Η «ΠΡΩΤΗ» ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΣΤΙΣ ΗΠΑ
Του Αλέξη Αλεξανδρή, πρέσβη επί τιμή
Μια από τις σημαντικές διαστάσεις της οικουμενικότητας της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, στην οποία η πατριαρχική ηγεσία έδωσε και συνεχίζει να δίνει προτεραιότητα, είναι η σχέση του Οικουμενικού Θρόνου με τους ελληνορθοδόξους της Διασποράς. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1920, το Οικουμενικό Πατριαρχείο έθεσε σε νέα βάση τη δομική οργάνωση και σύσταση αρχιεπισκοπών στην Αμερική, Ευρώπη, Ασία και Αυστραλία, σύμφωνα με τους Ιερούς Κανόνες και το Εκκλησιαστικό Δίκαιο. Έκτοτε το Οικουμενικό Πατριαρχείο συγκρότησε σταδιακά ένα ευρύτατο δίκτυο διοικητικής οργάνωσης των επτά και πλέον εκατομμυρίων Ελληνορθόδοξων του εξωτερικού.
Η ίδρυση της Αρχιεπισκοπής Βορείου και Νοτίου Αμερικής για την κάλυψη των θρησκευτικών αναγκών του διαρκώς αυξανόμενου Ορθόδοξου ποιμνίου της Αμερικής χρονολογείται το 1922, μια δύσκολη περίοδος όταν η κλυδωνιζόμενη από τα πολιτικά και εκκλησιαστικά πάθη ομογένεια είχε χωριστεί σε δύο στρατόπεδα, των βενιζελικών και των βασιλικών, με τον πρώτο Αρχιεπίσκοπο Αλέξανδρο να υποστηρίζεται μόνο από τη φιλοβενιζελική παράταξη. Η οδυνηρή αυτή κατάσταση διχασμού της ομογένειας άρχισε να βελτιώνεται το 1930 όταν στον Αρχιεπισκοπικό Θρόνο τοποθετήθηκε από το Φανάρι ο Μητροπολίτης Κερκύρας Αθηναγόρας Σπύρου. Κατά τη διάρκεια της ποιμαντορίας του (1931-1948), ο Αθηναγόρας οργάνωσε τις ελληνικές κοινότητες των Ηνωμένων Πολιτειών σε μια συμπαγή και δραστήρια παροικία δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για την ανοδική πορεία της εκεί ομογένειας.
Το έδαφος υπήρξε πρόσφορο καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν πάντα ταχθεί ευνοϊκά προς το Φανάρι και την ελληνορθόδοξη Εκκλησία όπως φάνηκε κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων στη Λωζάννη (1922-1923), όταν στήριξαν σθεναρά τη διατήρηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην ιστορική του έδρα και αντέδρασαν έντονα στην τουρκική αξίωση για την απομάκρυνση του από την Τουρκία. Το ενδιαφέρον της Ουάσιγκτον για το Φανάρι ενισχύθηκε επί προεδριών Roosevelt-Truman και ουσιαστικά με αμερικανική πρωτοβουλία ο Αρχιεπίσκοπος Αθηναγόρας αναδείχθηκε Οικουμενικός Πατριάρχης εν μέσω Ψυχρού Πολέμου το 1948.
