ελάχιστα ακούστηκε…

Share this post