…Και παρουσιάζεται μπροστά μου, πάλι και πάλι, το φάντασμα του Οδυσσέα, με μάτια κοκκινισμένα από του κυμάτου την αρμύρα κι από το μεστωμένο πόθο να ξαναδεί τον καπνό που βγαίνει από τη ζεστασιά του σπιτιού του και το σκυλί του που γέρασε προσμένοντας στη θύρα…. ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ-  Πάνω σ’ ένα ξένο στίχο)

 

 

Tης  Βάσω Ξεινού*     

  Ήμουν μικρό παιδί, όταν άκουσα σαν παραμύθι  την ιστορία ενός γενναίου πολεμιστή, που σαν τελείωσε ο πόλεμος, κίνησε για να επιστρέψει στην πατρίδα του. Έκανε χρόνους πολλούς επειδή βρήκε εμπόδια μεγάλα και δυσκολίες, παρόλο που ήταν δυνατός και πολυμήχανος! Απόρησα τότε, επειδή ο κόσμος ο δικός μου, το δικό μου νησί είχε δρόμους χωρίς εμπόδια και καθένας πολύ εύκολα μπορούσε να βρει το σπίτι του!

    Δεν άργησε ο καιρός που με τρόπο οδυνηρό αντιλήφθηκα πόσο απέραντος είναι ο κόσμος του Οδυσσέα και πως στη ζωή μας θα αναγκαστούμε να ακολουθήσουμε δρόμους πολλούς και διαφορετικούς. Άλλοτε μεγάλους, άλλοτε αδιέξοδους, δρόμους σκοτεινούς και φωτεινούς, ποτέ χωρίς εμπόδια. Πως αυτό που έχει σημασία είναι να φυλάξουμε μέσα στην καρδιά μας ένα θησαυρό, για να μπορέσει η ψυχή μας στο τέλος του ταξιδιού να βρει  παρηγοριά και γαλήνη. Ο δικός μου θησαυρός έγινε η πατρίδα μου η Ίμβρος, από την οποία ένιωσα να με απομακρύνουν βίαια σαν να με ξεριζώνουν. Τότε δεν ήξερα πόσο βαθια πηγαίνουν οι ρίζες που μας δένουν με τον γενέθλιο τόπο. Έγινε σκοπός ζωής η αέναη πρόσφυγας και Ιμβριώτισσα, πραγματική είτε καρδιακή. Ο Οδυσσέας κάποτε επέστρεψε για να τον υποδεχτεί ένα ζεστό σπιτικό. Όταν εμείς επιστρέψαμε, αναγκαστήκαμε να ξαναχτίσουμε τα ρημαγμένα σπίτια μας, να σκαλίσουμε τις σβησμένες φωτιές για να βρούμε τη σπίθα που έγινε φλόγα και φωτίζει το νεογέννητο θαύμα. Έτσι μάθαμε πως η Ιστορία έχει τους δικούς της νόμους. Αυτή η ίδια Ιστορία που χωρίς να μας προειδοποιήσει, άφησε να ξεσπάσει επάνω μας η θύελλα σκορπίζοντας στους τέσσερις ανέμους την ριζωμένη μας ζωή. Ανέστιοι και απελπισμένοι, ξένοι σε τόπους ξένους. Όσο για μένα, αν και μικρή στα χρόνια, τρομαγμένη και πληγωμένη, αρνήθηκα να γίνω «αλλοδαπή». Έγινα πρόσφυγας και Ιμβριώτισσα Από τότε έχω κοντά μου τον καπετάν-Δυσσέα να τιμονεύει και να κρατάει φουσκωμένα τα πανιά του δικού μου Νόστου. Αφού εκείνος κατάφερε να επιστρέψει στο σπίτι του το ίδιο θα έκανα και εγώ.

                                O ‘Ιμβριος Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος στο δρόμο του προσκυνήματος

Ο δρόμος του γυρισμού μακρύς, σκοτεινός, με αγωνία και λαχτάρα. Κι εκεί να ζωντανεύει ο εφιάλτης, αμέτρητες οι πληγές ανεπούλωτες και τα ερείπια σωρός. Σπίτια, κτήματα, προσκυνήματα….Αποφασίσαμε να μην εγκαταλείψουμε αυτή τη λαβωμένη πατρίδα, να κρατήσουμε με νύχια και με δόντια ό,τι απέμεινε από τη ληστρική απαλλοτρίωση της ζωής μας. Θελήσαμε να ανακαλύψουμε την ψυχή της Ίμβρου από την αρχή, αυτή που διασώζεται αναλλοίωτη στους αιώνες. Από τότε περπατάμε στους δρόμους της. Δρόμοι βατοί και μονοπάτια κατακτημένα από τις αδηφάγες αστουβιές. Ανακαλύπτουμε τα ίχνη όσων τα περπάτησαν πριν από εμάς για να μας οδηγήσουν στα έργα των χεριών τους. Άλλα γλύτωσαν την ερήμωση, άλλα πάλι στέκουν σακατεμένα να φυλάγουν τα βλέμματα, τον αγώνα, τον ιδρώτα, τις χαρές και τις λύπες, τις προσευχές όλων όσων ο κόπος πληρώθηκε με το χαμό.