Αν και ο Αθηναγόρας έθεσε τις βάσεις για μια ισχυρή ελληνοαμερικανική κοινότητα, ήταν ο Ίμβριος στην καταγωγή, Ιάκωβος Κουκούζης που μετέτρεψε την Ελληνορθόδοξη Αρχιεπισκοπή της Αμερικής στην μεγαλύτερη και ισχυρότερη επαρχία του Πατριαρχείου, προσδίδοντάς της σημαντικό κύρος και δύναμη στις Ηνωμένες Πολιτείες. Κατά τη διάρκεια των 37 ετών υπηρεσίας του ως Αρχιεπισκόπου Αμερικής (1959-1996), ο Ιάκωβος εξελίχθηκε σε ηγετική φυσιογνωμία της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας. Με δεδομένη τη σχέση του Φαναρίου με την ισχυρή Αρχιεπισκοπή Αμερικής, η Τουρκία δεν κατάφερε να προβεί στη βίαιη απομάκρυνση του Οικουμενικού Πατριαρχείου από την Κωνσταντινούπολη ιδιαίτερα την περίοδο 1964-1966, όταν η Άγκυρα φαίνεται ότι εξέταζε σοβαρά την έξωση του. Κατά τη διάρκεια της θητείας του στην Αρχιεπισκοπή Αμερικής, ο Ιάκωβος προασπίστηκε με σθένος τα δικαιώματα του Οικουμενικού Πατριαρχείου και κατήγγειλε συστηματικά την καταπίεση του Ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης, Ίμβρου και Τενέδου από το τουρκικό Κράτος. Για τη δράση του αυτή η Άγκυρα όχι μόνο του αφαίρεσε την τουρκική ιθαγένεια απαγορεύοντάς του την είσοδο στην Τουρκία αλλά άσκησε έντονη πίεση στον Πατριάρχη Αθηναγόρα για την απομάκρυνση του Ιακώβου από την Αμερική, χωρίς ωστόσο επιτυχία. Άλλωστε, την εποχή εκείνη το κύρος του Αρχιεπισκόπου Ιακώβου είχε αυξηθεί κατακόρυφα καθώς είχε ταυτιστεί με το κίνημα κατά των εθνοφυλετικών διακρίσεων στις Η.Π.Α. και συμμετείχε ενεργά στον αγώνα του Martin Luther King για τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Αμερική.
Ο Αρχιεπίσκοπος Ιάκωβος είχε καλλιεργήσει φιλικές σχέσεις με την ηγεσία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος αποκτώντας προσβάσεις στο Λευκό Οίκο κατά την περίοδο των Προέδρων Reagan και Bush. Την περίοδο αυτή εντατικοποιήθηκαν οι διακριτικές διπλωματικές παρεμβάσεις των Ηνωμένων Πολιτειών υπέρ του Πατριαρχείου και το 1986 εδόθη από τις τουρκικές αρχές η άδεια ανοικοδόμησης του πατριαρχικού μεγάρου το οποίο είχε καταστραφεί σε πυρκαγιά το 1941.
Με την πτώση του κομμουνισμού στην Ανατολική Ευρώπη η στρατηγική σημασία του Οικουμενικού Πατριαρχείου στον πνευματικό και εκκλησιαστικό χώρο αυξήθηκε σε μεγάλο βαθμό. Η αμερικανική πλευρά διατύπωνε επισήμως και ανεπιφύλακτα πλέον ότι αναγνώριζε την Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης ως Οικουμενικό Πατριαρχείο και τον Οικουμενικό Πατριάρχη ως πνευματικό ηγέτη των 250 εκατομμυρίων Ορθοδόξων Χριστιανών. Η ιδιότητα αυτή του Πατριάρχη και η πνευματική απήχηση του Φαναρίου επιβεβαιώθηκε με τον πιο επίσημο τρόπο κατά την περιοδεία του Δημητρίου Α΄ στις ΗΠΑ από τις 2 έως 29 Ιουλίου 1990. Αυτή ήταν επίσης η πρώτη πανηγυρική επίσκεψη Οικουμενικού Πατριάρχη στον Νέο Κόσμο. Οικοδεσπότης και διοργανωτής του πολύπτυχου προγράμματος της πατριαρχικής επίσκεψης ήταν ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ιάκωβος ο οποίος όχι μόνο κατάφερε να κινητοποιήσει την ομογένεια αλλά και να προβάλει με αποτελεσματικότητα το Φανάρι και την προσωπικότητα του Δημητρίου στις Η.Π.Α., εξασφαλίζοντας στην πατριαρχική αποστολή ευρεία δημοσιότητα και επαφές με υψηλά ιστάμενες πολιτικές και θρησκευτικές προσωπικότητες.
Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον της Ουάσιγκτον για το Πατριαρχείο αντανακλάται στη θερμή υποδοχή, με τιμές αρχηγού θρησκείας, που επιδαψίλευσαν οι αρχές των ΗΠΑ στην πατριαρχική αποστολή. Παρουσία 4000 ομογενών σε δεξίωση που παρατέθηκε προς τιμή του Πατριάρχη στη Ουάσιγκτον, ο Αμερικανός Πρόεδρος George Bush εκφράστηκε με λόγια θαυμασμού για το Δημήτριο και υπογράμμισε ανεπιφύλακτα τον οικουμενικό του ρόλο. Στο ρόλο αυτό είχε την ευκαιρία να επανέλθει ο Αμερικανός Πρόεδρος σε συνάντησή του με τον Δημήτριο στον Λευκό Οίκο στις 13 Ιουλίου 1990. Όχι μόνο δέχθηκε ο George Bush την πατριαρχική αποστολή στο Oval Office αλλά απευθυνόμενος στους δημοσιογράφους ενώπιον του Πατριάρχη στον Κήπο των Ρόδων υπογράμμισε τον οικουμενικό ρόλο του Πατριαρχείου στον μετα-ψυχροπολεμικό κόσμο και αποκάλεσε τον Δημήτριο «πνευματικό ηγέτη των 250 εκατομμυρίων Ορθοδόξων σε ολόκληρο των κόσμο».
Η αναφορά του Αμερικανού Προέδρου στη συμβολή του Φαναρίου προς την «αναγέννηση της Ανατολικής Ευρώπης» έδωσε το στίγμα της πολιτικής των Η.Π.Α. στο θέμα του Πατριαρχείου. Έκτοτε η Ουάσιγκτον υποστηρίζει σταθερά τη συσπείρωση των Ορθοδόξων Εκκλησιών της Ανατολικής Ευρώπης και Μέσης Ανατολής γύρω από ένα αναβαθμισμένο Οικουμενικό Πατριαρχείο, σε συνεργασία και σύμπνοια με τα επιμέρους Πατριαρχεία και Αυτοκέφαλες Εκκλησίες. Εξάλλου σε μια περίοδο κατά την οποία αυξάνεται η επιρροή της Ρωσικής Εκκλησίας, οι Η.Π.Α. καθιστούν σαφές ότι αναγνωρίζουν πλήρως το κανονικό και ιστορικό προβάδισμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το ποίμνιο του οποίου, στην πλειοψηφία του είναι Ορθόδοξοι Αμερικανοί πολίτες.
Η ιστορική επίσκεψη του Δημητρίου στις ΗΠΑ και δή η απόδοση από τα πιο επίσημα αμερικανικά χείλη στον Οικουμενικό Πατριάρχη της ταυτότητας του πνευματικού ηγέτη όλης της Ορθοδοξίας, πυροδότησε την λυσσαλέα αντίδραση των εθνικιστικών-ισλαμικών κύκλων και τη δυσαρέσκεια του πολιτικού κόσμου της Τουρκίας, με μόνη ίσως την εξαίρεση του πανίσχυρου τότε Προέδρου της Δημοκρατίας Turgut Özal, με αποτέλεσμα η Άγκυρα τελικά έστω και σιωπηρά να συμβιβαστεί με την γενική αποδοχή του Πατριάρχη ως οικουμενικού στο εξωτερικό.