Ντάμι

Ελαιώνας

Κασκαβάλια

«Ντάμια» και αλώνια, ό,τι απέμεινε από τους τοίχους ανεμόμυλων και κάστρων κραταιών, άδειες δεξαμενές των νερόμυλων, «τροχαλιές» να ορίζουν ακόμα περιβόλια και χωράφια στα βουνά, βρύσες και πηγές αστείρευτες. Εξωκλήσια διάσπαρτα παντού, κοντά στα χωριά, στα βουνά και στ’ ακρογιάλια. Τα περισσότερα αφανισμένα από την ερημιά και την ασέβεια των αδίκων. Θυμίζουν όστρακα πάνω στην άμμο, άδεια από ζωή, που όμως περικλείουν μέσα στο αρμονικό τους σχήμα τον ήχο και την αρμύρα της θάλασσας. Έτσι και τα γκρεμισμένα και έρημα ξωκλήσια μας αντιστέκονται στον καιρό με σκεπή τον ουρανό, το καθένα και μία κιβωτός που περιέχει τις προσευχές, τις λειτουργίες και τα πανηγύρια των απόντων. Πάνω σε κάθε πέτρα τους ποτισμένη με θυμίαμα μπορείς να ψηλαφίσεις τα βλέμματα και τις ικεσίες των άλλοτε και νυν προσερχομένων.

    Το συναπάντημα με τα σημάδια και τα απομεινάρια της παλιάς ζωής είναι μια χαρμολύπη που πληγώνει τη μνήμη. Η καρδιά όμως μπορεί να ησυχάσει και να γαληνέψει μόνο αν αφεθεί στη μαγεία των εικόνων που αναπαύουν τα μάτια. Απαλές κορυφογραμμές των βουνών, μαλακές κατάφυτες πλαγιές, ουρανός με τα πιο όμορφα σύννεφα. Νύχτες κεντημένες με μυριάδες άστρα. Ο ήλιος ολόλαμπρος, σαν βασιλεύει να γράφει δρόμους χρυσούς πάνω στη θάλασσα. Δάση από πεύκα και βελανιδιές, ελαιώνες με τους κορμούς των λιόδεντρων χαρακωμένους από τον ιερό και κοπιώδη ιδρώτα πατέρων.

Παλαιόκαστρο Σχοινουδίου

Παναγία η Καρδαμιώτισσα (Αργατάρα)

Ο αγέρας, άλλοτε παντοκράτορας και άλλοτε απαλός σαν πρωϊνή δροσιά φορτωμένος αγριολούλουδα, θυμάρι και ρίγανη. Λαγκάδια ζωγραφισμένα με πικροδάφνες, ποτάμια και δροσερά νερά. Πλατάνια που κρύβουν στον ίσκιο τους τις μουσικές των πουλιών. Αηδόνια που δεν σε αφήνουν να κοιμηθείς, όπως θα έλεγε ο ποιητής. Οι απέραντοι κάμποι, εκεί που οι πορφυρές παπαρούνες κυματίζουν βιαστικές, να προλάβουν τα πράσινα στάχυα που φτάνουν μέχρι τη θάλασσα. Η μεγάλη, η απέραντη και ανεξάντλητη θάλασσα  που αγκαλιάζει την Ίμβρο «νήσο χαριεστάτη και των γε εν Αιγαίω αρίστη…» κατά τον Νομοφύλακα Διάκονο Ιωάννη Ευγενικό. Αυτή η θάλασσα που τη γέννησε ορίζει και φρουρεί τη ψυχή της.

    Η «χαριεστάτη» και ομηρική «παιπαλόεσσα» Ίμβρος θα συνεχίσει το αιώνιο ταξίδι της μέσα στο Αρχιπέλαγος. Πρόθυμη να γίνει η άγκυρα της ελπίδας για καθένα από εμάς.

* Τα ενυπόγραφα κείμενα απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους

ΠΗΓΗ: Επετηρίδα Εταιρίας Ίμβρου &Τενέδου : “Ο σος βλαστός”

Οι  Φωτογραφίες είνα της  Βάσως Ξεινού , την οποία ευχαριστούμε θερμά που μας τις διέθεσε για αυτή την ανάρτηση

    

Share this post