Μπορούμε να πούμε ότι με 535 ενορίες και πιστούς που υπολογίζονται μεταξύ 2 και 3 εκατομμυρίων, η Αρχιεπισκοπή Αμερικής , η τέταρτη στη σειρά αναγνωρισμένη θρησκευτικό-εκκλησιαστική αρχή των Η.Π.Α. (μετά την Προτεσταντική, Καθολικής και Εβραϊκή), συνιστά σήμερα τη μεγαλύτερη εγγύηση για την διεθνή ακτινοβολία του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Αν για το Πατριαρχείο η Βόρειος Αμερική αποτελεί την πραγματική πολιτική του δύναμη, για την ομογένεια η σχέση της με το Φανάρι πρέπει να θεωρηθεί ο ουσιαστικός ομφάλιος λώρος με την παράδοση και την εθνοθρησκευτική της κληρονομιά. Εξάλλου, το αυξανόμενο κοινωνικο-οικονομικό κύρος και η πολιτική ανάδυση των ελληνοαμερικανών προσφέρει, διαχρονικά, στο Φανάρι μια υπολογίσιμη πρόσβαση στα κέντρα αποφάσεων της Ουάσιγκτον. Ο δραστήριος και χαρισματικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος επισκέπτεται σε τακτά χρονικά διαστήματα τις Η.Π.Α. και επικοινωνεί άμεσα με το εκεί ποίμνιό του. Οι δε αμερικανοί πρώην Πρόεδροι Clinton-Bush-Obama στις συνομιλίες τους με τους Τούρκους ομολόγους τους θέτουν πάντα τα ανοικτά ζητήματα του Φαναρίου και δη το πρόβλημα της επαναλειτουργίας της Θεολογικής Σχολής Χάλκης. Αλλά και στο περιβάλλον του σημερινού Προέδρου Donald Trump διακρίνονται αρκετοί αξιόλογοι ελληνοαμερικανοί, όπως ο προσωπάρχης του Λευκού Οίκου Reince Priebus, ο οποίος αποτελεί σάρξ εκ της σαρκός της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας της Αμερικής, διατηρώντας στενές σχέσεις με τον Αρχιεπίσκοπο Δημήτριο και τον παντοδύναμο μεν αλλά με το σεμνό αξίωμα πρωτοπρεσβύτερο Άλεξ Καρλούτσο, εκπρόσωπο του Οικουμενικού Πατριαρχείου στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Αλλά και γενικότερα, η ιστορική πατριαρχική περιοδεία στις Ηνωμένες Πολιτείες, πριν ακριβώς 27 χρόνια αποτελεί ορόσημο στην εντατικοποίηση και συστηματικοποίηση των επαφών και της επικοινωνίας μεταξύ του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των Μητροπόλεών του στο εξωτερικό. Οι σχέσεις αυτές τέθηκαν σε νέο πλαίσιο όταν στα τέλη Αυγούστου του 1992, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, που είχε συμβάλει ποικιλοτρόπως στην διοργάνωση και την επιτυχία της περιοδείας Δημητρίου στις Η.Π.Α., καθιέρωσε τον θεσμό της σύναξης της Ιεραρχίας του Θρόνου στην Κωνσταντινούπολη, η οποία επαναλαμβάνεται ανά διετία. Ο ισχυρότατος αυτός πνευματικός και θεσμικός δεσμός ανάμεσα στο Πατριαρχείο και το ελληνορθόδοξο στοιχείο της Διασποράς, ειδικότερα της Αμερικής, συμβάλει στη διατήρηση της ξεχωριστής εθνοθρησκευτικής ταυτότητας των Αποδήμων Ελληνορθόδοξων, οι οποίοι παραμένουν προσηλωμένοι στο Φανάρι. Εξίσου σημαντική για την ενότητα της Ορθοδοξίας υπήρξε η σύγκληση στο Φανάρι της Μείζονος και Υπερτελούς Συνόδου στις 30-31 Ιουλίου 1993, πριν δηλαδή 24 χρόνια, που είχε σαν στόχο να κατοχυρώσει την αποκλειστική δικαιοδοσία του Οικουμενικού Θρόνου στο χώρο της Διασποράς και συνεπώς να συσπειρώσει γύρω από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως τις Ορθόδοξες Εκκλησίες.